Ας σταματήσουμε τους ευσεβείς πόθους και ας αντιμετωπίσουμε τησκοτεινή πραγματικότητα: Ένας ξεκάθαρος δρόμος προς τη δικτατορία στις Ηνωμένες Πολιτείες γίνεται διαρκώς πιο σύντομος. Σε 13 εβδομάδες, ο Ντόναλντ Τραμπ θα έχει κλειδώσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων. Ο Τραμπ προηγείται με 47 μονάδες από τον δεύτερο. Η ιδέα ότι είναι μη εκλέξιμος στις γενικές εκλογές είναι ανοησία – έχει τα ίδια ποσοστά ή προηγείται του Μπάιντεν σε όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις.
Αναλυτικά το άρθρο του Ρόμπερτ Κέϊγκαν στην Washington Post
Εδώ και πολλούς μήνες ζούμε σε έναν κόσμο αυταπάτης, πλούσιο σε φανταστικές δυνατότητες. Ίσως θα κερδίσει το χρίσμα ο Ντε Σάντις ή ίσως η Χάλεϊ. Ίσως οι μυριάδες κατηγορίες κατά του Τραμπ να τον κάνουν ανεπιθύμητο για τους Ρεπουμπλικάνους μεσοαστούς. Τέτοιοι ευσεβείς πόθοι μας έκαναν να παρασυρθούμε παθητικά, να κάνουμε τις δουλειές μας ως συνήθως, να μην αναλάβουμε δράση για να αλλάξουμε πορεία, με την ελπίδα και την προσδοκία ότι κάτι θα συμβεί. Όπως οι επιβάτες σε ένα ποταμόπλοιο, γνωρίζαμε από καιρό ότι υπάρχει ένας καταρράκτης μπροστά μας, αλλά πιστέψαμε ότι θα βγούμε στην όχθη προτού φτάσουμε εκεί. Τώρα όμως αυτά που πρέπει να γίνουν για να φτάσουμε στην όχθη φαίνονται όλο και πιο δύσκολα, αν όχι εντελώς αδύνατα.
Αν δεν γίνει κάποιο θαύμα, ο Τραμπ σε λίγο θα είναι σίγουρα ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρία και το κόμμα θα συνταχθεί πίσω του. Τότε δεν θα είναι μόνο κυρίαρχος στο κόμμα του αλλά στο επίκεντρο της προσοχής όλων. Ήδη τα σημαντικότερα μέσα ενημέρωσης ενώνουν τις δυνάμεις τους με τους δικηγόρους του Τραμπ για να εξασφαλίσουν τηλεοπτική κάλυψη της ομοσπονδιακής ποινικής δίκης του στη Ουάσιγκτον. Ο Τραμπ σκοπεύει να τη χρησιμοποιήσει για να ενισχύσει την υποψηφιότητά του και να δυσφημήσει το αμερικανικό δικαστικό σύστημα ως διεφθαρμένο — και τα μέσα ενημέρωσης, που εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα, θα τον βοηθήσουν να το κάνει.
