Ο δομικός ρατσισμός είναι εγγενής στην Ευρώπη. Πώς θα μπορούσε να εξαλειφθεί και μάλιστα στις τάξεις των ενστόλων;
Να ξεκινήσουμε με τα νούμερα· τα νούμερα από μόνα τους δεν λένε πάντα όλη την αλήθεια, αλλά σε κάποιες περιπτώσεις είναι μια πολύ αποτελεσματική γροθιά στο στομάχι. Το policeviolencereport.org είναι μια μη κερδοσκοπική ομάδα που καταγράφει περιστατικά αστυνομικής βίας στις ΗΠΑ. Μόνο για το 2022, λοιπόν, κατέγραψε 1.200 δολοφονίες πολιτών από αστυνομικούς στη συγκεκριμένη χώρα. Είναι ρεκόρ δεκαετίας, αν και τα προηγούμενα χρόνια τα πράγματα δεν ήταν ιδιαίτερα καλύτερα. Από το 2013 ώς σήμερα, κατά μέσο όρο 1.100 άνθρωποι πέφτουν νεκροί κάθε χρόνο στην Αμερική από πυρά αστυνομικών. Από αυτές τις περιπτώσεις, μόλις 11 έφτασαν στη Δικαιοσύνη. Το 1%.
Από τους 312 αστυνομικούς που «αναγνώρισε» ως δράστες η ομάδα για το 2022, οι 22 είχαν ξανασκοτώσει. Οι 8 από αυτούς, περισσότερες από μία φορές. Οι 600 δολοφονίες ξεκίνησαν από μη βίαια περιστατικά και οι 87 έγιναν ως αποτέλεσμα παραβίασης του ΚΟΚ. Περνάς με κόκκινο και σ’ την ανάβω. Άλλα 111 περιστατικά είχαν ως θύματα ανθρώπους με ψυχικές νόσους.
ADVERTISING
Θα μπορούσαμε να γράφουμε στατιστικά για ένα χρόνο και τα στατιστικά διηγούνται τη δική τους ιστορία: Φυσικά οι περισσότεροι δολοφονημένοι ανήκουν σε μειονότητες (μαύροι και ισπανόφωνοι), φυσικά οι περισσότεροι ήταν άοπλοι, φυσικά οι προσαγωγές αστυνομικών έγιναν από μαύρους εισαγγελείς και τα λοιπά. Δεν είναι τίποτε που δεν ξέρουμε ή δεν φανταζόμαστε ήδη όλα αυτά. Στην Ευρώπη, παρότι τα περιστατικά αστυνομικής βίας είναι λιγότερα από τις ΗΠΑ, έχουν ακρβώς τα ίδια χαρακτηριστικά, όπως κατέδειξε και η πρόσφατη δολοφονία του 17χρονου Ναέλ στη Γαλλία.
Γιατί, όμως, σκοτώνει η αστυνομία τους πολίτες;
Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία, η αστυνομική βία είναι ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και, κυρίως, του βασικότερου ανθρώπινου δικαιώματος, αυτού στη ζωή.
Η έκταση στην οποία η αστυνομία μπορεί να χρησιμοποιεί βία είναι διεθνώς θεσμοθετημένη, όσο κι αν δεν το ξέρουμε. Και είναι θεσμοθετημένη από τον ΟΗΕ με τις Βασικές Αρχές περί της Χρήσης Ισχύος και Όπλων από τους Εκπροσώπους των Δυνάμεων Επιβολής του Νόμου (BPUFF).
Το όνομα είναι μακρύ, αλλά η ουσία όχι: Η ανθρώπινη ζωή πρέπει να προστατεύεται με κάθε κόστος. Σύμφωνα με τη διεθνή νομοθεσία, οι αστυνομικές δυνάμεις πρέπει να κάνουν χρήση των όπλων τους μόνο ως έσχατο μέτρο· για να προστατεύσουν τους εαυτούς τους δηλαδή, σε περίπτωση που υπάρχει άμεση απειλή θανάτου και όταν άλλα μέτρα για την αποκλιμάκωση της κάθε κρίσης αποτυγχάνουν.
Όλα αυτά είναι πάρα πολύ ωραία στη θεωρία, αλλά στην πράξη δεν ισχύουν.
