Οι καταστρεπτικές πυρκαγιές του Ιουλίου στη Νότια (κυρίως) Ελλάδα αποτελεί μια υπενθύμιση των σοβαρών επιπτώσεων που έχουν οι συχνές πυρκαγιές στα δασικά οικοσυστήματα. Καθώς η κλιματική αλλαγή οδηγεί σε αυξανόμενη θερμοκρασία και ξηρασία που ευνοούν την εκδήλωση πυρκαγιών, κάποιες περιοχές βιώνουν επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές σε διαστήματα μικρότερα των 10 ετών ή και ακόμη λιγότερα.
Δημήτρης Σταυρακούδης
Χωρίς σημαντικές ανθρωπογενείς παρεμβάσεις, η συχνότητα των πυρκαγιών σε μεσογειακά δασικά οικοσυστήματα κυμαίνεται τυπικά μεταξύ 20 και 30 ετών, επιτρέποντας τον απαραίτητο χρόνο ανάκαμψης των οικοτόπων. Όμως οι τακτικές πυρκαγιές σε μειωμένα χρονικά διαστήματα προκαλούν σοβαρή υποβάθμιση αυτών των οικοσυστημάτων.
Στο Εργαστήριο Δασικής Διαχειριστικής και Τηλεπισκόπησης της Σχολής Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος ΑΠΘ, χαρτογραφούμε συστηματικά τις μεγάλες δασικές πυρκαγιές από το 2016 για τη Δασική Υπηρεσία και τα δασαρχεία της χώρας, στο πλαίσιο του Εθνικού Παρατηρητηρίου Δασικών Πυρκαγιών (ΕΠαΔαΠ) (https://epadap.web.auth.gr). Ακόμα και σε αυτό το μικρό σχετικά διάστημα, έχουν παρατηρηθεί αρκετές περιοχές που έχουν καεί πολλαπλές φορές, ιδιαίτερα σε περιοχές της Αττικής και γύρω από αυτήν, καθώς και στην Εύβοια. Η υπηρεσία θέασης καμένων εκτάσεων του ΕΠαΔαΠ είναι ελεύθερα προσβάσιμη στη διεύθυνση http://fmrsvm.for.auth.gr.
Αν και τα δάση έχουν αξιοσημείωτη ικανότητα ανανέωσης όταν τους δοθεί επαρκής χρόνος ανάκαμψης μεταξύ των πυρκαγιών, η ανθεκτικότητά τους έχει όρια. Όταν οι πυρκαγιές επαναλαμβάνονται σε μη φυσιολογικά σύντομα διαστήματα, τα οικοσυστήματα δεν μπορούν να ανακάμψουν πλήρως και η ζωτική βιοποικιλότητα μειώνεται. Για παράδειγμα, ένα πευκοδάσος μπορεί να χρειαστεί ως και 25 με 30 χρόνια για να καταστεί παραγωγικό. Υπάρχουν είδη Πεύκης που έχουν προσαρμοστεί σε καθεστώτα συχνών πυρκαγιών, αλλά και πάλι απαιτείται τουλάχιστον ένας χρόνος 10 με 15 ετών μέχρι τα δέντρα να μπορούν να παραγάγουν σπόρους. Έτσι, οι συχνές πυρκαγιές αυξάνουν τον κίνδυνο να μεταβληθεί η δομή του δάσους, καθώς οι ποικιλόμορφες ώριμες δενδρώδεις κοινότητες αντικαθίστανται από θαμνώδεις και χορτολιβαδικές εκτάσεις, προσαρμοσμένες στις συχνές πυρκαγιές. Επίσης, εισβλητικά φυτικά είδη εκμεταλλεύονται αυτές τις διαταραχές για να εδραιωθούν στην πληγείσα περιοχή.
