Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου του Σικάγο η συνολική επίπτωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε απώλεια χρόνου ζωής τής ανθρωπότητας έχει φτάσει να είναι μεγαλύτερη από την επίπτωση του καπνίσματος ή του αλκοόλ.
του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου*
Δυστυχώς όμως, υπογραμμίζει η έκθεση, η χρηματοδότηση των δράσεων εναντίον της ατμοσφαιρικής ρύπανσης εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει μόνο ένα μικρό κλάσμα των χρημάτων που διατίθενται για άλλες απειλές, πολύ λιγότερο θανατηφόρες, όπως αίφνης οι επιδημικές νόσοι.
Είναι αλήθεια ότι σε μερικές ευρωπαϊκές πόλεις, όπως το Λονδίνο και το Βερολίνο, λαμβάνονται τώρα ισχυρά μέτρα για τον περιορισμό της κυκλοφορίας των ΙΧ αυτοκινήτων και τη δημιουργία ζωνών εξαιρετικά χαμηλής ατμοσφαιρικής ρύπανσης, Ultra Low Emission Zones (ULEZ). Σε ένα μικρό τμήμα του κεντρικού Λονδίνου εισήχθη το 2019 μια τέτοια ζώνη, με την καθιέρωση ενός τιμήματος για την κυκλοφορία οχημάτων που προκαλούν μεγάλη ρύπανση, ζώνη που επεκτάθηκε περαιτέρω το 2021. Σύμφωνα με τον δήμαρχο του Λονδίνου Sadiq Khan η επέκταση θα περιορίσει τους θανάτους από ασθένειες που συνδέονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση και θα συμβάλλει στον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής. Ο δήμαρχος υπογράμμισε ότι η εισαγωγή της διευρυμένης ζώνης ήταν δύσκολη αλλά αναγκαία και θύμισε ότι αυτοί που ζούνε στις φτωχότερες περιοχές της πόλης είναι και οι εκτεθειμένοι στα υψηλότερα επίπεδα μόλυνσης.
Αυτό δεν συμβαίνει βέβαια μόνο στο Λονδίνο, αλλά και σε περιφερειακή και παγκόσμια κλίμακα. Οι φτωχοί (άνθρωποι, κοινωνικά στρώματα, περιοχές, κράτη) αντιμετωπίζουν και τους μεγαλύτερους πάσης φύσεως κινδύνους για την υγεία τους και έχουν τα λιγότερα μέσα να προστατευθούν. Η κατάσταση αυτή περιορίζει σοβαρά και όλες τις προσπάθειες αντιμετώπισης όλων των προβλημάτων, καθώς αυτοί που έχουν περισσότερα μέσα έχουν και λιγότερα προβλήματα, δηλαδή κίνητρα, ενώ αυτοί που έχουν περισσότερα προβλήματα (και κίνητρα να τα αντιμετωπίσουν) έχουν συχνά και λιγότερα μέσα να διαθέσουν στο να τα αντιμετωπίσουν!
Ασία και Αφρική
Η μόνη σχεδόν χώρα παγκοσμίως που έχει κάνει πολύ σημαντικές προόδους στην αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι η Κίνα, που ξεκίνησε βέβαια από πολύ υψηλά επίπεδα μόλυνσης. Είναι η δεκαετής καμπάνια της Κίνας εναντίον της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που επέτρεψε στις σχετικές με τη μόλυνση του αέρα παγκόσμιες στατιστικές να εμφανίσουν ελαφρά θετική εικόνα.
Αλλού όμως, όπως στις χώρες της Νότιας Ασίας (Ινδία, Μπαγκλαντές, Νεπάλ, Πακιστάν), την Ινδονησία και τη Νιγηρία, η κατάσταση είναι απολύτως δραματική.
Οι χώρες της ινδικής υποηπείρου αντιμετωπίζουν «κρίση ατμοσφαιρικής ρύπανσης», ενώ είναι και στην πρώτη γραμμή του κινδύνου από την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη. Δεν χρειάζονται ούτε επιστημονικές μελέτες, ούτε πολλή φαντασία για να αντιληφθεί κανείς ότι τα κράτη αυτά, από τα πολυπληθέστερα του πλανήτη, έχουν βάλει υποψηφιότητα για πάρα πολύ μεγάλες καταστροφές χωρίς ιστορικό προηγούμενο, αν οι σημερινές πολιτικές μονιμοποιηθούν και πάμε σε περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας.