Έτσι ο Τραμπ θα αρχίσει την προεκλογική εκστρατεία με μεγάλη δυναμική. Ισχύει το ίδιο για τον Μπάιντεν; Είναι πιθανό να αυξηθεί η δύναμή του τους επόμενους μήνες; Το κόμμα του θα ενωθεί γύρω του, ενώ χάνει διαρκώς έδαφος ανάμεσα στους μαύρους και τους νεότερους ψηφοφόρους και είναι πιθανό άλλοι από τον ευρύτερο πολιτικό του χώρο να είναι υποψήφιοι με τρίτο κόμμα ή ως ανεξάρτητοι;
Ο Μπάιντεν δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η εκλογή του αντιπάλου του θα είναι ένα άλμα στο άγνωστο. Ελάχιστοι Ρεπουμπλικάνοι θεωρούν ότι η προεδρία Τραμπ ήταν είτε αφύσικη είτε αποτυχημένη. Στην πρώτη του θητεία, οι «ενήλικες» γύρω του όχι μόνο εμπόδισαν μερικές από τις πιο επικίνδυνες παρορμήσεις του αλλά και τις κράτησαν κρυφές από το κοινό. Μέχρι σήμερα, ορισμένοι από αυτούς τους ίδιους αξιωματούχους σπάνια μιλούν δημόσια εναντίον του. Γιατί οι Ρεπουμπλικάνοι ψηφοφόροι να έχουν πρόβλημα με τον Τραμπ, αν δεν έχουν αυτοί που τον υπηρέτησαν;
Ο Τραμπ έχει ένα ακόμα πλεονέκτημα. Η κυρίαρχη διάθεση των πολιτών, λιγότερο από ένα χρόνο πριν τις εκλογές, είναι η αποστροφή προς το δικομματικό πολιτικό σύστημα γενικότερα. Οι Ρεπουμπλικάνοι ίσως είναι υπεύθυνοι για τη δυσλειτουργία της Ουάσιγκτον και μπορεί να πληρώσουν το τίμημα για αυτό σε άλλες εκλογικές μάχες. Αλλά ο Τραμπ ωφελείται από τη δυσλειτουργία γιατί είναι αυτός που προσφέρει μια απλή λύση: Τον εαυτό του. Σε αυτές τις εκλογές είναι ο μόνος υποψήφιος που υποστηρίζει ότι θα χρησιμοποιήσει την άνευ προηγουμένου εξουσία του προέδρου «για να γίνουν πράγματα» και ας πάνε στο διάολο οι κανόνες. Όλο μεγαλύτερος αριθμός Αμερικανών και από τις δύο πλευρές ισχυρίζεται ότι αυτό θέλει. Ο Τραμπ πηγαίνει ενάντια στο σύστημα. Ο Μπάιντεν είναι η ζωντανή ενσάρκωση του συστήματος. Το πλεονέκτημα το έχει ο Τραμπ.
Αυτό μας φέρνει στις δικαστικές μάχες του Τραμπ. Αναμφίβολα θα προτιμούσε να είναι υποψήφιος χωρίς να πρέπει να αφιερώνει τον περισσότερο χρόνο του για να αποφύγει τη φυλακή. Ωστόσο, στην αίθουσα του δικαστηρίου τους επόμενους μήνες ο Τραμπ θα κάνει επίδειξη της δύναμης που έχει απέναντι στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Τα δικαστήρια ή το κράτος δικαίου δεν θα περιορίσουν τον Τραμπ. Η δύναμη του Τραμπ προέρχεται από τους οπαδούς του, όχι από τους θεσμούς και οι αφοσιωμένοι ψηφοφόροι του τον αγαπούν ακριβώς επειδή ξεπερνά τα όρια.
Και απλώς περιμένετε μέχρι να αρχίσουν να έρχονται οι ψήφοι. Θα βάλουν οι δικαστές στη φυλακή, για περιφρόνηση του δικαστηρίου, έναν Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο; Μόλις γίνει σαφές ότι δεν θα το κάνουν, τότε η ισορροπία ισχύος στην αίθουσα του δικαστηρίου και στη χώρα γενικότερα, θα μετατοπιστεί και πάλι προς τον Τραμπ. Το πιθανότερο αποτέλεσμα θα είναι να καταδειχθεί η αδυναμία του δικαστικού μας συστήματος να συγκρατήσει κάποιον σαν τον Τραμπ. Το να κατηγορείς τον Τραμπ ότι προσπάθησε να ανατρέψει την κυβέρνηση θα αποδειχθεί παρόμοιο με το να κατηγορείται ο Καίσαρας επειδή πέρασε τον Ρουβίκωνα. Όπως ο Καίσαρας, ο Τραμπ ασκεί επιρροή που υπερβαίνει τους νόμους και τους θεσμούς της κυβέρνησης, βασισμένος στην ακλόνητη προσωπική πίστη του στρατού των οπαδών του.