Και είναι κάπως αναμενόμενο να μην ισχύουν σε χώρες όπως το Ιράν, όπου, τον Νοέμβριο του 2019, σε ένα περιστατικό, οι αστυνομικές δυνάμεις δολοφόνησαν εκατοντάδες διαδηλωτές, ανάμεσά τους και 23 παιδιά, αλλά στον «πολιτισμένο» δυτικό κόσμο;
Στον πολιτισμένο κόσμο «ακούμε» μεν τους διεθνείς οργανισμούς ευλαβικά, αλλά ενίοτε τους γράφουμε και στα παλιά μας τα παπούτσια. Στις ΗΠΑ εννέα πολιτείες δεν έχουν κανέναν νόμο για τον περιορισμό της αστυνομικής βίας, ενώ στη Γαλλία υπάρχουν άπειρα περιστατικά αστυνομικής βίας που έχουν φτάσει στα διεθνή όργανα, καθώς η εθνική κυβέρνηση τα πέρασε «ντούκου».
Ήδη από το 2011, τουλάχιστον πέντε περιστατικά θανάτων «υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες» στις γαλλικές φυλακές έφτασαν στα διεθνή δικαστήρια. Και οι πέντε νεκροί ήταν Άραβες στην καταγωγή. Σε δύο από τις περιπτώσεις η Γαλλία καταδικάστηκε για παραβίαση του «θεμελιώδους δικαιώματος του ανθρώπου στη ζωή».
Δεν ταράχτηκαν πολύ οι Αρχές στη Γαλλία, μια χώρα που παλεύει με τον εαυτό της εδώ και δεκαετίες και είναι ένα πάρα πολύ καλό παράδειγμα του πώς μια Δημοκρατία μπορεί να κυλίσει στον αυταρχισμό. Όχι τον άμεσο αυταρχισμό, τον νομοθετικό, αλλά τον έμμεσο, τον κατασταλτικό.
Χρειαζόμαστε δυνάμεις καταστολής; Αναμφίβολα. Διότι στον κόσμο υπάρχουν εγκληματικά στοιχεία, η ανθρώπινη διάσταση δεν είναι μονοσήμαντη. Στην πρώην Σοβιετική Ένωση, ένας κατά συρροή δολοφόνος (ο «χασάπης του Ροστόφ») σκότωνε και βίαζε ανενόχλητος επί 30 χρόνια, επειδή «δεν υπήρχε έγκλημα» και η αστυνομία ήταν πολύ απασχολημένη να παρακολουθεί και να συλλαμβάνει αντιφρονούντες. Ο συγκεκριμένος την είχε γλιτώσει σε πολλαπλούς ελέγχους επειδή «ήταν μέλος του κόμματος, άρα ημέτερος».
Είναι πολύ διαφορετικά τα πράγματα στον ελεύθερο κόσμο; Όχι. Σύμφωνα με τον Συνήγορο του Πολίτη στη Γαλλία, οι νεαροί άντρες που εκλαμβάνονται ως Βορειοαφρικανοί ή μαύροι έχουν 20% περισσότερες πιθανότητες να υποστούν ελέγχους ταυτότητας από την αστυνομία. Διότι «δεν είναι ημέτεροι».
Από το 2015, που η Γαλλία εφάρμοσε τους Νόμους Έκτακτης Ανάγκης, έχουν γίνει χιλιάδες αιφνιδιαστικοί -και βίαιοι- έλεγχοι και συλλήψεις χωρίς κατηγορίες σε σπίτια και τζαμιά, συχνά με την απειλή των όπλων και κατά κανόνα εναντίον ανθρώπων που το μόνο τους «αδίκημα» είναι ότι ήταν μουσουλμάνοι.
Είναι κανείς υπεράνω του νόμου; Φυσικά και όχι – και ιδιαίτερα οι άνθρωποι που υποτίθεται ότι επιβλέπουν την εφαρμογή του. Κατά πόσον, όμως, η δικαιοσύνη εφαρμόζεται στην περίπτωσή τους; Το 2016 ο Ανταμά Τραορέ, ένας νεαρός μαύρος άντρας, πέθανε όταν τρεις αστυνομικοί τον συνέλαβαν για έλεγχο και, σε μια υπόθεση που θυμίζει πολύ εκείνη του Τζορτζ Φλόιντ, τον κράτησαν επί ώρα «καρφωμένο» στο έδαφος. Η οικογένεια του Τραορέ περιμένει ακόμη να εκδικαστεί η υπόθεση.
Το πρόβλημα της αστυνομικής βίας είναι προφανώς πολυδιάστατο και συχνά έχει ατομικά αίτια· ναι, υπάρχουν αστυνομικοί που δεν είναι ψυχικά υγιείς, όπως εξάλλου και γιατροί, δημόσιοι υπάλληλοι και δάσκαλοι. Όλοι αυτοί, όμως, ούτε όπλα κουβαλάνε, ούτε απολαύουν της κρατικής προστασίας και ασυλίας.
