Χθες το βράδυ είδα το Nyad, το οποίο είναι μια εντελώς αληθινή ιστορία και με πέτυχε και στη μάλλον πολύ σωστή φάση.
Η ταινία αφηγείται την ιστορία της Νταιάνα Νίαντ, η οποία σε ηλικία 64 ετών, κολύμπησε σερί το 2013 τα 180 χιλιόμετρα από την Κούβα στη Φλόριντα, σε 53 ώρες. Ήταν η πέμπτη της απόπειρα και είναι κάτι που δεν έχει κατορθώσει κανένας άλλος άνθρωπος στον πλανήτη.
Να σταθώ λίγο στις ερμηνείες της Ανέτ Μπένινγκ και της Τζόντι Φόστερ. Το ξέραμε ότι είναι καλές ηθοποιοί, σ’ αυτήν ταινία όμως, στα 65 και 60 τους αντίστοιχα, ξεπερνούν κάθε όριο, ειδικότερα η Μπένινγκ. Τη βλέπεις και δεν μπορείς να πιστέψεις πόσο και πόσο εύκολα τσαλακώνεται και ξεδιπλώνει στην οθόνη τον εντελώς ανεπιτήδευτο, μεγαλωμένο εαυτό της.
Σε αντίθεση με την Φόστερ, που δεν έπαιξε ποτέ το ρόλο της «ωραίας» (με την εξαίρεση του «Ταξιτζή» ίσως), η Μπένινγκ υπήρξε και «μοιραία» γυναίκα.
Τι συμβαίνει στις «μοιραίες» και «ωραίες» μεγαλώνοντας;
Η Μπένινγκ δίνει μια πολύ ξεχωριστή απάντηση στην ταινία αυτή: Οι άνθρωποι -λίγοι άνθρωποι- μπορούν να παραμένουν εκθαμβωτικά όμορφοι όταν το πρόσωπό τους γεμίζει ρυτίδες και το σώμα τους «κρεμμάει».
Όχι επειδή το αποφασίζουν, αλλά περισσότερο επειδή αδιαφορούν. Την κοιτούσα στην ταινία και μετά τα πρώτα 30 δευτερόλεπτα είχα ξεχάσει πώς ήταν νεώτερη. Η Μπένινγκ κατάφερε το σχεδόν ακατόρθωτο: Όχι να μην βλέπεις την εξωτερική της εμφάνιση, αλλά να τη βλέπεις με ένα φίλτρο που δεν έχει καμία σχέση με όσα ξέρουμε ως τώρα περί ομορφιάς.
Είναι η εσωτερική λάμψη; Η απίστευτη αποφασιστικότητα που πρέπει να βγάλει για να ερμηνεύσει την ηρωίδα της;
Όχι.
Αυτά είναι μια άλλη, όχι και τόσο όμορφη ιστορία.
Η Νίαντ υπήρξε αστέρι της κολύμβησης ως νέα, μεγάλωσε με την πίεση της τελειότητας, τόσο από τον ελληνικής καταγωγής πατέρα της (ο οποίος εγκατέλειψε κάποια στιγμή την οικογένεια), όσο και από τον προπονητή της.
Ο προπονητής της την κακοποιούσε σεξουαλικά από τα 14 και για αρκετά χρόνια. Όπως και άλλες κοπέλες της ομάδας της. Το σκάνδαλο βγήκε στη δημοσιότητα κάποια στιγμή, η Νίαντ μίλησε πολλές φορές γι αυτό, αλλά προφανώς δεν το ξεπέρασε ποτέ.
Όταν αποφάσισε να επιχειρήσει τον άθλο των 180 χιλιομέτρων, είπε ότι η κακοποίηση αυτή τής έδωσε το πείσμα για να μπορέσει να το κάνει.