Τα αναφέρω όλα αυτά για να απαντήσω σε μια απλή ερώτηση: Μπορεί ο Τραμπ να κερδίσει τις εκλογές; Η απάντηση, εκτός κι αν συμβεί κάτι ριζικό και απρόβλεπτο, είναι: Φυσικά και μπορεί. Αν δεν ήταν έτσι, το Δημοκρατικό Κόμμα δεν θα βρισκόταν σε πανικό.
Εάν ο Τραμπ όντως κερδίσει τις εκλογές, θα γίνει αμέσως το πιο ισχυρό άτομο που κατείχε ποτέ αυτό το αξίωμα. Όχι μόνο θα ασκήσει την τρομερή ισχύ της αμερικανικής εκτελεστικής εξουσίας, αλλά θα το κάνει με τους λιγότερους περιορισμούς από κάθε πρόεδρο, λιγότερους ακόμη και από την πρώτη του θητεία. Τι περιορίζει αυτές τις εξουσίες; Η πιο προφανής απάντηση είναι οι θεσμοί της δικαιοσύνης – τους οποίους ο Τραμπ, με την ίδια του την εκλογή, θα έχει αψηφήσει και θα έχει αποδείξει ότι είναι ανίσχυροι.
Θα μπορεί να τον σταματήσει το Κογκρέσο; Οι πρόεδροι μπορούν να καταφέρουν πολλά αυτές τις μέρες χωρίς την έγκριση του Κογκρέσου, όπως απέδειξε ακόμη και ο Μπαράκ Ομπάμα. Ο μόνος έλεγχος που έχει το Κογκρέσο σε έναν αδίστακτο πρόεδρο, δηλαδή η παραπομπή και η καταδίκη, έχει ήδη αποδειχθεί σχεδόν αδύνατη – ακόμη και όταν ο Τραμπ δεν ήταν πλέον πρόεδρος και ασκούσε σχετικά μικρή επιρροή στο κόμμα του.
Έχοντας απαντήσει εάν ο Τραμπ μπορεί να κερδίσει, μπορούμε τώρα να στραφούμε στο πιο επείγον ερώτημα: Θα μετατρέψει την προεδρία του σε δικτατορία; Πολύ πιθανόν.
Μετά από μια εκλογική νίκη θα μπορεί να εξαπολύσει την οργή του για να εκδικηθεί τους αντιπάλους του, τους «κομμουνιστές, μαρξιστές, φασίστες και ακροαριστερούς κακοποιούς που θέλουν να καταστρέψουν το Αμερικανικό Όνειρο». Έχει ήδη κατονομάσει πολλούς που βρίσκονται στον κατάλογό του, στρατηγούς, πρώην υπουργούς του και στελέχη του FBI και της CIA που δεν τον υπάκουσαν ή καταφέρθηκαν εναντίον του μετά τις εκλογές του 2020 και την 6η Ιανουαρίου. Αυτοί θα είναι μόνο η αρχή. Η κυβέρνησή του θα είναι γεμάτη με ανθρώπους που θα θέλουν να πάρουν εκδίκηση και -όπως οι γκαουλάιτερ του Χίτλερ- δεν θα χρειάζονται οδηγίες για να απολύσουν, να καταστρέψουν καριέρες ή ακόμα και να βάλουν στη φυλακή τους «εχθρούς», πραγματικούς ή φανταστικούς, με έναν καινούριο Μακαρθισμό.
Ποιος θα τον εμποδίσει; Το Κογκρέσο ή τα μέσα ενημέρωσης που ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει «εχθρούς του κράτους» και θα ζουν με τον φόβο ότι θα τους κάνει τον βίο αβίωτο; Ο αμερικανικός λαός; Μην το ελπίζετε. Η δικτατορία του Τραμπ δεν θα είναι μια κομμουνιστική τυραννία, όπου σχεδόν όλοι αισθάνονται την καταπίεση. Στις συντηρητικές, ανελεύθερες τυραννίες οι απλοί άνθρωποι υφίστανται κάθε είδους περιορισμούς των ελευθεριών τους, αλλά αυτό είναι πρόβλημα μόνο για όσους θεωρούν τις ελευθερίες σημαντικές κάτι που για πολλούς δεν ισχύει. Οι περισσότεροι Αμερικανοί θα συνεχίσουν να κάνουν τη δουλειά τους χωρίς να τους νοιάζει, όπως δεν νοιάζει πολλούς Ρώσους ή Ούγγρους.