Ρατσισμός και Ακροδεξιά στα σώματα ασφαλείας
Ο φυλετικός ρατσισμός είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας της αστυνομικής βίας. Η Ελλάδα δίνει ένα καλό παράδειγμα: Στα εκλογικά τμήματα που ψήφισαν ένστολοι, κυρίως στους Αμπελόκηπους όπου υπάρχουν ειδικοί εκλογικοί κατάλογοι για εργαζόμενους σε υπηρεσίες της ΓΑΔΑ, οι Σπαρτιάτες ήρθαν τρίτο κόμμα. Δεν κατεγράφησαν μεγέθη της τάξης του 45%-50% που είχε φτάσει η Χρυσή Αυγή, όμως έφτασαν μεταξύ του 10% και του 20%, πολύ υψηλό ποσοστό σε σχέση με τα γενικά ποσοστά του κόμματος.
Ο δομικός ρατσισμός είναι εγγενής στην Ευρώπη, όπου εξάλλου και γεννήθηκε και αποτέλεσε για αιώνες την ιδεολογική αιτιολόγηση για τη δουλεία, το Ολοκαύτωμα και την αποικιοκρατία. Πώς θα μπορούσε να εξαλειφθεί και μάλιστα στις τάξεις των ενστόλων, που σε μεγάλο βαθμό έχουν ως αφετηρία τους στην επιλογή επαγγέλματος εθνικιστικά πρότυπα και προκαταλήψεις;
Πέρα απ’ αυτό, όμως, καθένας μπορεί να πιάνει ένα όπλο και να φαντασιώνεται ότι είναι ο Ράμπο. Ιδιαίτερα υπό συνθήκες ελλιπούς εκπαίδευσης, αλλά και ατομικής αξιολόγησης. Τα κράτη τι κάνουν γι’ αυτό; Συνήθως, απολύτως τίποτε. Συγκαλύπτουν και βολεύονται.
Η Δημοκρατία είναι ένα σύστημα που συχνά υπονομεύει τον εαυτό του, επιτρέποντας σε κάθε είδους εξτρεμιστικά στοιχεία να δρουν στους κόλπους της. Όταν τα εξτρεμιστικά αυτά στοιχεία συγκεντρώνονται στις δυνάμεις ασφαλείας, έχουμε τον εχθρό στην πίσω πόρτα του σπιτιού μας. Συχνά και μέσα σε αυτό και μάλιστα οπλισμένο και με τη δύναμη να μας συλλάβει, να μας ταλαιπωρήσει ή και να μας σκοτώσει.
Το 2018 ένας Σλοβάκος επιχειρηματίας, ο Γιόζεφ Χόβενατς, συνελήφθη στο αεροδρόμιο Σαρλερουά των Βρυξελλών, επειδή «έκανε φασαρία σε μια πτήση της Ryanair». Κρατήθηκε και τρεις μέρες αργότερα πέθανε σε ένα νοσοκομείο της πόλης. Τέσσερα χρονιά αργότερα βγήκε στη δημοσιότητα ένα βίντεο που τον δείχνει δεμένο χειροπόδαρα, με μια κουβέρτα στο κεφάλι, να βασανίζεται από αστυνομικούς, ένας εκ των οποίων χαιρετάει ναζιστικά στην κάμερα.
Το 2017 στη Γαλλία και το 2018 στην Πορτογαλία, δύο διαφορετικές δημοσκοπήσεις έδειξαν ακριβώς το ίδιο πράγμα: Τα μέλη των δυνάμεων ασφαλείας στρέφονται όλο και πιο πολύ στα άκρα δεξιά. Στη Γερμανία, ένα άρθρο ανάλυσης για τη συμπεριφορά των ενστόλων ανέφερε πρόσφατα ότι «πολλές χώρες παλεύουν με τη διείσδυση της Ακροδεξιάς στις δυνάμεις ασφαλείας τους».
«Η αστυνομική βία και η παρουσία του ιδεολογικού εξτρεμισμού στα σώματα ασφαλείας των χωρών – μελών της Ε.Ε. είναι πολύ σοβαρά φαινόμενα, τα οποία απασχολούν όλους μας και χρειάζονται μεγαλύτερη προσοχή από την Ε.Ε.. Εάν δεν τα αντιμετωπίσουμε, θα έχουν πολύ σοβαρές και επιβλαβείς συνέπειες στις κοινωνίες μας. Η Ε.Ε. δεν πρέπει να εφαρμόζει διπλά στάνταρ όταν συμβαίνουν τέτοια περιστατικά. Δεν μπορούμε να κατηγορούμε τους άλλους κι εμείς να κάνουμε ότι δεν βλέπουμε όταν συμβαίνει στο σπίτι μας», είχε πει τότε ο Χριστιανοδημοκράτης Σλοβάκος ευρωβουλευτής Πίτερ Πόλακ, αντιπρόεδρος της Ομάδας για τον Ρατσισμό και τη Διαφορετικότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Η Ομάδα συχνά υπενθυμίζει στις εθνικές κυβερνήσεις της Ε.Ε. την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που εκδόθηκε μετά τον θάνατο του Φλόιντ στις ΗΠΑ και η οποία καλεί τα κράτη – μέλη να δημιουργήσουν ανεξάρτητα όργανα ελέγχου των δυνάμεων ασφαλείας. «Η δημοκρατική αστυνόμευση επιβάλλει να λογοδοτεί η αστυνομία για τις πράξεις της ενώπιον του νόμου, των δημοσίων Αρχών και του κοινού το οποίο υπηρετεί» λέει η απόφαση και συμπληρώνει: «Το βασικό προαπαιτούμενο για τη λογοδοσία αυτή είναι η δημιουργία αποτελεσματικών και ανεξάρτητων μέσων εποπτείας». Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όμως, δεν έχει τη δύναμη να επιβάλει την εφαρμογή των αποφάσεών του στις χώρες – μέλη.
Όπως δεν την έχει και ο ΟΗΕ, ο οποίος επίσης αποφάσισε να πει τα πράγματα με το όνομά τους. Μετά τη δολοφονία του Ναέλ, εκπρόσωπος του οργανισμού δήλωσε: «Αυτή είναι η στιγμή για να δούμε με σοβαρότητα τα βαθιά θέματα του ρατσισμού και των φυλετικών διακρίσεων στα σώματα ασφαλείας. Καλούμε τις κυβερνήσεις να επιβάλουν στους ενστόλους τον σεβασμό στις αρχές της νομιμότητας, της μη διάκρισης και της λογοδοσίας».
Το πρόβλημα της αστυνομικής βίας είναι διαχρονικό, όμως η ραγδαία αυξητική του τάση είναι ξεκάθαρα και πολιτικό ζήτημα. Με τη συνολική στροφή των ευρωπαϊκών χωρών προς τα δεξιά και την άνοδο των ακροδεξιών κομμάτων, το γεγονός ότι στους κόλπους των σωμάτων ασφαλείας δρουν πολλά ακροδεξιά στοιχεία και δρουν όλο και πιο απροκάλυπτα ουσιαστικά αντικατοπτρίζει τις γενικότερες τάσεις της κοινωνίας. Δεν είναι εύκολο σε μια «δημοκρατική» χώρα να προβείς σε μαζικές φυλετικές ή άλλες εκκαθαρίσεις, πρέπει να κρατάμε τα προσχήματα.
Σε κάθε δολοφονία μαύρου, Ρομά ή άλλου μειονοτικού από αστυνομικούς, πλέον οι κοινωνίες χωρίζονται ανοιχτά στα δύο, καταδεικνύεται ξεκάθαρα και στα social media αυτό: Υπάρχουν εκείνοι που φωνάζουν ή καίνε το σύμπαν, όπως στη Γαλλία, κι εκείνοι που σιωπηλά ή και λιγότερο σιωπηλά επικροτούν και συγκεντρώνουν χρήματα υπέρ του δολοφόνου αστυνομικού. Και κάπως έτσι η αστυνομική βία λειτουργεί σαν άλλοθι για την ικανοποίηση των τμημάτων εκείνων του εκλογικού σώματος που ενδεχομένως θα ήθελαν να βλέπουν μια τέτοια δολοφονία κάθε μέρα, μέχρι να «καθαρίσουν» οι κοινωνίες μας από κάθε ξένο σώμα. Γι’ αυτούς, ο δολοφόνος αστυνομικός είναι ήρωας και έκανε αυτό που θα όφειλαν να κάνουν τα σώματα ασφαλείας, να γίνουν τάγματα εκκαθάρισης.
Συνεπώς, μπορούμε να βγάζουμε ανακοινώσεις, να κάνουμε διαπιστώσεις, να γράφονται (όπως και συμβαίνει) άπειρα επιστημονικά άρθρα για τους τρόπους με τους οποίους θα έπρεπε να αναδιαρθρωθούν τα σώματα ασφαλείας, αλλά τελικά όλα αυτά δεν λένε απολύτως τίποτε εάν δεν υπάρχει πολιτική βούληση για εκδημοκρατισμό της αστυνομίας.
Κι αυτή δεν υπάρχει. Υπάρχει από τη μία πλευρά η δημοκρατία, που γίνεται όλο και πιο θεωρητική, και από την άλλη ο εκφασισμός, που γίνεται όλο και πιο πρακτικός. Υπάρχει ένας κανονικός κοινωνικός εμφύλιος πόλεμος και σε αυτόν κάθε πλευρά έχει τους στρατούς της.
Πρώτη δημοσίευση στην ΑΥΓΗ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