Το βλέπεις ξεκάθαρα στην ταινία, όπως το βλέπεις και στα βίντεο της πραγματικής Νταιάνα Νίαντ: Η ιστορία της δεν είναι μια ιστορία τρομερών επιτευγμάτων και ανθρώπινης αποφασιστικότητας και όλα αυτά τα πολύ motivational και ανεβαστικά.
Είναι μια ιστορία τραύματος.
Υπάρχουν τόσοι τρόποι να ξεπερνάει κανείς τα τραύματά του, όσοι υπάρχουμε και άνθρωποι. Υπάρχουν και κάποιοι πιο γενικευμένοι τρόποι, όμως, και η φανατική προσήλωση σε έναν στόχο είναι ένας από αυτούς.
Η Νίαντ δεν κολυμπάει για να κολυμπήσει. Κολυμπάει για να δώσει ένα νόημα στη ζωή της, να μπουστάρει η ίδια την πίστη της στον εαυτό της. Δεν δέχεται το «δεν γίνεται» από κανέναν, της είναι ξένο.
Κολυμπάει σαν να εξαρτάται η ζωή της από αυτό και πράγματι εξαρτάται.
Διότι αν δεν κολυμπήσει στη γεμάτη καρχαρίες και ρεύματα και τα χίλια μύρια όσα θάλασσα, θα πνιγεί σε κάτι πολύ πιο επικίνδυνο: Στην αυτολύπηση και το τεράστιο κενό που έχει μέσα της.
Οι περισσότεροι αυτό παθαίνουν. Κάποιοι όχι.
Κάποιοι κολυμπάνε, άλλοι τρέχουν, άλλοι ζωγραφίζουν, άλλοι ταξιδεύουν, άλλοι γράφουν, άλλοι παλεύουν μόνοι τους κι άλλοι με παρέα. Η μάχη αυτή είναι γενικά πάρα πολύ μοναχική, δεν είναι εύκολο να τις μοιραστείς τις εσωτερικές σου θαλασσοταραχές.
Δίπλα στη Νίαντ υπήρχε μια ομάδα 35 ανθρώπων που τη φρόντιζαν με πολλή αγάπη και αυταπάρνηση, αλλά η ίδια ήταν μόνη μέσα στο νερό, απλωτή μετά την απλωτή επί 53 ώρες. Της μιλούσαν, την τάιζαν, την κρατούσαν ασφαλή, αλλά απαγορευόταν να την ακουμπήσουν, ή να ανέβει στη βάρκα.
Δεν γίνεται αλλιώς.
Απέναντι στο κύμα είσαι ολομόναχος. Όμως, αν είσαι αρκετά τυχερός, υπάρχουν κάποια αόρατα χέρια που σε κρατάνε για να μην πνιγείς.
Μέσα στο μυαλό σου υπάρχουν, εκεί γίνονται όλα.
Το σκεφτόμουν χτες, πριν δω την ταινία, πολύ συχνά τον τελευταίο καιρό παρατηρώ τους ανθρώπους εδώ, αυτά που γράφουν και σκέφτομαι ότι αρκετοί από αυτούς φωνάζουν «βοήθεια», χωρίς να το ξέρουν και οι ίδιοι. Τούς εύχομαι σιωπηρά να έχουν, ή να βρουν την «ομάδα» που θα τους κρατήσει πάνω από την επιφάνεια.
Επειδή φτάνεις σε κάποιο σημείο που δεν χωράει τίποτε άλλο κάτω απο το χαλάκι, πόσα να κρύψει πια κι αυτό; Είναι εκεί που το κύμα σε πιάνει τελικά, έχει γιγαντωθεί όλα αυτά τα χρόνια που το αγνοείς, και είσαι εσύ κι αυτό· καταμέτωπα.
Είναι η ώρα να κολυμπήσεις για να μην πνιγείς.
Άμα έχεις ένα αόρατο χέρι να σε κρατάει, ακόμη καλύτερα.
Το Nyad είναι στο Netflix.
Το κύμα είναι κάπου πίσω από την επόμενη γωνία.
(Αναδημοσίευση από το Facebook)