Οι κινητοποιήσεις των αγροτών και των κτηνοτρόφων σχεδόν σε όλα τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις τελευταίες εβδομάδες του 2023 αναδεικνύουν, με διαφοροποιήσεις, την οξύτητα των χρόνιων προβλημάτων, των παθογενειών και των αντιφάσεων του συστήματος παραγωγής και κατανάλωσης του αγροτικού τομέα.
Των Σάββα Γ. Ρομπόλη*, Βασίλειου Γ. Μπέτση**
Στις συνθήκες αυτές το νέο στοιχείο στις διεκδικήσεις των ευρωπαίων αγροτών σήμερα, σε σχέση με τις διεκδικήσεις τους κατά το παρελθόν, είναι ότι περισσότερο διεκδικούν την άμεση επίλυση κοινών προβλημάτων (π.χ. υψηλό κόστος παραγωγής, υψηλές τιμές καυσίμων, πρώτων υλών, λιπασμάτων, ζωοτροφών, χαμηλό εισόδημα, αθέμιτες εισαγωγές από τρίτες χώρες, κ.λ.π.) και λιγότερο εθνικών αγροτικών προβλημάτων. Όμως η κρίση βιωσιμότητας της αγροτικής και κτηνοτροφικής επιχείρησης στην Ευρώπη και τα κράτη-μέλη που αποτυπώνεται στο υψηλό κόστος παραγωγής, χαρακτηρίζεται, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, από σοβαρά πολυπαραγοντικά αίτια εσωτερικής και εξωτερικής προέλευσης.
Πράγματι το υψηλό κόστος παραγωγής των αγροτικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων διαμορφώνεται στις ημέρες μας: α) από αυτή καθεαυτήν την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) και την Πράσινη μετάβαση στην γεωργία, β) από την αύξηση της τιμής των καυσίμων και των αγροτικών και κτηνοτροφικών προμηθειών και γ) από τον αθέμιτο ανταγωνισμό των εισαγωγών αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων από τρίτες χώρες ( π.χ. Ουκρανία, Αφρική, Λατινική Αμερική, κ.λ.π.).
Στις συνθήκες αυτές είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι κοινή διεκδίκηση των ευρωπαίων αγροτών που ενεργοποιεί μαζικά και ενωτικά το ευρωπαϊκό αγροτικό κίνημα σήμερα αποτελεί, εκτός των άλλων διεκδικήσεων, το αίτημα αναθεώρησης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) της περιόδου 2023-2027 και διαμόρφωσης από κοινού των ευρωπαϊκών οργάνων με τους ευρωπαίους αγρότες τόσο του στρατηγικού σχεδίου της ΚΑΠ, όσο και του περιεχομένου της πράσινης μετάβασης. Έτσι η ενότητα αυτή των διεκδικήσεων του ευρωπαϊκού αγροτικού κινήματος έχει περιορίσει σε σημαντικό βαθμό, σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο, τα περιθώρια ελιγμών των αντίστοιχων φορέων διακυβέρνησης να απαντήσουν στα συγκεκριμένα αιτήματα των αγροτών με όρους διαχείρισης και επιδοματικών ροών. Κι΄αυτό επειδή το ευρωπαϊκό αγροτικό κίνημα σήμερα με τις συγκεκριμένες διεκδικήσεις που προβάλλει ουσιαστικά αναδεικνύει την θέση του ότι η κρίση της ευρωπαϊκής γεωργίας είναι συστημική και όχι διαχειριστική, με την έννοια ότι οι ευρωπαίοι αγρότες σήμερα ουσιαστικά πλήττονται από την κρίση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποιημένης γεωργίας, με τον εγκλωβισμό των αγροτών σε ένα φαύλο κύκλο υψηλού κόστους παραγωγής, δανεισμού, επενδύσεων, αθέμιτου ανταγωνισμού, τραπεζικών εξαρτήσεων και χρεοκοπιών (Natalia Mavonova, Euroactiv, 9/2/2024).
