Του Νικόλα Χρηστάκη*
Καλωσορίσατε κυρίες και κύριοι στο υπερθέαμα «Παιδική βία». Κάθε μέρα ένα νέο, πιο ακραίο, επεισόδιο, πάντα για την ψυχαγωγία σας. Εντυπωσιακό.
Ενώ η κοινωνικο-οικονομική ουσία της παιδικότητας συνεχίζεται μέχρι τα τριάντα, ίσως και παραπάνω (ποιος έχει νωρίτερα σταθερή δουλειά και αρκετό εισόδημα για να αναλάβει οικογενειακές ευθύνες και να φροντίσει την κοινωνική μας αναπαραγωγή;), η θεαματική της εκδοχή κατεβαίνει σε ανήκουστα ηλικιακά τάρταρα – μαθαίνω πως «…αποτροπιασμό αλλά και αναρίθμητα ερωτηματικά προκαλεί το περιστατικό βιασμού 5χρονου από συνομήλικούς του σε νηπιαγωγείο» σε ελληνική επαρχιακή πόλη (για να μην νομίζει κανείς ότι η επαρχία υπολείπεται…).
Οι γονείς (απλαισίωτοι άνθρωποι σ’ ένα απλαισίωτο και αφημένο στην τύχη του κοινωνικό σύμπαν που έχει καιρό τώρα τσιτώσει το γκάζι) βέβαια παρακολουθούν έκπληκτοι (ωσότου μάθουν ότι το «κακό» έχει χτυπήσει και τους ίδιους και ανακαλύψουν ότι ανήκουν πλέον στην κατηγορία των «κακών γονέων»).
Δεν ανησυχώ.
Η Πολιτεία θα δείξει το γνωστό της καθησυχαστικό καιορθολογικό πρόσωπο «αυστηροποιώντας τις ποινές». Αλήθεια. Και μετά από 2-3 ψηφίσματα νομοσχεδίων όλα θα πάνε καλά… Οι κακοί πάντα χάνουν στο τέλος του έργου. Όπως συμβαίνει με τους παραβάτες του κόκκινου, του κράνους, της ταχύτητας σε αστική περιοχή. Όπως συμβαίνει με τα μαφιόζικα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών σε καφετέριες και ξενυχτάδικα. Όπως με πολιτικά πρόσωπα κάθε είδους και ποιότητας που τραμπουκίζουν πολίτες σε νοσοκομεία και αεροδρόμια. Όπως με την απόδοση δικαιοσύνης. Τον σεβασμό και την προστασία του περιβάλλοντος, της δημόσιας περιουσίας, θύματα κερδοσκοπικών «διευθετήσεων» σε μικρο- και μακρο- επίπεδο. Τον σεβασμό του οποιουδήποτε Άλλου.
Ποιο μέλος της κυβέρνησης, ποιος καρεκλοκένταυρος της υψηλής και υπεύθυνης διοίκησης, ποιο ανώτερο στέλεχος του επιτελικού κράτους έχει βγει να κάνει μια βόλτα στο κέντρο, μια βόλτα στις συνοικίες, στα βόρεια ή νότια, ανατολικά ή δυτικά, προάστια;
Τα φιμέ τζάμια δεν κρύβουν μόνο αυτούς από τους πραγματικούς ανθρώπους, τους κρύβουν και την ίδια την πραγματικότητα.
Προσπαθούν να μας πείσουν (και εμείς κάνουμε τα πάντα για να πειστούμε) ότι ζούμε σε καθεστώς ακμάζουσας νεωτερικότητας. Περί σουργελοποίησης πρόκειται (συγνώμη για τον όρο).
Δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να απορούμε με την κατάσταση (δεν καταλαβαίνω καν τι και γιατί μου ζητήθηκε να το γράψω).
Οι τελευταίοι οριοφύλακες έχουν εγκαταλείψει τα πόστα τους. Είναι κοινό, κοινότατο, μυστικό, ότι η βία και η ανομία αποτελούν εντός και εκτός των συνόρων τον χρυσό κανόνα οικονομικής ανάπτυξης, βρίσκονται άρα σε καθεστώς ελεύθερης φυσικής αναπαραγωγής – και επιδοτούμενης τεχνητής όπου κρίνεται απαραίτητο για το καλό μας. Το ξέρουμε, το νιώθουμε όλοι μας. Ο σκελετός δεν είναι καν στο ντουλάπι, έχει βγει και χορεύει μαζί μας. Το επιβάλλουν οι φιλαλήθεις αριθμοί, η τεχνολογική πρόοδος με τις στρατιές έξυπνων δεδομένων της και ο ανθρωπολογικός θρίαμβος του (υπεύθυνου πάντα και υγιώς ανταγωνιστικού) ατόμου (για τον σεβασμό των δικαιωμάτων των μειονοτήτων –πείτε μου παρακαλώ μπροστά στα υπερκέρδη των ελαχίστων ποιος δεν είναι πλέον μειονοτικός– θα μιλήσουμε σε άλλο δελτίο).
