Κοινή στάση έναντι της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ θα ζητήσει από τους Ευρωπαίους ηγέτες η Γερμανίδα Καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ, αρχής γενομένης από την προσεχή Σύνοδο Κορυφής, ενώ το Βερολίνο επιχειρεί να βρει διαύλους επικοινωνίας με τη νέα διοίκηση που εγκαταστάθηκε στην Ουάσιγκτον.
Ο εκπρόσωπος της Καγκελαρίας Στέφαν Ζάϊμπερτ παραδέχθηκε, χθες, πως η γερμανική κυβέρνηση έχει πλέον επαφές με τη νέα αμερικανική κυβέρνηση, οι οποίες «αναπτύσσονται και σταθεροποιούνται», αν και μέχρι πρότινος ήταν εξαιρετικά φειδωλός σε τέτοιες αναφορές. Προσέθεσε ωστόσο ότι τίποτα νεότερο δεν υπάρχει αναφορικά με το θέμα μιας συνάντησης του νέου Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και της καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ. «Όλα στον καιρό τους» αρκέστηκε να πει σήμερα ο κ. Ζάιμπερτ.
Η Άγκελα Μέρκελ είχε επισημάνει τη σημασία της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας για τους Ευρωπαίους και τις ΗΠΑ, όπως επίσης και την αναγκαιότητα κοινής δράσης σε θέματα οικονομικής και εμπορικής πολιτικής. Ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος είπε επίσης ότι η συνάντηση των υπουργών Γεωργίας των G20 «είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα πως η αρχή της πολυμερούς αντιμετώπισης και της κοινής ευθύνης είναι σωστή, στην προκειμένη περίπτωση για την εξασφάλιση του παγκόσμιου επισιτισμού».
Η Μέρκελ προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην ανάγκη να διατηρεί καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ ( οι επιθέσεις Τραμπ στη Γερμανία αλλά και στη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία και οι αναφορές στη “Γερμανική Ευρώπη” δεν πέρασαν διόλου απαρατήρητες) και του νέου ρόλου που καλείται να υλοποιήσει, αυτόν του εκπροσώπου του Δυτικού κόσμου, όπως της είχε αναγνωρίσει ο Μπάρακ Ομπάμα στην τελευταία επίσημη επίσκεψή του στη Γερμανία.
Ωστόσο, στο Βερολίνο δεν υπάρχει ενιαία γραμμή. Ο υπουργός Εξωτερικών και επόμενος πρόεδρος της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Στάϊνμάγιερ υπήρξε οξύς στην κριτική του για την πρώτη επίσημη ομιλία του νέου Αμερικανού προέδρου, ενώ στο Βερολίνο γνωρίζουν πως ένα από τα πρώτα πράγματα που θα αντιμετωπίσουν είναι η απαίτηση Τραμπ να αυξηθεί σημαντικά η οικονομική συμμετοχή της Γερμανίας στον προϋπολογισμό του ΝΑΤΟ.
Από το πολιτικό “ραντάρ” της Μέρκελ αλλά και άλλων ηγετών δεν πέρασε απαρατήρητη η συνάντηση ακροδεξιών ηγετών, το περασμένο Σαββατοκύριακο (Λεπέν, Βίλντερς, Φράουκε Πέτρι κ.ά), οι οποίοι ουσιαστικά “καλωσόρισαν” την…εποχή Τραμπ και έσπευσαν να υιοθετήσουν πολλές από τις απόψεις του, προσβλέποντας στην οικειοποίηση του κύματος συντηρητισμού που διατρέχει και την Ευρώπη μετά το Brexit και την εκλογή Τραμπ και το οποίο αρκετοί εκτιμούν πως θα αποτυπωθεί στις εκλογές στην Ολλανδία (Μάρτιο), Γαλλία (Μάϊο) και Γερμανία (Σεπτέμβριο).
Ο κ. Ζάιμπερτ επιβεβαίωσε επίσης έμμεσα ότι στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ που θα πραγματοποιηθεί στη Μάλτα τον επόμενο μήνα, δεν θα συζητηθεί μόνο το θέμα του Brexit αλλά και η στάση των Ευρωπαίων απέναντι στη νέα αμερικανική κυβέρνηση. Όπως όμως διευκρίνισε, «η δυνατότητα επικοινωνίας δεν δίνεται μόνο στις Συνόδους Κορυφής, καθώς αυτές τις ημέρες γίνονται πολλές συζητήσεις», ανάμεσα στους Ευρωπαίους εταίρους.
Την Παρασκευή πάντως θα επισκεφθεί το Βερολίνο ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ. Θα πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο ότι στο επίκεντρο των συνομιλιών του με την καγκελάριο Ά. Μέρκελ θα βρίσκεται και η ευρωπαϊκή στάση απέναντι στην νέα κυβέρνηση της Ουάσιγκτον.
Αναφερόμενος στις εξελίξεις στις ΗΠΑ και τον τρόπο που θα πρέπει να αντιδράσει η ΕΕ, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Μάρτιν Σέφερ τόνισε στο μπρίφινγκ ότι οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να συνεννοηθούν για τις «αξίες τους, τα συμφέροντα και τα ‘πιστεύω’ τους» και όλα αυτά «να τα κάνουν σαφή» στη νέα αμερικανική κυβέρνηση. Ερωτηθείς τέλος αν υπάρχει «Σχέδιο Β» σε περίπτωση που οι ΗΠΑ πράγματι ακολουθήσουν μια πολιτική απομονωτισμού, ο κ. Σέφερ απάντησε ότι πάντα θα πρέπει κανείς να είναι προετοιμασμένος για να αντιδράσει κατάλληλα και «όχι μόνο σε καιρούς διεθνούς αταξίας, όπου η ισορροπία έχει διαταραχθεί – όπως σήμερα»