«Η νίκη μας έχει απλώς αναβληθεί». Η Μαρίν Λεπέν προσπάθησε να φανεί γενναία μετά την ήττα της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης στις κοινοβουλευτικές εκλογές της Γαλλίας την Κυριακή.
Στην πραγματικότητα, η τρίτη θέση για το κόμμα της, το RN, είναι μια πικρή απογοήτευση, αναφέρουν σε άρθρο τους οι FT. Το κόμμα πίστευε πως θα είχε επιτέλους την ευκαιρία να δείξει στον γαλλικό λαό ότι μπορεί να κυβερνήσει, δίνοντας στο κόμμα εφαλτήριο για τις πιο σημαντικές προεδρικές εκλογές του 2027. Όμως οι Γάλλοι ψηφοφόροι εμφανίστηκαν μαζικά για να τους σταματήσουν.
Ένας λόγος ήταν πως το RN αποδείχθηκε πως δεν έχει «αποτοξινωθεί» και τόσο, βγάζοντας υποψήφιους με εξτρεμιστικό παρελθόν ή με ιστορικό ρατσιστικών και αντισημιτικών δηλώσεων. Αλλά, ακόμα σημαντικότερο, το λεγόμενο δημοκρατικό μέτωπο της Γαλλίας -η προθυμία των κεντρώων και αριστερών της κομμάτων να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να αποσοβήσουν την άνοδο της ακροδεξιάς στην εξουσία- αποδείχθηκε ανθεκτικό. Το RN το εμφανίζει ως ένα κυνικό παιχνίδι του πολιτικού κατεστημένου για να το αποκλείσει από την εξουσία. Όμως, οι ψηφοφόροι το αποδέχθηκαν.
Αυτό και μόνο θα επιτρέψει στον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν να υποστηρίξει πως το εκλογικό του στοίχημα (οι σύμμαχοί του προτιμούν να το αποκαλούν λογική στρατηγική αντάξια του Καρτέσιου) στο τέλος απέδωσε. Μπορεί να πει πως έσπασε τον λαϊκιστικό πυρετό που είχε κατακλύσει τη χώρα, διακόπτοντας τη φαινομενικά ασταμάτητη άνοδο της ακροδεξιάς. Επιπλέον, το «Μαζί» (Ensemble), η συμμαχία των κεντρώων κομμάτων, εμφάνισε σημαντικά καλύτερες επιδόσεις από το αναμενόμενο, καθώς ήρθε δεύτερο. Αυτό κρατά τους κεντρώους στο πολιτικό παιχνίδι, όταν κάποια στιγμή φάνηκε πως όδευαν προς συντριβή.
Ωστόσο, ο Μακρόν ήθελε οι πρόωρες εκλογές με την αστραπιαία προεκλογική εκστρατεία τριών εβδομάδων να είναι μια στιγμή πολιτικής «αποσαφήνισης» για τη Γαλλία. Κάθε άλλο παρά αυτό συνέβη τελικά. Οι ψηφοφόροι έδειξαν έναντι ποιου τάσσονται κατά, αλλά όχι και έναντι ποιου τάσσονται υπέρ. Η χώρα τώρα έρχεται αντιμέτωπη με μήνες ή πιθανόν και χρόνια πολιτικής αβεβαιότητας και ασταθούς διακυβέρνησης. Αυτό από μόνο του είναι κακό νέο για τη Γαλλία και τους ευρωπαίους εταίρους της.
Η Γαλλία φαίνεται να γυρίζει τους δείκτες του ρολογιού πίσω στην 4η Δημοκρατία, την πολιτικά ασταθή μεταπολεμική περίοδο, όταν η προεδρία ήταν πιο αδύναμη και υπέρτατο ήταν ένα θορυβώδες κοινοβούλιο. Τις τελευταίες εβδομάδες, η δύναμη έχει περάσει από το μέγαρο των Ηλυσίων στην Εθνοσυνέλευση. Ο πρόεδρος που μέχρι πρότινος ασκούσε micromanagement έχει υποβιβαστεί σε ρόλο οπισθοφυλακής -συμβολικά, δεν εμφανίστηκε το βράδυ της Κυριακής, αλλά εξέδωσε δήλωση στην οποία ανέφερε ότι θα περιμένει τη «διάρθρωση» των δυνάμεων στο κοινοβούλιο προτού λάβει τις «απαραίτητες αποφάσεις».