Χαρακτηριστική περίπτωση αυτού του φαύλου κύκλου αποτελούν, μεταξύ άλλων, οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις στην Γαλλία όπου το μέσος χρέος τους το 2020 ήταν 201.00 ευρώ, των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων ήταν 450.000 ευρώ και των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων ήταν 370.000 ευρώ (N.Manovova, 9/2/2024). Στην Ελλάδα οι αγρότες αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα με αυτά των ευρωπαίων αγροτών αλλά με μεγαλύτερη οξύτητα λόγω των χρόνιων διαρθρωτικών προβλημάτων, των στρεβλώσεων και των παθογενειών (π.χ. αγροτική μικροϊδιοκτησία, έλλειψη αγροτικών υποδομών, εγκατάλειψη της αγροτικής απασχόλησης, γήρανση του αγροτικού δυναμικού, χαμηλό εισόδημα, συρρίκνωση καλλιεργήσιμων μονάδων, απώλεια κατά τα τελευταία χρόνια 30% του ζωϊκού κεφαλαίου, κ.λ.π.).
Η πραγματικότητα αυτή, σε συνδυασμό με τον διαρκή ιστορικά εγκλωβισμό των αγροτών στην χώρα μας σε έναν αντίστοιχο με τον προαναφερόμενο φαύλο κύκλο, και οι συνέπειες από τις πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες, ιδιαίτερα στην Θεσσαλία, κατέστησαν την αγροτική και κτηνοτροφική εκμετάλλευση να βρίσκεται σήμερα σε οριακό σημείο επιβίωσης της. Η δυσμενής αυτή κατάσταση του αγροτικού τομέα στην Ελλάδα αντιμέτωπη με τις συνέπειες των ασκούμενων Μνημονιακών πολιτικών και της κρίσης της παγκοσμιοποιημένης γεωργίας επιδεινώθηκε περαιτέρω σε βαθμό που οι συντελούμενες αγροτο-παραγωγικές συνθήκες σήμερα να συνιστούν για τους αγρότες μία ιδιότυπη «νεοκολληγοποίηση» (Γ.Παπασίμος, slpress.gr,9/2/2024). Η παρατήρηση αυτή σημαίνει ότι ανεξάρτητα από την έκβαση των αγροτικών κινητοποιήσεων στην χώρα μας η αντιμετώπιση της κατάστασης επιβίωσης των αγροτικών και των κτηνοτροφικών επιχειρήσεων δεν μπορεί αντικειμενικά να περιοριστεί σε επιδοματικές ενισχύσεις χρηματοδότησης ενός τμήματος του υψηλού κόστους παραγωγής.
Απαιτείται παράλληλα ο άμεσος σχεδιασμός, στο πλαίσιο της ανάπτυξης των περιφερειών, ενός βραχυπρόθεσμου και μεσο-μακροπρόθεσμου προγράμματος ανασυγκρότησης του αγροτικού τομέα με συγκεκριμένους πόρους και χρονοδιάγραμμα κατασκευής υποδομών αντιμετώπισης των συνεπειών της κλιματικής κρίσης και σύγχρονων αγροτικών και κτηνοτροφικών σχηματισμών. Το ίδιο απαιτείται, μεταξύ άλλων, η σύσταση αντίστοιχων φορέων έρευνας προαγωγής ποιοτικών και διεθνώς εμπορεύσιμων αγροτικών προϊόντων καθώς και διαρκούς εκπαίδευσης-επιμόρφωσης του εργατικού δυναμικού, σύστασης σχηματισμών ενεργειακών και παραγωγικών συλλογικοτήτων και εγκαθίδρυσης διατομεακών-διακλαδικών διασυνδέσεων του πρωτογενούς τομέα, κ.λ.π., προκειμένου να επιτευχθεί η ουσιαστική αναβάθμιση του αγροτικού τομέα, η βιώσιμη λειτουργία των αγροτικών και κτηνοτροφικών επιχειρήσεων και η στρατηγική αυτονομία ικανοποίησης των διατροφικών αναγκών της χώρας μας.
*Ομότ. Καθηγητή Παντείου Πανεπιστημίου
**Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου