Οι πρόσφυγες που φτάνουν από τη νήσο Λαμπεντούζα θέλουν να μπουν στην ΕΕ, αλλά οι περισσότεροι δεν θέλουν να μείνουν στην Ιταλία. Η Ρώμη τους διευκολύνει σε αυτό από τότε που την εξουσία ανέλαβε η ακροδεξιά κυβέρνηση υπό την Τζόρτζια Μελόνι.
Οι περισσότεροι από τους μετανάστες μπορούν να κινηθούν προς τον ευρωπαϊκό βορρά χωρίς να έχουν πρώτα καταγραφεί. Η Γαλλία ανακοίνωσε ότι θα εντείνει την αστυνομική παρουσία κατά μήκος των γαλλο-ιταλικών συνόρων επειδή οι “μεταναστευτικές ροές από την Ιταλία” έχουν διπλασιαστεί, όπως ελέχθη.
Η Γερμανία από την πλευρά της διενεργεί δειγματοληπτικούς ελέγχους στα σύνορα με την Αυστρία, αλλά η υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέζερ από το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα απορρίπτει την αυστηροποίηση των μεθοριακών ελέγχων.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία της ΕΕ για το άσυλο, οι διαδικασίες ασύλου, όπως ορίζονται από τον κανονισμό του Δουβλίνου, πρέπει να γίνονται στα κράτη πρώτης υποδοχής, δηλαδή εκεί όπου οι αιτούντες άσυλο πατούν για πρώτη φορά το πόδι τους στο έδαφος της ΕΕ.
Όσοι όμως μετακινούνται σε άλλο κράτος-μέλος χωρίς άδεια, μπορούν να επιστραφούν στο κράτος πρώτης εισόδου. Όμως από τις αρχές του χρόνου η Ιταλία έχει μπλοκάρει πλήρως αυτόν τον κανονισμό. Κατόπιν αυτού και η Γερμανία αρνείται τώρα να βοηθήσει την Ιταλία σε εθελοντική επικαλούμενη την ευρωπαϊκή συμφωνία.
Πολλοί θέλουν να έρθουν στη Γερμανία
Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ασύλου, το ένα τρίτο του συνόλου των αιτήσεων που υποβάλλονται στην ΕΕ, τη Νορβηγία και την Ελβετία γίνεται στη Γερμανία. Από καιρό οι πόλεις και οι δήμοι κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, διότι όχι μόνο ξεπερνούν τις δυνατότητές τους για την παροχή στέγης στους πρόσφυγες, αλλά και οι δομές ένταξης είναι υπερφορτωμένες.
Σε εθνικό επίπεδο αυτή τη στιγμή υπάρχει έλλειψη περίπου 400.000 θέσεων σε σχολεία ημερήσιας φροντίδας και 14.000 εκπαιδευτικών. Σύμφωνα με το υπουργείο Εσωτερικών τον Αύγουστο ζούσαν περίπου 1,1 εκατομμύρια Ουκρανοί πρόσφυγες πολέμου στη Γερμανία.
Εκτός αυτών υπάρχουν και οι αιτούντες άσυλο. Τους πρώτους επτά μήνες του χρόνου το Ομοσπονδιακό Γραφείο Μετανάστευσης και Προσφύγων είχε λάβει περίπου 175.000 αρχικές αιτήσεις ασύλου. Μέχρι το τέλος Αυγούστου υπήρχαν ήδη περισσότερες από 200.000, δηλαδή αύξηση της τάξης του 77% από ό,τι την ίδια περίοδο πέρυσι. Ένα 70% των αιτούντων είναι άνδρες.
Σε καθεστώς ανοχής
Η εμπειρία δείχνει ότι μόνο σε ένα μικρό ποσοστό των ατόμων χορηγείται πράγματι άσυλο ως πολιτικά διωκόμενοι. Υπάρχουν όμως και άλλες μορφές προστασίας που παρέχουν μεν λιγότερα δικαιώματα αλλά δίνουν το δικαίωμα παραμονής.
Τέλος Ιουνίου 2023, περίπου 44.500 αναγνωρισμένοι ασυλούχοι ζούσαν στη Γερμανία, οι περισσότεροι από αυτούς προέρχονταν από την Τουρκία, τη Συρία και το Ιράν. Την ίδια στιγμή περίπου 755.000 άτομα με προσφυγική προστασία βάσει της Σύμβασης της Γενεύης ήταν εγγεγραμμένα στο Κεντρικό Μητρώο Αλλοδαπών προερχόμενα κυρίως από τη Συρία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Σχεδόν 280.000 αλλοδαποί υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα την ημέρα που προβλεπόταν από τα έγγραφα. Στους περισσότερους εξ αυτών είχε απορριφθεί η αίτηση για άσυλο. Οι περισσότεροι ωστόσο βρίσκονται σε καθεστώς ανοχής, πράγμα που σημαίνει ότι τους ζητήθηκε να εγκαταλείψουν τη χώρα, αλλά δεν μπορούν να απελαθούν “για πραγματικούς ή νομικούς λόγους”, λόγω μεγάλου κινδύνου για τη ζωή τους στις χώρες προέλευσης, άρνησης των χωρών προέλευσης να δεχτούν τους ανθρώπους, ασθένειας και πολλά άλλα.
