Ο ισχυρός σεισμός που σημειώθηκε στην περιοχή του Μαρακές συγκλόνισε όλο το Μαρόκο. Οι δονήσεις έγιναν αισθητές μέχρι τη Φεζ. Κανείς δεν κοιμήθηκε τη νύχτα της 8ης προς 9η Σεπτεμβρίου. Οι συγγενείς μου φοβόντουσαν να μείνουν στο σπίτι. Ήταν η αποκάλυψη. Ήταν το τέλος. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα κουνιούνται τα πάντα, αλλάζουν τα πάντα, πέφτουν τα πάντα, μαζί με τα κορμιά και τις ψυχές. Στο εξής τίποτα δεν θα είναι το ίδιο.
του Abdellah Taīa*
Οι Μαροκινοί είδαν τον θάνατο με τα μάτια τους. Και κατάλαβαν ότι είναι πιο ευάλωτοι από ποτέ. Εγκαταλελειμμένοι. Μόνοι. Τόσο μόνοι απέναντι στην ατελείωτη νύχτα και τις καταστροφικές της δυνάμεις.
Από το Σάββατο το πρωί άρχισαν να σκέφτονται τους άλλους, εκείνους που επλήγησαν περισσότερο. Και ήθελαν να εκφράσουν την αλληλεγγύη τους απέναντι σε αυτούς τους άλλους. Ο σεισμός έφερε όλη τη χώρα αντιμέτωπη με μια αλήθεια που δεν είναι πλέον δυνατόν να κρυφτεί: τις συνέπειες αυτής της τραγωδίας θα τις πληρώσουν οι πιο φτωχοί.
Από την πλατεία Τζεμάα Ελ-Φνα του Μαρακές, σηκώνοντας το κεφάλι, βλέπεις καθαρά το ξεχασμένο Μαρόκο, που ζει στη φτώχεια και την ανασφάλεια. Είναι οι χωρικοί που βλέπουν οι τουρίστες χωρίς πραγματικά να τους βλέπουν. Οι Βέρβεροι με τους οποίους τρελαίνονται να βγαίνουν φωτογραφία. Είναι τόσο ωραίοι, τόσο απλοί, τόσο γενναιόδωροι, τόσο αυθεντικοί. Δεν πρέπει με τίποτα να αλλάξουν. Άνθρωποι που έχουν μετατραπεί σε εξωτικά αντικείμενα. Εικόνες ενός αιώνιου Μαρόκου που αρέσει τόσο σε εκείνους που δεν θέλουν να ξεπεράσουν τις οριενταλιστικές τους φαντασιώσεις.
Στην Καζαμπλάνκα, στο Αγκαντίρ, στο Ραμπάτ, και αλλού, οι κάτοικοι οργανώνονται για να βοηθήσουν αυτούς τους ανθρώπους. Αυτοσχεδιάζουν όπως μπορούν. Όμως η αλληλεγγύη τους δεν είναι αρκετή. Το ξέρουν. Όλοι το ξέρουμε.
Η τραγωδία είναι ασύλληπτη. Δεν σταματάει να μεγαλώνει και να μεγαλώνει. Το ίδιο και η οργή. Στα βίντεο που κυκλοφορούν παντού, βλέπει κανείς απελπισμένους ανθρώπους να καταγγέλλουν ανοιχτά το κράτος. Διψάμε, πεινάμε, ζεσταινόμαστε και κρυώνουμε. Χάσαμε τα πάντα. Και κανείς δεν έρχεται να μας βοηθήσει. Γιατί;
Ακόμη και οι νεκροί μας είναι ακόμη κάτω από τα ερείπια. Το μόνο που θέλουμε είναι να τους θάψουμε με αξιοπρέπεια προτού τους φάνε τα σκυλιά και οι λύκοι. Κι εμείς Μαροκινοί είμαστε, έτσι δεν είναι; Κι εμείς χρειαζόμαστε βοήθεια, φροντίδα, παρηγοριά. Μη μας κάνετε ζητιάνους. Μη μας ξεχάσετε ξανά. Το μόνο που έχουμε τώρα είναι τη γη και τον ουρανό. Αλλά έχουμε κι εμείς δικαιώματα, έτσι δεν είναι;
Αυτός ο γέρος που τρέχει προς το μέρος ενός δημοσιογράφου από ένα μαροκινό σάιτ. Είσαι ο πρώτος που έρχεσαι να μας δεις, γιε μου. Κι αρχίζει να κλαίει. Τρέμει. Πέφτει. Ξανασηκώνεται. Δεν έχει πει τίποτα και είναι ήδη εξαντλημένος. Οδηγεί τον δημοσιογράφο στη νύφη του. Η γυναίκα είναι καθισμένη στο πάτωμα, κρατώντας ένα μωρό στην αγκαλιά της. Μοιάζει με την Ιζαμπέλ Ατζανί. Ο άντρας της εξαφανίστηκε. Πέθανε; Δεν ξέρει. Το μωρό της γεννήθηκε πριν από μια εβδομάδα, αλλά δεν έχει γάλα για να το θηλάσει αφού έχει να φάει τρεις μέρες.
Δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στο σπίτι, μπορεί από τη μια στιγμή στην άλλη να καταρρεύσει. Βλέπεις, αδελφέ μου; Γι’ αυτούς, εκεί ψηλά, είμαστε ήδη νεκροί. Αλλά δεν είναι αλήθεια. Έχουμε ακόμα μια καρδιά που χτυπά, ένα στομάχι που πεινάει, πεινάει πολύ. Και οι αδελφοί μας και οι αδελφές μας είναι κάτω από τα ερείπια.
(*) O Aμπντελλάχ Τάια είναι Μαροκινός συγγραφέας και σκηνοθέτης
(Πηγή: Le Monde)
- Δύο άνθρωποι επικοινώνησαν για πρώτη φορά μέσα από τα όνειρά τους
- Φαρμακευτικά φυτά «χρωματίζουν» υφάσματα και έχουν αντηλιακή προστασία
- Πέθανε η Αλέκα Τουμαζάτου
- Ποιές διασημότητες βρίσκονται στο πλευρό της Χάρις και του Τραμπ στην κούρσα για τον Λευκό Οίκο
- Ιράν, Ρωσία και Ομάν διεξάγουν ναυτικά γυμνάσια στον Ινδικό Ωκεανό