Υποτιμημένη η απειλή για την υγεία
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση για την ποιότητα του αέρα («Air Quality Life Index (AQLI)») του Ινστιτούτου του Σικάγου, η μόλυνση του αέρα από μικρά σωματίδια, που προέρχονται από αυτοκίνητα, εργοστάσια, μεγάλες φωτιές και άλλες αιτίες, αποτελεί τη «μεγαλύτερη εξωτερική απειλή στη δημόσια υγεία». Αν ο κόσμος σεβόταν τα όρια που έχει θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), το προσδόκιμο ζωής των κατοίκων του πλανήτη θα αύξαινε κατά 2,3 χρόνια. Για λόγους σύγκρισης το προσδόκιμο ζωής της ανθρωπότητας λόγω καπνίσματος μειώνεται κατά 2,2 χρόνια (όχι ασφαλώς για κάθε καπνιστή που η πτώση είναι πολύ μεγαλύτερη γιατί για τον μέσο όρο υπολογίζονται όλοι οι άνθρωποι, καπνιστές και μη καπνιστές), ενώ λόγω κακής διατροφής παιδιών και μανάδων πέφτει κατά 1,6 χρόνια.
Τα μικροσωματίδια στην ατμόσφαιρα συνδέονται με πνευμονοπάθειες, καρδιοπάθειες, εγκεφαλικά και καρκίνους.
Ακόμα χειρότερα. Αν οι χώρες της Ασίας και της Αφρικής είναι οι περισσότερο πληττόμενες από την ατμοσφαιρική ρύπανση και τις συνέπειές της, είναι επίσης και αυτές όπου διατίθενται ελάχιστα, ασήμαντα κατ΄ ουσίαν κεφάλαια για τη μείωση της ρύπανσης, ή ακόμα και για την παρακολούθησή της, ενώ ασήμαντα είναι και τα κεφάλαια της «διεθνούς βοήθειας» που δέχονται αυτές οι χώρες για την ατμοσφαιρική ρύπανση (λιγότερο από 300.000 δολάρια για ολόκληρη την ήπειρο!).
Στο Μπαγκλαντές, τα μέσα επίπεδα μικροσωματιδίων PM2.5 είναι 74 mgr ανά κυβικό μέτρο. Οι κάτοικοι της χώρας θα ζούσαν 6,8 χρόνια παραπάνω αν κατέβαζαν τα επίπεδα στα όρια του ΠΟΥ (5 mgr ανά κυβικό μέτρο). Πάνω από δέκα χρόνια ζωής θα κέρδιζε ο μέσος κάτοικος της πρωτεύουσας της Ινδίας, του Νέου Δελχί, που θεωρείται η πιο μολυσμένη «μεγαπόλη» στον κόσμο με 126.5 mgr ανά κυβικό μέτρο.
Αντίθετα, αξιοσημείωση πρόοδο έχει κάνει η Κίνα με τον «πόλεμο στη μόλυνση» που εξαπέλυσε το 2014. Από το 2013 έως το 2021 η ατμοσφαιρική ρύπανση έπεσε κατά 42,3% κάτι που σημαίνει κέρδος 2,2 ετών ζωής κατά μέσο όρο.
Όλη η Νοτιοανατολική Ασία θεωρείται ζώνη πληττόμενη βαριά από την ατμοσφαιρική ρύπανση με το προσδόκιμο ζωής των κατοίκων της υπολογίζεται ότι είναι πάνω από δύο χρόνια μικρότερο από αυτό που θα ήταν σε περίπτωση που δεν υπήρχε αυτό το πρόβλημα. (Επισημαίνουμε ότι μιλάμε πάντα για μέσους όρους, κάτι που σημαίνει ότι η κατά τόπους επιβάρυνση της υγείας και μείωση του προσδόκιμου ζωής είναι πολύ μεγαλύτερη από τα νούμερα αυτά).
Ο κίνδυνος από τις πυρκαγιές
Στις Ηνωμένες Πολιτείες νομοθετικές πράξεις όπως η Clean Air Act helped βοήθησαν στη μείωση της μόλυνσης κατά 64,9% μετά το 1970, βοηθώντας τους Αμερικανούς να κερδίσουν 1,4 χρόνια. Τώρα όμως η αύξηση του αριθμού των πυρκαγιών δημιουργεί μεγάλες εξάρσεις της μόλυνσης του αέρα στις ΗΠΑ, τη Λατινική Αμερική και τη Νοτιοανατολική Ασία.
Και στη Δυτική Ευρώπη σημειώθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες πρόοδοι στην αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, όχι όμως στην Ανατολική Ευρώπη, που υποφέρει έντονα από το πρόβλημα. Η περισσότερο μολυσμένη χώρα όλης της ηπείρου είναι σήμερα η Βοσνία.
Και βεβαίως δεν έχει ακόμα μετρηθεί η τρομακτική και πολύπλευρη οικολογική καταστροφή λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, που επηρεάζει και όλη την Ευρώπη και επιταχύνει την κλιματική αλλαγή. Περιλαμβανομένης και της οικολογικής επιβάρυνσης από τη χρήση απεμπλουτισμένου ουρανίου που υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να εμφανισθεί εν τέλει στα σιτηρά που καταναλώνουμε στην Ευρώπη.
(*) Ο Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος είναι δημοσιογράφος