Πώς ελέγχονται 3.900 χιλιόμετρα συνόρων;
Ο αριθμός των υπό απέλαση ανθρώπων, δηλαδή εκείνων που θα μπορούσαν πράγματι να απελαθούν άμεσα, ήταν περίπου 54.330 στα τέλη Ιουνίου. Όταν ανέλαβε τα καθήκοντά της η νέα τρικομματική κυβέρνηση είχε σχεδιάσει μια λεγόμενη “επίθεση επαναπατρισμού”. Το 2022, λίγο κάτω των 13.000 ατόμων θα μπορούσαν δυνητικά να απελαθούν, ενώ το πρώτο εξάμηνο του 2023 ήταν 7861.
Δεδομένου ότι οι απελάσεις είναι δύσκολες,οι πολιτικοί που ζητούν αλλαγή στη μεταναστευτική πολιτική επικεντρώνονται κυρίως στις εισόδους. Τα σχετικά αιτήματα προέρχονται και από το κόμμα των Φιλελευθέρων FDP που συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό.
“Πρέπει επιτέλους να σταματήσουμε την παράνομη μετανάστευση, να ελέγξουμε τη μετανάστευση. Διαφορετικά, θα επιβαρύνουμε υπερβολικά τα σχολεία μας και το κράτος πρόνοιας, μεταξύ άλλων, και θα οδηγήσουμε εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες σε αδιέξοδο χωρίς προοπτικές για εκπαίδευση και καλές θέσεις εργασίας”, δήλωσε ο γενικός γραμματέας του FDP, Μπιτζάν Τζιρ-Σαράι σε συνέντευξή του σε εφημερίδα. Αλλά πώς θα μπορούσε να περιοριστεί η είσοδος;
Η Γερμανία συνορεύει με εννέα κράτη της ΕΕ, το μήκος των συνόρων ανέρχεται συνολικά σε σχεδόν 3.900 χιλιόμετρα. Δεν γίνονται μόνιμοι συνοριακοί έλεγχοι. Ωστόσο, τα σύνορα “φυσικά” ελέγχονται “και μάλιστα πολύ έντονα και προς όλες τις κατευθύνσεις”, δήλωσε πρόσφατα σε συνέντευξή της η υπουργός Εσωτερικών Νάνσι Φέζερ.
Προς το παρόν, όπως τόνισε, η Γερμανία έχει επιτυχία στον εντοπισμό και την αποτροπή παράτυπων εισόδων, επίσης λόγω της καλής συνεργασίας με την αστυνομία και τις αρχές ορισμένων γειτονικών της χωρών.
“Αυτός είναι σίγουρα ο πιο επιτυχημένος τρόπος από ό,τι οι έλεγχοι σε μερικές οδικές διαβάσεις”. Σταθερή άποψη της Νάνσι Φέζερ είναι ότι το μεταναστευτικό ζήτημα δεν μπορεί να επιλυθεί σε εθνικό επίπεδο, αλλά μόνο σε ευρωπαϊκό.
Αυξάνονται οι λόγοι φυγής
Πάγιο αίτημα παραμένει η ισότιμη κατανομή των προσφύγων ανάμεσα σε χώρες της ΕΕ. Μια σημαντική επιτυχία σημειώθηκε τον Ιούνιο, όταν οι υπουργοί Εσωτερικών των 27 συμφώνησαν να μεταρρυθμίσουν το σύστημα ασύλου και να εισαγάγουν ταχείες διαδικασίες στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ για τους μετανάστες με μικρή προοπτική παραμονής τους στην ΕΕ.
Όμως η εφαρμογή είναι πιθανό να πάρει χρόνια. Το μεγαλύτερο εμπόδιο για τον περιορισμό της μετανάστευσης βρίσκεται στις ίδιες τις μεγαλύτερες χώρες προέλευσης των αιτούντων άσυλο. Υπάρχει εμφύλιος πόλεμος στη Συρία, οι Ταλιμπάν κυβερνούν στο Αφγανιστάν κι όλα αυτά δεν πρόκειται να αλλάξει στο εγγύς μέλλον. Τα ποσοστά αναγνώρισης των προσφύγων είναι πολύ υψηλά και στις δύο χώρες και όσοι καταφέρνουν να φτάσουν από εκεί στην Ευρώπη δεν μπορούν να σταλούν πίσω. Πολλοί πιστεύουν ότι οι πρόσφυγες επιδιώκουν να έρθουν στη Γερμανία για τα υψηλά κοινωνικά βοηθήματα.
Σε ευρωπαϊκή σύγκριση βρίσκονται σε υψηλά ποσοστά, αλλά σύμφωνα με έκθεση της επιστημονικής υπηρεσίας της Μπούντεσταγκ, οι παροχές είναι παρόμοιες με εκείνες της Γαλλίας και της Αυστρίας. Υπάρχει όμως μια ιδιαιτερότητα. Όλοι, ακόμη κι αν είναι υποχρεωμένοι να εγκαταλείψουν τη χώρα, παίρνουν χρήματα. Το κρατίδιο της Βαυαρίας θέλει τώρα να το αλλάξει. Ο πρωθυπουργός Μάρκους Ζέντερ, ο οποίος αντιμετωπίζει κρίσιμες εκλογές στο κρατίδιό του τον Οκτώβριο, ανακοίνωσε ότι όσοι πρόσφυγες, οι αιτήσεις των οποίων απορρίφθηκαν στη Βαυαρία, θα λαμβάνουν στο μέλλον παροχές μόνο σε είδος. Επιπλέον, ο Ζέντερ ζητά να μειωθεί ριζικά η οικονομική στήριξη των προσφύγων.
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου
Πηγή: Deutsche Welle