Επιπλέον, η ψηφοφορία της Κυριακής ήταν πάνω απ’ όλα μια νίκη για το αριστερό Νέο Λαϊκό Μέτωπο, που σχηματίστηκε μέσα σε τέσσερις μέρες, υποστηρίζοντας ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα φορολόγησης και δαπανών μετά την απόφαση-σοκ του Μακρόν να διαλύσει τη Βουλή. Η Αριστερά ήταν που πρωτοστάτησε σε μια εκλογική συμφωνία για να αποκλείσει την ακροδεξιά, η οποία έσωσε πολλές έδρες για τους κεντρώους. Μετά τον πρώτο γύρο, απέσυρε ταχύτατα τους υποψηφίους της που κατέλαβαν την τρίτη θέση από τριπλές αναμετρήσεις σε έδρες σε όλη τη χώρα, για να αποτρέψει τη διάσπαση της ψήφου αυτών που τάσσονταν κατά του RN, ενώ οι ηγέτες της συμμαχίας του Μακρόν υπέκφευγαν (αν και οι υποψήφιοί τους ακολούθησαν ως επί το πλείστον το παράδειγμά τους).
Ως το μεγαλύτερο μπλοκ, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP) θα διεκδικήσει την πρωθυπουργία και το δικαίωμα να σχηματίσει κυβέρνηση. Αυτό θα είναι αρκετό για να προκαλέσει νευρικότητα στις αγορές, δεδομένων των τεράστιων αυξήσεων δαπανών που σχεδιάζει, οι οποίες, θεωρητικά, θα χρηματοδοτούνται από μεγάλες αυξήσεις φόρων στους πλούσιους. Ο Ζαν-Λικ Μελανσόν, ο μαχητικός ηγέτης του ακροαριστερού La France Insoumise, του μεγαλύτερου από τα τέσσερα κόμματα στο NFP, είπε πως δεν μπορεί να υπάρξει συμβιβασμός στο πρόγραμμα της Αριστεράς. Αλλά το NFP δεν θα εξασφαλίσει μια κυβερνητική πλειοψηφία. Τα υπονοούμενα την Κυριακή ότι θα μπορούσε να εφαρμόσει τα σχέδιά του με διάταγμα έχουν την επίγευση της υπερβολής της νύχτας των εκλογών.
Το «στρατόπεδο» του Μακρόν ελπίζει πως η Αριστερά στο τέλος θα κατακερματιστεί υπό την πίεση της αδιαλλαξίας του Μελανσόν και πως θα μπορούσε στη συνέχεια να προσπαθήσει να συγκροτήσει κάποιου είδους συνασπισμό με τους σοσιαλιστές, τους πράσινους και άλλους μετριοπαθείς. Αυτό θα χρειαζόταν εβδομάδες, αν όχι μήνες. Ακόμα και αν τα νούμερα «βγουν», και αυτό φαίνεται δύσκολο, η κεντροαριστερά είναι πιθανό να ζητήσει υψηλό τίμημα -όπως η αντιστροφή της αύξησης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη ή η επανεπιβολή φόρου πλουσίων στα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία- και θα θελήσει η κυβέρνηση να είναι υπό τον έλεγχό της.
Αν δεν υπάρξει δρόμος προς μια πλειοψηφία, ο Μακρόν μπορεί να χρειαστεί να ορίσει υπηρεσιακό πρωθυπουργό με ελάχιστη εντολή, μέχρις ότου μπορούν να διενεργηθούν νέες εκλογές σε ένα χρόνο. Με τρία πολιτικά μπλοκ που πάνω-κάτω έχουν το ίδιο μέγεθος και που είναι απρόθυμα να συνεργαστούν μεταξύ τους, η Γαλλία φαίνεται ακυβέρνητη. Καθ’ όλη τη διάρκεια της επερχόμενης αναταραχής, μπορούμε να περιμένουμε ότι η Λεπέν και ο υπ’ αριθμόν δύο Ζορντάν Μπαρντελά θα παρουσιαστούν ως η μόνη εναλλακτική λύση που προσφέρει τάξη και σταθερότητα.
Η ήττα της Κυριακής μπορεί τότε να μοιάζει μόνο με ένα προσωρινό πλήγμα.