Οταν η πιο πολυσυζητημένη γυναίκα της Αγγλίας πέφτει θύμα της γοητείας του, τότε είναι σίγουρο ότι δεν μιλάμε για κινηματογραφικό ήρωα αλλά για θρύλο: η ίδια η βασίλισσα δέχτηκε να είναι το 86χρονο κορίτσι του Τζέιμς Μποντ στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου, τιμώντας με τον δικό της τρόπο έναν ήρωα συνώνυμο με μισό αιώνα καλτ ιστορίας…
Ο διάσημος Βρετανός κατάσκοπος δεν είναι γνωστός μόνο για την άδεια που έχει να σκοτώνει, αλλά και για τους υψηλούς τρόπους του, τις φλεγματικές ατάκες του, τα vintage αυτοκίνητα που οδηγεί, το αυστηρό στυλ και την επιτηδευμένη ευγλωττία του. Κυρίως όμως για το γεγονός ότι στο τόσο κουλ ιστορικό του έχουν καταγραφεί όχι μόνο αρκετά θύματα και αμέτρητες ερωμένες, αλλά και μπόλικος κυνισμός. Τουλάχιστον όλα αυτά συνέβαιναν μέχρι ο αμετανόητα σέξι, ευαίσθητος και βαθιά ερωτευμένος Τζέιμς Μποντ -έως και μονογαμικός θα έλεγα-, με την πρώτη του ήδη εμφάνιση, να καταφέρει να κερδίσει ένα κοινό που απεχθανόταν το διάσημο σίκουελ όσο και τους ποδοσφαιρικούς αγώνες. Αυτό πλέον περιελάμβανε όχι μόνο άνδρες αλλά γυναίκες, γκέι ακόμη και σινεφίλ. Η εμπορική επιτυχία των δύο Μποντ που καθιέρωσε ο Ντάνιελ Κρεγκ («Casino Royal», «A Quantum of Solace») ήταν τόσο μεγάλη και η ανταπόκριση τόσο καθολική ώστε ανάγκασε ακόμη και σκληροτράχηλους κριτικούς να επιστρέψουν κρυφά στις σκοτεινές αίθουσες για να ξαναδούν κάτι που ήταν απαγορευμένο στην υψηλή κουλτούρα. Ο Τζέιμς Μποντ δεν ήταν πια μια καλτ φιγούρα, αλλά ένα αρσενικό με σάρκα και οστά, ένα ονειρεμένο αρχέτυπο που βρέθηκε να διδάσκεται ακόμη και ως μάθημα σε πανεπιστημιακά τμήματα Ψυχολογίας. Και έτσι εν μια νυκτί από άνδρας που αγαπούσαν οι άνδρες, ο Μποντ έγινε ο άνδρας που αγαπάνε οι γυναίκες και οι κολλητοί τους. Από τη στιγμή που οι γυναίκες άρχισαν να αντιγράφουν τα αντρικά πρότυπα και να διασκεδάζουν με τις ίδιες ταινίες, οι παραγωγοί του νέου Τζέιμς Μποντ ήταν αναγκασμένοι να αναζητήσουν ένα καλοκαμωμένο σενάριο για να τις ευχαριστήσουν, ανεβάζοντας τον πήχη της ποιότητας και μετατρέποντας ένα μοσχοπουλημένο προϊόν σε ένα υπέροχο δείγμα υψηλής κινηματογραφίας.
Είναι πολλά τα λεφτά, Τζέιμς
Τι είναι, όμως, αυτό που κάνει όλες και όλους να ερωτεύονται τον νέο Τζέιμς Μποντ τόσο παράφορα; Μήπως εκτός από τον ίδιο τον Κρεγκ είναι ο συνδυασμός μιας καλοδουλεμένης παραγωγής με πολυτελείς χώρους, ωραίο σενάριο, υπέροχα τοπία -λένε ότι το Ντουμπρόβνικ έχει γνωρίσει εξαιρετική τουριστική άνοδο εξαιτίας του Τζέιμς Μποντ- και ρετρό αναφορές; (Σ.σ.: Το μαγιό του Κρεγκ πουλήθηκε πρόσφατα σε δημοπρασία αντί 72.000 ευρώ). Η αλήθεια πάντως είναι ότι όταν πρωτοεμφανίστηκε ο Ντάνιελ Κρεγκ και προτού ακόμη διαπιστώσουν τις υψηλές επιδόσεις του και το απαράμιλλο σεξαπίλ του στην οθόνη, οι επιθέσεις ήταν αμείλικτες: όλοι μιλούσαν για έναν ασχημάντρα με ελάχιστο γκελ σε ένα τόσο μαζικό κοινό. Αλλά η πραγματικότητα τους διέψευσε, επιβεβαιώνοντας, με τον καλύτερο τρόπο, την επιλογή της κόρης του παραγωγού του πρώτου κιόλας Τζέιμς Μποντ, Αλμπερτ Μπρόκολι. Εκ των υστέρων η ίδια χαίρεται που όταν πρωτοείδε τον Ντάνιελ Κρεγκ σε μια μίνι βρετανική σειρά με τον τίτλο «Our Friends in the North» κατάλαβε ότι είναι ΑΥΤΟΣ. «Ανέκαθεν πίστευα ότι είναι εξαιρετικός ηθοποιός και ότι θα γίνει μεγάλος σταρ. Κι όταν κάνεις μια ταινία Τζέιμς Μποντ είναι σαν να παντρεύεσαι. Το κάνεις γιατί πιστεύεις ότι θα είναι για πάντα. Δεν σκέφτεσαι ποιος θα είναι ο επόμενος».
Οπως όμως συμβαίνει με όλους τους γάμους, ο γαμπρός πρέπει να βγει σένιος. Εκτός από την παραδεδομένη ερμηνεία, το ταπεραμέντο του τρυφερού και συνάμα σκληρού, που θα έπειθε το μη καθαρόαιμα πλέον αντρικό κοινό, ο νέος Τζέιμς Μποντ έπρεπε να φροντίσει επιμελώς και το αμπαλάζ του. Κοντοκουρεμένο ξανθό μαλλί σε συνδυασμό με ένα άψογα γυμνασμένο σώμα, κοστούμι ούτε πολύ στενό και ούτε φαρδύ, που απαραιτήτως φέρει τη σφραγίδα Τομ Φορντ. Τέρμα πια ο μπαγιάτικος συνδυασμός ανάμεσα σε βρετανικά τουίντ σακάκια, απόπνοια από μαρτίνι και after save. Ο νέος Τζέιμς Μποντ, αφού έχυσε για πάντα το Μαρτίνι του παλιού Μποντ, το ’ριξε στην μπίρα – που είναι και ο νέος γενναίος χορηγός του. Και δεν τα κατάφερε διόλου άσχημα, αφού από τους δύο προηγούμενους κινηματογραφικούς Μποντ έβγαλε τα έξοδά του και ανακηρύχτηκε από το κοινό ως ο καλύτερος Τζέιμς Μποντ στην Iστορία, αποσπώντας μάλιστα και τον τίτλο της καλύτερης ερμηνείας. Ισως κατά βάθος ο μετα-Τζέιμς Μποντ (το όνομά μου είναι Κρεγκ, Ντάνιελ Κρεγκ) να είχε καταλάβει ότι, μαζί του δεν έφερε μόνο έναν ρόλο αλλά ολόκληρη την ιστορία του Ψυχρού Πολέμου, τον τίτλο «Octopussy», τα αντικείμενα-φετίχ, τις ωραιότερες ηθοποιούς στον κόσμο, έως και κλασικές σκηνές που θα μείνουν για πάντα στην Ιστορία. Το γεγονός ότι παραμένει καλός δεν το αποδεικνύει, πάντως, μόνο η Ιστορία, αλλά τα 118 εκατ. δολάρια που κόστισε το γύρισμα – συν άλλα τόσα το promotion του πιο διάσημου ίσως κινηματογραφικού sequel.
Από το «Casino Royale» στο «Skyfall»
«Τα μάτια του έχουν μια απόχρωση που υπνωτίζει», επιμένει η M. στο νέο «Skyfall», στον ρόλο που έχει αναδείξει την Τζούντι Ντεντς σε απόλυτη ιέρεια. Αλλά οι πενήντα αποχρώσεις του μπλε δεν είναι το μοναδικό σεξουαλικό μυστικό του Κρεγκ-Μποντ. Είναι πανούργος, υπόγεια ευφυής και τρυφερός. Ισως πίσω από το παίξιμο του Ντάνιελ Κρεγκ να κρύβονται κομμάτια του κρυψίνοος χαρακτήρα του και αυτού του ντροπαλού παιδιού που όταν ήταν μικρός έπαιζε στις αλάνες του Τσέστερ. Μάλλον άσχημος και υπερβολικά ντροπαλός, δείχνει να κράτησε τα εσωστρεφή και υπόγεια χαρακτηριστικά του, τα οποία όταν μεγάλωσε τον έκαναν προσεκτικό παρατηρητή της ανθρώπινης φύσης. «Στην πραγματικότητα διαθέτει τρομερό χιούμορ, όσο κλειστός και αν φαίνεται», λέει η Τζούντι Ντεντς που παραδέχεται ότι το μειράκιο από τη βρετανική επαρχία δεν έχει αλλάξει δέρμα. «Το σημαντικότερο πάντως είναι ότι ο Ντάνιελ όπως και Τζέιμς Μποντ δεν παίρνει ποτέ τον εαυτό του στα σοβαρά».
Ο ίδιος ο ηθοποιός δούλεψε πολύ πάνω στα ψυχογραφικά χαρακτηριστικά του ήρωά του: «Ο Μποντ ερωτεύεται βαθιά, ο έρωτας της ζωής του σκοτώνεται, και αυτή είναι, θέλοντας και μη μια πολύ σκοτεινή ιστορία. Γι’ αυτό και διαμορφώνει μια εντελώς καινούρια πραγματικότητα. Δεν είναι ακριβώς σκοτεινός, αλλά επιδεικνύει ταυτόχρονα πολλές άλλες πτυχές. Αυτή είναι η ιδέα του νέου Τζέιμς Μποντ. Ακολουθώντας αυτή τη λογική του σεναρίου, που έγραψε με τον καλύτερο τρόπο ο Τζο Λόγκαν, προσπαθούμε να βρούμε μια προσέγγιση που να ταιριάζει στα δικά μας δεδομένα. Δεν καταργούμε τα δύο προηγούμενα, ωστόσο τα συνοψίζουμε κάτω από έναν πολύπλευρο χαρακτήρα», επέμενε ο Κρεγκ στην πρόσφατη συνέντευξή του στο «Vanity Fair», υπερασπιζόμενος τον αντι-μάτσο πρωταγωνιστή του. Λόγια αμυντικά, που θα μπορούσαν κάλλιστα να λειτουργήσουν ως ιδανικά κελεύσματα για το γυναικείο κοινό του, σε ένα έργο που ακόμη και οι γυναίκες, με εξαίρεση τη δική μας Τόνια Σωτηροπούλου, δεν είναι επικίνδυνα θελκτικές, ούτε κλέβουν την παράσταση. Αντιθέτως αυτό απειλεί να κάνει με τον μικρό αλλά πολύ ουσιαστικό του ρόλο ο Χαβιέ Μπαρδέμ, ο οποίος γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητος από τις θηλυκές συνειδήσεις. Μαζί, λοιπόν, με την ισχυρά συναισθηματική πλέον φύση του νέου Τζέιμς Μποντ, στο «Skyfall» μένουν ζωντανές και οι μνήμες από εκείνο το μοναδικό δάκρυ που είχε κυλήσει στο αριστερό του μάγουλο στο «Casino Royale». Αυτό το δάκρυ θα παραμείνει ο βασικός λόγος για να ξανατρέξουν οι γυναίκες στο σινεμά – γιατί, αλήθεια, πόσοι άνδρες θα απολαύσουν μια ταινία που ακόμη και το κεντρικό της τραγούδι-μπαλάντα το ερμηνεύει μια υπέροχη μεν, ευτραφής δε τραγουδίστρια;
Και αν αυτά ακούγονται αρκούντως σεξιστικά, η απάντηση βρίσκεται στα εξίσου φαλλοκρατικά μηνύματα των προηγούμενων Μποντ. Σε αυτά που διαμόρφωσαν τον ανεξίτηλο μάτσο χαρακτήρα του και τώρα υπόσχονται να φτιάξουν έναν αντικομφορμιστή που δεν πολυενδιαφέρεται για την καθαρόαιμα αρσενική εικόνα του. Ισως να είναι πολύ ισχυρή από μόνη της, ίσως πάλι και να μη χρειάζεται να την εκθέτει με τον ίδιο επιδεικτικό τρόπο πίσω από αλλεπάλληλα logos και γραφικές φιγούρες, ειδικά όταν έχει τέτοια ερμηνευτική κλάση όπως ο Κρεγκ. Τώρα, το αν το «Skyfall» είναι Τζέιμς Μποντ, θα φανεί έξω από τις αίθουσες. Για την ώρα, ο Βρετανός κριτικός κινηματογράφου του «Guardian» -με πολύ λίγα μαλλιά και ίσως ακόμη λιγότερες ερωμένες- που είδε την ταινία, επιμένει ότι και ο νέος Τζέιμς Μποντ παραείναι συναισθηματικός και ότι πάνε πια οι Μποντ που έβλεπε αποκλειστικά με τους φίλους του.
Τι να το κάνεις, όμως, όταν αυτή που πίνει το stirred, not shaken πλέον μαρτίνι δεν είσαι εσύ αλλά η ερωμένη σου; Κι όταν μπορείς να τη συνοδεύσεις -χωρίς να υποφέρεις και τόσο- στην αγαπημένη της ταινία; Γιατί, όπως και να το κάνεις, η απάντηση στο «ποιος είναι ο νέος Τζέιμς Μποντ» βρίσκεται στο ποιος αποφασίζει Σάββατο βράδυ για την κινηματογραφική έξοδο – και είναι σίγουρα εκείνη.
Ο κατάσκοπος που την αγάπησε
«Είμαι ερωτευμένος», είναι η μόνη ατάκα που θα ακούσεις να λέει ο Κρεγκ στις επίμονες ερωτήσεις των δημοσιογράφων για την προσωπική του ζωή. Χωρίς καμία επεξήγηση, αν και όλοι ξέρουν ότι η φράση του συμπληρώνεται από ένα ονοματεπώνυμο, τη Ρέιτσελ Βάις. Το ζευγάρι, που απεχθάνεται τα φώτα της δημοσιότητας και δίνει καθημερινή μάχη με τους παπαράτσι, έζησε μια από τις πιο αμαρτωλές ιστορίες στον κόσμο του Χόλιγουντ, χωρίς να το πάρει χαμπάρι κανείς. Η Ρέιτσελ χώρισε από τον πολύχρονο δεσμό της με τον σκηνοθέτη Ντάρεν Αρονόφσκι, με τον οποίο έχει ένα παιδί, όπως και ο Ντάνιελ Κρεγκ πήρε διαζύγιο από τη Γιαπωνέζα παραγωγό Σαρούκι Μίτσελ, με την οποία έχει αποκτήσει μια 20χρονη κόρη. Πρόσφατα μετακόμισαν μαζί στο Σόχο του Μανχάταν και ο Ντάνιελ Κρεγκ παραδέχεται ότι για να αποφύγει τους παπαράτσι έχει αναγκαστεί πολλές φορές να χρησιμοποιεί τον ηθοποιό που τον ντουμπλάρει στις επικίνδυνες σκηνές του Τζέιμς Μποντ, με τον οποίο μοιάζει επικίνδυνα.
Πηγή: protothema.gr