Θα υπάρχει ένα κίνημα αντιπολίτευσης γύρω από το Δημοκρατικό κόμμα αλλά δεν θα μπορεί να εμποδίσει τις διώξεις των αντιφρονούντων και είναι απίθανο να γίνει πιο ενωμένο και αποτελεσματικό απ’ ότι είναι τώρα. Όταν γεννιέται μια δικτατορία η αντιπολίτευση είναι διασπασμένη και αδύναμη. Οι Δημοκρατικοί δεν έχουν έναν ηγέτη που θα μπορούσε να τους ενώσει και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι ένας τέτοιος ηγέτης θα αναδυθεί αφού πάρει την εξουσία ο Τραμπ. Ακόμα και αν οι Αμερικανοί βγουν στους δρόμους και διαδηλώνουν εναντίον του νέου καθεστώτος Τραμπ, τίποτα δεν θα τον εμποδίσει να επικαλεστεί έκτακτους νόμους που θα απαγορεύουν τις διαδηλώσεις, ως ανταρσία.
Κάποια αντίσταση μπορεί να προβάλλουν οι Δημοκρατικοί κυβερνήτες πολιτειών, αρνούμενοι να αναγνωρίσουν την εξουσία μιας τυραννικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Ακόμα και αυτοί όμως θα βρεθούν κάτω από πολιτική πίεση μέσα στην ίδια την πολιτεία τους και μάλλον δεν θα θέλουν να δοκιμάσουν τα όρια της εξουσίας τους βγάζοντας στους δρόμους την αστυνομία.
Αν η εκστρατεία διώξεων του Τραμπ είναι αποτελεσματική και η αντιπολίτευση αποδειχθεί ανίκανη να την αντιμετωπίσει, θα έχει αρχίσει αμετάκλητα ο κατήφορος προς τη δικτατορία. Θεωρητικά οι ενδιάμεσες εκλογές του 2026 θα μπορούσαν να ενισχύσουν τους Δημοκρατικούς, αλλά μήπως ο Τραμπ δεν θα χρησιμοποιήσει την εξουσία του, νόμιμη ή παράνομη, για να το αποτρέψει; Άλλωστε έχει ήδη πει ότι, αν επανεκλεγεί, θα καταδιώξει όποιον τον αμφισβητήσει.
Αυτή είναι η τροχιά στην οποία βρισκόμαστε. Είναι αναπόφευκτος ο κατήφορος στη δικτατορία; Όχι. Τίποτα στην ιστορία δεν είναι αναπόφευκτο. Τα απρόβλεπτα γεγονότα αλλάζουν τροχιές. Ίσως ο Τραμπ να μην κερδίσει. Και ίσως ακόμα κι αν κερδίσει, να μην κάνει τίποτα από αυτά που λέει ότι πρόκειται να κάνει.
Το σίγουρο, ωστόσο, είναι ότι οι πιθανότητες να βυθιστούν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε δικτατορία έχουν αυξηθεί σημαντικά, επειδή πολλά από τα εμπόδια για μια δικτατορία έχουν καταρρεύσει και έχουν απομείνει ελάχιστα. Αν πριν από οκτώ χρόνια φαινόταν κυριολεκτικά αδιανόητο ότι ένας άνθρωπος όπως ο Τραμπ μπορούσε να εκλεγεί, αυτό το εμπόδιο ξεπεράστηκε το 2016. Αν τότε φαινόταν αδιανόητο ότι ένας Αμερικανός πρόεδρος θα προσπαθούσε να παραμείνει στην εξουσία αφού χάσει τις εκλογές, αυτό το εμπόδιο ξεπεράστηκε το 2020. Και αν κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο Τραμπ, έχοντας προσπαθήσει και αποτύχει να ακυρώσει τις εκλογές, θα εμφανιζόταν ξανά ως ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και ο υποψήφιος του ξανά το 2024, είμαστε πολύ κοντά να ξεπεραστεί και αυτό το εμπόδιο. Μέσα σε λίγα μόλις χρόνια, από το να είμαστε σχετικά ασφαλείς στη δημοκρατία μας, φτάσαμε λίγα βήματα και λίγους μήνες μακριά από το ενδεχόμενο της δικτατορίας.