Τα εδάφη υποβαθμίζονται σημαντικά καθώς το πολύτιμο οργανικό υλικό και η υγρασία μειώνονται από τις επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές, ενώ ο κίνδυνος διάβρωσης αυξάνεται σημαντικά. Οι λεκάνες απορροής υφίστανται επίσης σημαντικές βλάβες, με τα ρέματα να πλήττονται από την έντονη απορροή των γυμνών πλαγιών. Μία από τις πιο ανησυχητικές συνέπειες των επαναλαμβανόμενων πυρκαγιών είναι η απώλεια της βιοποικιλότητας. Αυτές οι πυρκαγιές μπορούν να καταστρέψουν κρίσιμους οικοτόπους για πολλά φυτικά και ζωικά είδη, οδηγώντας σε μειώσεις πληθυσμών και, σε ορισμένες περιπτώσεις, σε τοπικές εξαφανίσεις. Ο κατακερματισμός των οικοτόπων λόγω των πυρκαγιών μπορεί επίσης να δυσχεράνει τη μετακίνηση και τη ροή γονιδίων της άγριας ζωής, απειλώντας περαιτέρω την επιβίωσή τους.
Λόγω και των προσπαθειών κατάσβεσης από τον κατασταλτικό μηχανισμό, κάθε νέα πυρκαγιά οδηγεί σε συσσώρευση εύφλεκτων καταλοίπων, παρέχοντας ένα κατάλληλο περιβάλλον για τις επόμενες πυρκαγιές να ξεκινήσουν ευκολότερα. Η ένταση της φωτιάς σε ένα μεταπυρικό οικοσύστημα με χαμηλή βλάστηση μπορεί να είναι μικρότερη από αυτήν σε ένα ώριμο δάσος, εντούτοις ο ρυθμός διάδοσης της πυρκαγιάς μπορεί να γίνει εφάμιλλος ή και υψηλότερος, βάζοντας σε κίνδυνο γειτονικές δασικές περιοχές. Η συσσώρευση της καύσιμης ύλης σε συνδυασμό με τις ολοένα αυξανόμενες περιόδους ακραίων καιρικών συνθηκών λόγω της κλιματικής αλλαγής, οδηγούν σε όλο και πιο συχνά σε ακραίες δασικές πυρκαγιές / μέγα-πυρκαγιές[DS1] .
Σύμφωνα με τα κλιματικά μοντέλα, οι περίοδοι ακραίων μετεωρολογικών συνθηκών αναμένεται να γίνουν πιο συχνές τις επόμενες δεκαετίες. Θα πρέπει να στραφούμε προς βιώσιμες πρακτικές δασικής διαχείρισης, που θα είναι ταυτόχρονα προσαρμοσμένες στις συνθήκες που δημιουργεί η κλιματική αλλαγή και δυναμικά προσαρμόσιμες σε μελλοντικά πυρικά και κλιματικά καθεστώτα. Οι τεχνολογικές εξελίξεις στο πεδίο της τηλεπισκόπησης προσφέρουν νέα εργαλεία για την εκτίμηση κρίσιμων δασικών παραμέτρων, την ποσοτικοποίηση της καύσιμης ύλης, τον εντοπισμό των περιοχών υψηλού κινδύνου έναρξης πυρκαγιάς, την παρακολούθηση των άμεσων επιπτώσεων / καταστροφών της πυρκαγιάς και της μεσο-μακροπρόθεσμης επανεμφάνισης της βλάστησης. Σε κάθε περίπτωση, είναι σημαντικό να μην οδηγηθούμε σε σπασμωδικές ή αποσπασματικές αποφάσεις, αλλά να τεθεί ένα επιστημονικά υποστηριζόμενο μακροπρόθεσμο πλάνο δράσης με κεντρικό πυλώνα μία ισχυρή, στελεχωμένη και σύγχρονη Δασική Υπηρεσία, η οποία θα αξιοποιεί στο μέγιστο βαθμό τις επιστημονικές εξελίξεις. Και σε ένα τέτοιο σχέδιο, εξίσου σημαντικό (αν όχι σημαντικότερο) είναι η σαφής και αποδοτική επικοινωνία με το κοινό, ώστε τα άτομα να κατανοούν τα σωστά μέτρα πρόληψης και αντιμετώπισης.
Δημήτρης Σταυρακούδης
Ερευνητής Εργαστηρίου Δασικής Διαχειριστικής & Τηλεπισκόπησης ΑΠΘ
: