Το πιο σημαντικό αλλά και το λιγότερο κοστοβόρο εργαλείο που διαθέτει η πολιτεία ώστε να μετριαστούν οι επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών αποτελεί η πρόληψη, όπως τονίζει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο επίκουρος καθηγητής Φυσικών καταστροφών στο ΕΚΠΑ, Μιχάλης Διακάκης, στο πλαίσιο της Διεθνούς Ημέρας για τη Μείωση του Κινδύνου των Καταστροφών.
«Σε γενικές γραμμές τα κράτη και οι κοινωνίες που έχουν πάθει, έχουν μία τάση να επενδύουν περισσότερο στην πρόληψη. Φαίνεται ότι πρώτα παθαίνουμε και μετά σκεφτόμαστε ότι η πρόληψη είναι ένας καλός τρόπος. Η πρόληψη είναι το πιο σημαντικό εργαλείο και το πιο φθηνό εργαλείο. Αποφεύγουμε πολύ μεγάλα κόστη και απώλειες, σε ανθρώπινες ζωές, σε περιβάλλον, σε περιουσίες και σε χρήματα όταν επενδύουμε στην πρόληψη», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Διακάκης.
Σύμφωνα με τον κ. Διακάκη η Ελλάδα και η περιοχή στην οποία βρίσκεται έχει πολύ πλούσιο ιστορικό από φυσικές καταστροφές όλων των ειδών. «Ζούμε σε έναν τόπο που το κλίμα έχει πολύ έντονη δυναμική και επομένως και στο παρελθόν αλλά ακόμη περισσότερο σήμερα βλέπουμε πολύ καταστροφικές πλημμύρες, πυρκαγιές, καταιγίδες, κατολισθήσεις και πολλά άλλα φαινόμενα τα οποία σχετίζονται πάρα πολύ με το γενικότερο κλίμα και τα οποία αυτή την περίοδο μας ανησυχούν περισσότερο διότι υπάρχει μία γενικότερη αστάθεια στο κλίμα λόγω της κλιματικής κρίσης», επισημαίνει και προσθέτει ότι σύμφωνα με τα πρώτα δεδομένα φαίνεται, ότι τα ακραία αυτά φαινόμενα έρχονται ολοένα και πιο συχνά.
«Ένας παράγοντας που τα βλέπουμε πιο συχνά είναι η κλιματική κρίση. Ένας δεύτερος παράγοντας που βλέπουμε ολοένα και πιο καταστροφικά φαινόμενα είναι η επέκταση του πληθυσμού, η επέκτασή μας σαν κοινωνίες μέσα στα πεδία τα πλημμυρικά, τους χώρους δηλαδή που η φύση έχει προγραμματίσει να εκδηλώνονται αυτές οι καταστροφές καθώς επίσης και η επέκτασή μας σε αυτό που λέμε ζώνες μίξης δασών – οικισμών», τονίζει ο κ. Διακάκης και υπογραμμίζει ότι όλα αυτά σε συνδυασμό με διάφορες διεργασίες που κάνει ο άνθρωπος οδηγούν στην αύξηση τέτοιων καταστροφικών φαινομένων.
«Όλα αυτά μαζί μας οδηγούν στο να έχουμε και πιο συχνά καταστροφές αλλά και πιο υψηλής έντασης καταστροφές με την έννοια της δριμύτητας των ζημιών, καταστροφές δηλαδή με υψηλότερη δριμύτητα από πλευράς επιπτώσεων», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Διακάκης και προσθέτει ότι υπάρχει μία γενικότερη τάση να πληθαίνουν τα ακραία φαινόμενα που επιφέρουν σοβαρές ζημιές για το οποίο ωστόσο όπως επισημαίνει δεν ευθύνεται μόνο η κλιματική κρίση αλλά «και η παρέμβαση του ανθρώπου με άτσαλο τρόπο στη φύση και η παρουσία του στις ζώνες κινδύνου».
Ερευνώντας τις φυσικές καταστροφές και αναλύοντας τον κίνδυνο και τη διαχείριση και την πρόληψη των καταστροφών και των ακραίων καιρικών φαινομένων ο κ. Διακάκης τονίζει ότι χρειάζεται να χρησιμοποιηθούν όλα τα εργαλεία τα οποία μέχρι στιγμής διαθέτουν. «Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να πάμε και στη μικρή κλίμακα, δηλαδή στο να κάνουμε ένα σωστό αντιπλημμυρικό, θα πρέπει να πάμε και σε παρεμβάσεις όπως η εκπαίδευση του κόσμου, η εκπαίδευση των στελεχών της Πολιτικής Προστασίας, οι θεσμικές παρεμβάσεις αλλά θα πάμε και σε ευρύτερης κλίμακας παρεμβάσεις, που είναι να μειώσουμε τις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα που χωρίς αυτή την παρέμβαση που πρέπει να γίνει σε ευρύτερο παγκόσμιο επίπεδο και για πολλά χρόνια δεν θα μπορέσουμε να άρουμε τα προβλήματα με το κλίμα. Οπότε η λύση δεν έρχεται μέσα από μια επιλογή και από μία κοινωνική ομάδα. Είναι θέμα παγκόσμιο και ελληνικό και τοπικό. Όλοι πρέπει να δράσουμε και ξεκινάει και από τον πολίτη ο οποίος θα πρέπει κι αυτός να προσαρμοστεί», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Σύμφωνα με τον κ. Διακάκη η λήψη μέτρων από τους πολίτες και η προσαρμογή τους στην κατάσταση που διαμορφώνεται μπορεί να κάνει τη διαφορά ακόμα και με πολύ μικρές αλλαγές.
«Μικρές αλλαγές που φαίνονται ανώδυνες όταν τις κάνεις πριν την καταστροφή αλλά όταν γίνει βλέπουμε ότι μπορεί να έχουν πολύ σοβαρές επιπτώσεις, προσαρμογές οι οποίες μπορούμε να γίνουν με ένα μικρό κόστος τις περισσότερες φορές έχουν όμως πολύ μεγάλη σημασία όταν τις κάνουν οι πολίτες στο πώς αποκρινόμαστε σαν κοινωνία σε μία φυσική καταστροφή», υπογραμμίζει.
Παράλληλα όπως εξηγεί χρειάζεται καλύτερη διασύνδεση της πολιτείας με την επιστήμη ώστε τα επιστημονικά αποτελέσματα και δεδομένα να φτάνουν στα χέρια της πολιτείας με πιο άμεσο τρόπο.
«Δεν είναι ένα εύκολο στοίχημα ούτε για την επιστήμη ούτε για την πολιτεία. Είναι αρκετά περίπλοκο. Οι φυσικές καταστροφές σχεδόν παντού είναι σε έξαρση με εξαίρεση κάποιες ζώνες. Υπάρχουν τεχνολογικά εργαλεία, πρέπει να δοθεί η μάχη, πρέπει να το παλέψουμε κι εκείνο που πρέπει να συμβεί είναι η Πολιτεία όσο μπορεί να έχει καλύτερη διασύνδεση με την επιστήμη ώστε τα επιστημονικά αποτελέσματα να καταναλώνονται, να έρχονται στα χέρια της πολιτείας με πιο άμεσο τρόπο», αναφέρει χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι υπάρχουν τα εργαλεία εκείνα όπου μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον μετριασμό των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών «Χωρίς τις προσαρμογές μας δεν μπορούμε να τις μετριάσουμε», επισημαίνει και προσθέτει ότι όλα τα εργαλεία σε μακροχρόνιο επίπεδο, σε μακροχρόνια βάση, μέσα από μακροχρόνιες πολιτικές μπορεί να φέρουν θετικό αποτέλεσμα. «Όχι να εξαφανίσουμε αλλά να μετριάσουμε τον κίνδυνο στο πλαίσιο του να φτιάξουμε κοινωνίες, πόλεις, υποδομές με υψηλότερη ανθεκτικότητα», υπογραμμίζει ο κ. Διακάκης.
Αναφορικά με την εκδήλωση των μεταπυρικών φαινομένων, όπως κατολισθήσεις, λασπορροές και πλημμύρες, ο κ. Διακάκης τονίζει ότι «προτεραιότητα σε ό,τι αφορά τον κίνδυνο έχουν οι καμένες περιοχές του φετινού καλοκαιριού με κύρια την Ρόδο και την Αττική, η οποία έχει υποστεί πάρα πολλές πυρκαγιές την τελευταία 7ετια, 8ετια και έχει αλλάξει συνολικά το περιβάλλον της. Χρειάζεται μία γενικότερη επαναξιολόγηση του τι πλημμύρες περιμένουμε και τι κατολισθήσεις όταν έχουμε τόσες πολλές πυρκαγιές, αλλά από εκεί και πέρα και στα υπόλοιπα μέρη ανάλογα φυσικά που θα εκδηλωθούν ακραία καιρικά φαινόμενα είναι πολύ πιθανόν να έχουμε καταστροφές. Είχαμε επικεντρώσει το ενδιαφέρον μας στις καμένες περιοχές αλλά είδατε ότι η κακοκαιρία Daniel έπληξε τη Θεσσαλία», σημειώνει.
Τέλος τονίζει ότι φαινόμενα όπως οι κακοκαιρίες «Daniel» και «Elias» φαίνεται με βάση τα στατιστικά να μην ήταν καθημερινές περιπτώσεις αλλά κάτι ακραίο. «Με βάση τα στατιστικά που έχουμε δεν φαίνεται ότι ο “Daniel” και ο “Elias” ήταν καθημερινές περιπτώσεις, ήταν κάτι πολύ ακραίο. Υπάρχει ωστόσο το ερωτηματικό και στην επιστημονική κοινότητα πώς θα κινηθεί το κλίμα, Κανείς δεν μπορεί με απόλυτη σιγουριά να πει ότι θα είναι έτσι. Αυτό που η επιστημονική κοινότητα έχει εξηγήσει σε όλους τους τόνους είναι ότι τα ακραία φαινόμενα θα έρχονται όλο και πιο συχνά. Κι υπάρχει ακόμη μπροστά μας κι άλλο χρονικό διάστημα στο οποίο αυτό θα χειροτερεύει. Επομένως δεν θα είναι σε κάθε βροχή αλλά θα το βλέπουμε συχνά, δυστυχώς, όχι στον ίδιο τόπο, σε διαφορετικούς τόπους αλλά σίγουρα θα το βλέπουμε και ειδικά στη Μεσόγειο, η οποία είναι μία περιοχή πολύ ευαίσθητη στην κλιματική αλλαγή», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Διακάκης.