Θα κάνουμε κάτι για αυτό; Σε κάθε σημείο της διαδρομής, οι πολιτικοί μας ηγέτες και εμείς ως ψηφοφόροι, χάσαμε τις ευκαιρίες να σταματήσουμε τον Τραμπ, πιστεύοντας ότι τελικά θα συναντούσε κάποιο εμπόδιο που δεν θα μπορούσε να ξεπεράσει. Οι Ρεπουμπλικάνοι θα μπορούσαν να εμποδίσουν τον Τραμπ να κερδίσει την υποψηφιότητα το 2016, αλλά δεν το έκαναν. Οι ψηφοφόροι θα μπορούσαν να είχαν εκλέξει τη Χίλαρι Κλίντον, αλλά δεν το έκαναν. Οι Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές θα μπορούσαν να είχαν ψηφίσει για την καταδίκη του Τραμπ σε οποιαδήποτε από τις δίκες παραπομπής του, κάτι που θα έκανε την υποψηφιότητά του για την προεδρία πολύ πιο δύσκολη, αλλά δεν το έκαναν.
Όλα αυτά τα χρόνια έχει επικρατήσει μια κατανοητή αλλά μοιραία ψυχολογία. Αυτοί που θα μπορούσαν να κάνουν κάτι πίστευαν ότι μπορούσαν να συνεχίσουν να επιδιώκουν τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα και φιλοδοξίες, με τη σιγουριά ότι κάπου, κάποιος ή κάτι άλλο, ή απλώς η μοίρα, θα τον εμπόδιζε. Γιατί να θυσιάσουν την καριέρα τους; Όταν καλούνται να επιλέξουν μεταξύ μιας κίνησης υψηλού κινδύνου και της ελπίδας για το καλύτερο, οι άνθρωποι κατά κανόνα ελπίζουν για το καλύτερο. Αν πρέπει να επιλέξουν αν θα κάνουν τη βρώμικη δουλειά ή να αφήσουν τους άλλους να την κάνουν, οι άνθρωποι γενικά προτιμούν το δεύτερο.
Έχει επίσης λειτουργήσει μια παραλυτική ψυχολογία κατευνασμού. Σε κάθε στάδιο, αυξανόταν όλο και περισσότερο το τίμημα για την αναχαίτιση του Τραμπ. Μετά την εκλογή του, η αντίσταση από Ρεπουμπλικάνους σήμαινε το τέλος της πολιτικής τους καριέρας. Όταν κλήθηκαν να ψηφίσουν για την παραπομπή του σε δίκη, φοβήθηκαν τη βία από τους οπαδούς του, για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. Ο φόβος δεν είναι μικρότερος τώρα, αλλά θα γίνει ακόμα μεγαλύτερος όταν ο Τραμπ επιστρέψει στην εξουσία και το τίμημα της αντίστασης θα είναι οι διώξεις, ή απώλεια της περιουσίας ή ακόμα και της ελευθερίας.
Σήμερα βρισκόμαστε πιο κοντά από κάθε άλλη φορά σε αυτό το σημείο. Διολισθαίνουμε προς τη δικτατορία, ελπίζοντας ότι με κάποιο τρόπο θα αποφύγουμε τις συνέπειες της συλλογικής μας δειλίας, της εθελοτυφλίας και κυρίως της έλλειψης πραγματικής προσήλωσης στη φιλελεύθερη δημοκρατία.