-
«Μπορεί να έχουμε τις προσωπικές μας απόψεις αλλά η αυτοδιοίκηση δεν επιτρέπεται να γίνεται νεροκουβαλητής κανενός κόμματος”
-
«Επειδή διαφωνούμε, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να συνυπάρχουμε, έχουμε όλοι την ανάγκη να συνυπάρχουμε σε ένα μίνιμουμ. Το μήνυμα που πρέπει να στείλουμε είναι όχι άλλη θεωρία, όχι άλλα λόγια».
-
«Όλη η Ελλάδα αντιμετωπίζει τα ίδια προβλήματα, φτώχεια, ανεργία κι αδικία». «Τα νέα παιδιά φεύγουν στο εξωτερικό, ακολουθώντας τον δρόμο των παππούδων τους μετά από 40 χρόνια».
-
«Περιγράφω μία πραγματικότητα, η οποία προφανώς δεν ξεκίνησε τον Γενάρη του 2015, μην τρελαθούμε κιόλας», τόνισε ο κ. Μπακογιάννης.
Οι φράσεις αυτές περιέχονται στην ομιλία του περιφερειάρχη Κεντρικής Ελλάδας Κώστα Μπακογιάννη κατά την έναρξη του αναπτυξιακού συνεδρίου που οργανώθηκε στη Λαμία. Και απευθύνθηκαν στον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα αλλά και στο σύνολο του πολιτικού συστήματος. Η εικόνα του Κώστα Μπακογιάννη με τον Αλέξη Τσίπρα είχε μία ισχυρή σημειολογία, κυρίως μετά το εξαιρετικά ατυχές “απαγορευτικό” που εκδόθηκε από τη Ν.Δ προς τα στελέχη της για να μην συμμετάσχουν στα ανά την Επικράτεια αναπτυξιακά συνέδρια επειδή τα θεωρεί “κομματικές φιέστες”.
Ακόμα κι αν εκ των υστέρων ο πρόεδρος της Ν.Δ επιχείρησε να διασκεδάσει τις εντυπώσεις και να εξηγήσει πως η “ντιρεκτίβα” δεν απευθυνόταν στα αυτοδιοικητικά στελέχη του κόμματος και τους εκπροσώπους τοπικών φορέων που εκλέγονται υπό παραταξιακή σημαία (άραγε, τότε, σε ποιους απευθύνονταν;), το πολιτικό φάουλ είναι σοβαρό και αποκαλύπτει μία επικίνδυνη παρέκκλιση από τη θεσμική λειτουργία του κράτους και την διολίσθηση σε έναν αντιπολιτευτικό λαϊκισμό. Κάτι που ξενίζει ακόμα περισσότερο όταν προέρχεται από έναν πολιτικό που, όπως λέει, θεωρεί εχθρό τον λαϊκισμό. Πάντα ή μόνο όταν -όπως θεωρεί- προέρχεται από τον πολιτικό του αντίπαλο;
Ο κ. Μπακογιάννης περιέγραψε (με τις παραπάνω φράσεις) το αυτονόητο και διαχώρισε ευθέως τη θέση του από την κομματική οδηγία. Τα αποτελέσματα, δε, του συνεδρίου τον επιβεβαιώνουν. Ο ίδιος υπέβαλλε συγκεκριμένες προτάσεις, ζήτησε αύξηση κονδυλίων για αναπτυξιακά έργα στην περιφέρειά του και σε συνεργασία με τους υπουργούς που συνόδευαν τον πρωθυπουργό άνοιξε το δρόμο επίλυσης διαφόρων προβλημάτων, όπως, για παράδειγμα, η διεκδικούμενη οικονομική ενίσχυση και αναβάθμιση του ρόλου της Πανελλήνιας Έκθεσης Λαμίας.
Απορεί κανείς γιατί έπραξε ότι έπραξε η Ν.Δ. Είναι μόνο κάποια πολιτική ρήξη μεταξύ του κ. Μητσοτάκη και του κ. Μπακογιάννη, όπως θρυλείται; Όποιοι κι αν είναι, όμως, οι λόγοι δεν μπορεί να εξηγηθεί η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ακόμα κι αν η κυβέρνηση επιδιώκει (και) την επικοινωνιακή διαχείριση των ανά περιφέρεια αναπτυξιακών συνεδρίων -κάτι πολιτικά θεμιτό-, είναι η πρώτη φορά που η υπόθεση της ανάπτυξης αποκτά συγκεκριμένα τοπικά χαρακτηριστικά και διατρέχει ολόκληρη τη χώρα. Εάν όσα προτείνει η κυβέρνηση είναι σωστά ή όχι, θα κριθεί. Και θα μπορούσε να κριθεί ακόμα καλύτερα εάν η Ν.Δ είχε να αντιπαραθέσει έναν δικό της σχεδιασμό. Το (δικό της) εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο δεν έχει ακόμα παρουσιασθεί αλλά αυτό δεν σημαίνει πως η τοπική αυτοδιοίκηση και οι κατά τόπους φορείς πρέπει να απέχουν και να απαξιώνουν κάθε προσπάθεια. Μήπως εισηγείται η Ν.Δ να ανασταλλεί κάθε αναπτυξιακό εγχείρημα μέχρις ότου αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας η ίδια;
Ή, μήπως, ο συναινετικός λόγος και η διάθεση συνεργασίας (προς όφελος των ανθρώπων της περιφέρειά του) που δείχνει ο κ. Μπακογιάννης θεωρούνται στοιχεία μη συμβατά με την σκληρή αντιπολιτευτική ρητορική του κόμματος; Αν μη τι άλλο κάτι τέτοιο θα ήταν περίεργο για ένα αστικό κόμμα με συναινετική παράδοση. Ιδιαίτερα όταν το ίδιο επικαλείται συχνά ως επιχείρημα ότι δεν του προσφέρθηκε η ελάχιστη συναίνεση ούτε από το ΠΑΣΟΚ επί κυβέρνησης Καραμανλή, ούτε από τον ΣΥΡΙΖΑ επί κυβέρνησης Σαμαρά.
Ι