Η έκρηξη χιλιάδων κινητών συσκευών επικοινωνίας της Χεζμπολάχ έσπειρε τον φόβο σε όλον τον Λίβανο και πολλοί κάτοικοι ανησυχούν ότι μπορεί να κουβαλούν στις τσέπες τους βόμβες, χωρίς να το ξέρουν.
Τουλάχιστον 37 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και περισσότεροι από 3.000 τραυματίστηκαν όταν στην αρχή βομβητές και στη συνέχεια ασύρματοι πομποδέκτες που χρησιμοποιούσαν τα μέλη της Χεζμπολάχ εξερράγησαν, σε δύο κύματα επιθέσεων, την Τρίτη και την Τετάρτη. Η κυβέρνηση του Λιβάνου και η Χεζμπολάχ λένε ότι για τις επιθέσεις αυτές ευθύνεται το Ισραήλ.
Μετά την επίθεση, διαδόθηκαν ψευδείς φήμες που έκαναν λόγο για εκρήξεις κινητών τηλεφώνων και άλλων συσκευών.
Ο Μουστάφα Τζεμάα είπε ότι απομάκρυνε κάποια εμπορεύματα από το κατάστημα ηλεκτρονικών ειδών που διατηρεί στη Σιδώνα. «Είχαμε κάποιες συσκευές που πιστεύαμε ότι είναι 100% ασφαλείς αλλά, για προληπτικούς λόγους, τις απομακρύναμε, επειδή ανησυχούσαμε», εξήγησε.
Ο στρατός του Λιβάνου κάλεσε σήμερα τους πολίτες να αναφέρουν αν δουν κάποιο ύποπτο αντικείμενο, προσθέτοντας ότι διεξάγει ελεγχόμενες εκρήξεις σε βομβητές και άλλες συσκευές που πιστεύεται ότι είναι παγιδευμένες.
Η υπηρεσία πολιτικής αεροπορίας του Λιβάνου απαγόρευσε τους ασύρματους πομποδέκτες και τους βομβητές στις πτήσεις, καθώς και την αεροπορική αποστολή τέτοιων αντικειμένων, μετέδωσε το Εθνικό Ειδησεογραφικό Πρακτορείο της χώρας.
Μεταξύ εκείνων που σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν από τις εκρήξεις της Τρίτης ήταν μαχητές της Χεζμπολάχ, γιατροί και διοικητικό προσωπικό. Τουλάχιστον δύο από τα θύματα ήταν παιδιά που σκοτώθηκαν όταν εξερράγησαν οι βομβητές των γονιών τους.
«Φυσικά φοβόμαστε, τα παιδιά μου, τα παιδιά των αδελφών μου, όλοι μας. Ποιος αισθάνεται ασφαλής σε μια τέτοια κατάσταση;», είπε ο Μουστάφα Σιμπάι, ένας κάτοικος της Βηρυτού. «Όταν άκουσα τι συνέβη χθες, άφησα το τηλέφωνό μου στη μοτοσικλέτα μου και απομακρύνθηκα», είπε.
Ο Ζιάντ Μακάρι, υπουργός Πληροφοριών στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Λιβάνου, είπε ότι ο πανικός είναι αναμενόμενος, σημειώνοντας ότι η επίθεση αυτή ήταν «ένα νέο είδος εγκλήματος για τους Λιβανέζους» και ότι έπληξε ανθρώπους στα σπίτια τους, στη δουλειά τους, στην καθημερινότητά τους. Όμως ταυτόχρονα σημείωσε ότι «υπάρχουν πολλές φήμες… ότι ανατινάχθηκε ένα θυροτηλέφωνο, ένα σύστημα παραγωγής ηλιακής ενέργειας, μια τηλεόραση, ένα κινητό τηλέφωνο».
«Όλα αυτά είναι ένα μάτσο ψέματα, ένα μάτσο ψευδείς ειδήσεις και δεν βοηθούν καθόλου», τόνισε.
«Επίθεση των beepers»: Κίνηση-ματ ή έγκλημα πολέμου;
«Στη Βηρυτό γνωρίζουν όλοι πως πίσω από τις επιθέσεις εναντίον της Χεζμπολάχ κρύβονται οι Ισραηλινοί – οι πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών τους είναι οι βασιλιάδες του στρατιωτικού σαμποτάζ», γράφει η Süddeutsche Zeitung για τις εκρήξεις βομβητών των μαχητών της Χεζμπολάχ. «Και τώρα η λιβανέζικη σιιτική οργάνωση είναι μουγγή, μεταφορικά μιλώντας: σε περίπτωση ισραηλινής επίθεσης, τα ηγετικά στελέχη της δεν θα μπορούν να αντιδράσουν με κανέναν τρόπο».
Όσον αφορά τις παράπλευρες απώλειες των επιθέσεων με τους βομβητές, η SZ θεωρεί πως «είναι χάσιμο χρόνου να αναστατωνόμαστε για κάτι τέτοιο. Οι κανόνες αυτού του πολέμου δεν έχουν ίχνος ανθρωπιάς – είτε αφορούν τη Χαμάς είτε τη Χεζμπολάχ είτε τις ισραηλινές υπηρεσίες. Και ούτως ή άλλως η συντριπτική πλειοψηφία των θυμάτων ήταν άντρες της Χεζμπολάχ».
Η tageszeitung φαίνεται πάντως να έχει εντελώς αντίθετη γνώμη: «Οι εκρήξεις χιλιάδων βομβητών στον Λίβανο αποτελούν μία αδιάκριτη επίθεση – και τέτοιου είδους επιθέσεις απαγορεύονται από το Διεθνές Δίκαιο. […] Οι επιτιθέμενοι δεν μπορούσαν να γνωρίζουν πού βρίσκονταν οι συσκευές, οι οποίες εξερράγησαν σε σπίτια, εμπορικά κέντρα και δρόμους με έντονη κυκλοφορία.
Όλοι αυτοί οι χώροι δεν είναι μέρος του πεδίου μάχης. […] Και η Χεζμπολάχ δεν είναι αμιγώς στρατιωτική οργάνωση: έχει βουλευτές, υπουργούς, δικά της νοσοκομεία, διασώστες. Οι επιτιθέμενοι δεν μπορούν να ξέρουν ούτε καν σε ποιους είχε δώσει η οργάνωση βομβητές.
Αντιστρόφως, εάν η Χεζμπολάχ είχε πυροδοτήσει εκρήξεις στους ασυρμάτους των Ισραηλινών στρατιωτών, ενώ ψώνιζαν μήλα, τότε θα γινόταν λόγος για τρομοκρατική επίθεση, την οποία θα καταδίκαζαν όλοι».