Στην πρώτη συνέντευξή του μετά τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου – με αντικείμενο, μεταξύ άλλων θεμάτων, το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών – ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης, μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό «Σκάι», εξήγησε γιατί τήρησε τη γνωστή στάση, παραθέτοντας συγχρόνως τα επιχειρήματά του.
Κατά την άποψή του, υπάρχει θέμα συνταγματικότητας, θέμα το οποίο έθεσε στο Υπουργικό Συμβούλιο, όπως είπε, κάνοντας γνωστό ταυτοχρόνως ότι τον αντέκρουσε εκεί ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης.
«Αυτή η συζήτηση έχει διαφορετικές προσεγγίσεις στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας», κάτι βέβαια, που «ήξερε ο πρωθυπουργός, δεν αιφνιδιάστηκε σε αυτό», ήταν η εισαγωγική παρατήρησή του. Ενώ, από εκεί και πέρα και εστιάζοντας στη δική του θέση, ο υπουργός Επικρατείας εξήγησε: «Η σχέση μου με τον πρωθυπουργό είναι μια στενή πολιτική σχέση εξαιτίας των καθηκόντων και των αρμοδιοτήτων που έχω. Αφήνω έξω την προσωπική σχέση, που επίσης είναι μια ισχυρή σχέση».
Στην επιχειρηματολογία του – και αφού ανέφερε ότι «το θέμα με έχει απασχολήσει από τα φοιτητικά μου χρόνια» – παρέθεσε κατά βάση τρεις λόγους:
Πρώτον, «στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε δύο περιπτώσεις, το 2010 και το 2017, έχει αχθεί προς κρίσιν η άρνηση της διοικήσεως, άλλων κρατών, να χορηγήσει δικαίωμα γάμου σε ομόφυλα ζευγάρια. Το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είπε και στις δύο περιπτώσεις το ίδιο πράγμα: αυτό είναι ζήτημα που εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών να το ρυθμίσουν, αν το ρυθμίσουν. Αν όμως δεν το ρυθμίσουν, δεν υπάρχει παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αρχής της ισότητας». Απόφαση την οποία αιτιολόγησε το Δικαστήριο λέγοντας πως «δεν δέχεται ότι έχουμε όμοιες περιπτώσεις».
Στο δεύτερο επιχείρημά του, ο Μ. Βορίδης επικεντρώθηκε στην πρόβλεψη του Άρθρου 21 του Συντάγματος, ειδικότερα τη φράση «η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους». Και συνέχισε: «Αυτό επικαλέστηκα, κατά τη γνώμη μου υπάρχει θέμα συνταγματικότητας». Όμως, διευκρίνισε, «έκανε μια απόκρουση, για να είμαι δίκαιος, ο κ. Γεραπετρίτης, που έκανε μια καλή τοποθέτηση υπέρ της συνταγματικότητας». Και, στο «δια ταύτα», «η δική μου άποψη είναι ότι για να μπορέσει να περάσει ο νόμος, χρειαζόμαστε έναν διαφορετικό ορισμό της οικογένειας – και αυτό, ίσως, είναι το μεγαλύτερο ζήτημα».
Το τρίτο επιχείρημα είναι το …ρομαντικό, όπως το χαρακτήρισε. Εν αντιθέσει με το αγγλοσαξωνικό δίκαιο, στον δικό μας αστικό κώδικα, που είναι επηρεασμένος από τον αντίστοιχο γερμανικό, «δεν χρησιμοποιούνται συναισθηματικές φράσεις». Και ο κώδικας στο πλαίσιο του γάμου καθορίζει μόνο τις υποχρεώσεις των συζύγων.
Συνεχίζοντας, κατά τον Μ. Βορίδη, «το “δεν θα ψηφίσω τη διάταξη” έχει τρεις πολιτικές δυνατότητες: όχι (καταψηφίζω), παρών και απέχω». Όμως, συμπλήρωσε, «είμαι, ταυτόχρονα, μέλος αυτής της κυβέρνησης, είμαι διορισμένος σε αυτήν την κυβέρνηση από τον πρωθυπουργό και έχω την ευθύνη με τη στάση μου να μην τραυματίζω την κυβέρνηση και να μη δημιουργώ δυσκολίες σε ένα θέμα, που ήδη έχει δυσκολίες. Είναι ηθική και πολιτική υποχρέωση».
Σε επόμενο δε σημείο της συνέντευξης, παρατήρησε ότι «θα ήταν εύκολο να πει ο πρωθυπουργός “είναι κυβερνητική πρωτοβουλία, να τη στηρίξετε όλοι”. Δεν το λέει, καταλαβαίνει ότι υπάρχουν ζητήματα με αυτήν την πρωτοβουλία […] αφήνει να είναι κυρίαρχη η συνείδηση, αλλά ταυτόχρονα κάνει μια σύσταση: “Διαφωνείτε; Πηγαίνετε στην αποχή”. Δεν μπορώ να μην ακούσω τη σύσταση αυτή, και εξαιτίας της σχέσης που έχω και εξαιτίας του αξιώματος που έχω».
Στο ερώτημα γιατί δεν παραιτήθηκε του υπουργικού αξιώματος όπως ζητήθηκε από κάποιους, αντέτεινε ότι «ο πρωθυπουργός καθορίζει την κυβέρνηση και αυτό το ζήτημα δεν μου το θέτει. Εγώ θέλω καταλλαγή, ενότητα, και από αυτήν την ιστορία να μη θυσιάσουμε το σπουδαίο έργο που κάνουν η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός».
Και σε άλλο σημείο, «έχω τοποθετηθεί για τα θέματα αυτά από τον Ιούλιο, εγώ δεν ήξερα τι θα πει ο πρωθυπουργός» ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας, υπενθυμίζοντας ότι έχει κάνει μια σειρά από τοποθετήσεις αποδραματοποίησης, όπως τις χαρακτήρισε, όπως: «Και να φύγουμε από την κυβέρνηση, δεν έχασε η βενετιά βελόνι» ή «μην αγχώνεστε, μια δουλειά είναι και αυτή». Τοποθετήσεις, που ήταν «στην κατεύθυνση να μην δημιουργηθεί κυβερνητική κρίση, όποια και αν ήταν η επιλογή του πρωθυπουργού» διευκρίνισε εξ άλλου.
Πάντως, στην απόφασή του η Εκκλησία δεν άσκησε καμία επιρροή, απάντησε σε σχετικό ερώτημα, με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι «οι αποφάσεις μου δεν καθορίζονται από το αν κάτι είναι δημοφιλές ή μη δημοφιλές. Είμαι από τους πολιτικούς που έχουν στηρίξει μέτρα δέκα φορές πιο αντιδημοφιλή. Το κριτήριο μου είναι η σκέψη μου και η συνείδησή μου, τι θεωρώ σωστό και τι όχι».
Τέλος, για τους υφυπουργούς που επίσης έχουν ενστάσεις επί του νομοσχεδίου, εκτίμησε πως «θα τοποθετηθούν στη Βουλή, γιατί οι υφυπουργοί δεν συμμετέχουν στο Υπουργικό (Συμβούλιο)».