Υπάρχουν ίσως επόπτες (οι φωνές τους σπανίζουν ή/και πνίγονται), ενώ επιστήμονα θεωρούμε (και χρηματοδοτούμε κατόπιν αξιολογήσεως με αντικειμενικά κριτήρια) όποιον βελτιώνει τις επιδόσεις της τεχνητής νοημοσύνης στο σκάκι και στην συγγραφή φοιτητικών εργασιών και όχι όποιον αναρωτιέται σχετικά με την προϊούσα αποδυνάμωση (αν όχι κατάργηση) της (επίπονης, δεν αντιλέγω) οριοθέτησης που διασφαλίζει το Ανθρώπινο και το Συλλογικό (με τις συγκρούσεις τους και τις συνεχείς και ενίοτε απογοητευτικές αντιφάσεις τους). Αυτά τα λένε κάτι «διανοούμενοι» (καλημέρα απονομιμοποίηση και αυτωνών). Κι έτσι κατά τα άλλα ζούμε σε ένα υπέροχο όνειρο. Αν κάποιος μας εμποδίζει σε κάτι τον δέρνουμε, φιλμάρουμε, ανεβάζουμε, τροφοδοτούμε τα όνειρα των φίλων μας, των εχθρών μας, των υπολοίπων στο ομιχλώδες «εκεί έξω» (έξω από εμάς). Ξύλο και καράτε. Στις οθόνες όπου θριαμβεύει ο αστεακός νεομιλιταρισμός της ολικής καχυποψίας, της κάμερας, της προστατευόμενης περιοχής, του ένστολου τιμωρού κάθε ύποπτου και κάθε διαδηλωτή (ρομαντικά όντα όλων των χωρών ομολογήστε την ήττα σας).
Γράφοντας αυτά τα ωραία αρχίζω να συγκεντρώνομαι και περνάει από τον νου μου το εξής: πόσοι άραγε γονείς και κηδεμόνες (όπως έλεγαν παλιά) αντέχουν να ενδιαφερθούν σε βάθος και προσφέροντας άπλετο χώρο και χρόνο στο τι κάνουν τα παιδιά τους;
Και πόσοι δεν είναι έτοιμοι να καταχεριάσουν (με ύφος παρεξηγημένης αξιοπρέπειας b-movie) όσους θεωρούν ότι θίγουν ή καταπιέζουν τα βλαστάρια τους (π.χ. βάζοντάς τους όρια στο πώς συμπεριφέρονται στο προαύλιο ή κακούς βαθμούς στα μαθήματα);
Αυτή είναι η κατάσταση, όλοι εναντίον όλων, σύγκριση πάνω απ’ όλα (αλλά μόνο σε επουσιώδη θέματα), δεν ανησυχούμε όμως, η καλή μας τηλεόραση θα μας πάρει από το χεράκι και θα μας ξεναγήσει κατευναστικά στην φρίκη του κόσμου «εκεί έξω». Ooh baby, of course mama’s gonna help build the wall, έλεγαν οι Pink Floyd. Μην ξεχνάμε ότι πάντα οι ίδιες κάμερες εξυμνούν το όπλο του αυτοαγιογραφούμενου Mad Clip («Όλοι έχουμε όπλο»).
Και το όνειρο συνεχίζεται στα ψηφιακά περιβάλλοντα επικοινωνίας και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (όπου μπορούμε να είμαστε ό,τι θέλουμε και να βρίζουμε όσο θέλουμε: λεκτική-συμβολική βία που σιγοβράζει για άπειρα ημερονύκτια ψηφιακής ύπαρξης – πάντα η απουσία ορίων), μετατρέπεται σε εφιάλτη στο φυσικό περιβάλλον (έκθεση ιδεών για εποπτικούς οργανισμούς: «τι είναι πραγματικό;»), σκάει και ξεφουσκώνει τέλος ως διάψευση της υβριδικής μας πλέον προσομοίωσης πραγματικότητας, καθησυχαστικής ή απειλητικής, πάντα ναρκισσιστικής (όποιος νομίζει ότι είναι αυθεντικός, κάτι που είναι και η νέα «ηθική», εξαπατά κυνικά τον αγωνιώδη, φοβισμένο, συμμορφωτικό, αλλοτριωμένο εαυτό).
Από κάθε πόρο του ανεξέλεγκτου αυτού συστήματος (που δεν είχα άλλο τρόπο να σας περιγράψω), εκπέμπεται με όλους τους τρόπους το ίδιο πάντα μήνυμα, λιτανεία παράδοξης επικύρωσης της απομάγευσης και της πορείας μας προς τον γκρεμό: «διατηρείστε την αυτοεκτίμησή σας πάση θυσία, κάθε επιβεβαίωση είναι καλή, ποτέ το ενδιαφέρον για τον εαυτό σας δεν θα είναι αρκετό, όσο περισσότερο κάτι λείπει από την εσωτερική σας ζωή και από τις συλλογικότητές μας, τόσο απολαυστικότερη (και προσοδοφόρα) θα είναι η κάλυψή του με τα μέσα που σας παρέχουμε» (βλ. φυσικά προϊόντα ομορφιάς, τζιπούρες, απεριόριστο ίντερνετ, τεχνολογία, αθανασία… συνεχίστε μόνοι σας την λίστα, δεν τελειώνει ούτε αύριο).
*Καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας, Τμήμα Επικοινωνίας & ΜΜΕ, ΕΚΠΑ