Ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, παραδέχεται στο τελευταίο βιβλίο του ότι μετανιώνει ακόμη το ότι δεν οδήγησε τη χώρα σε ασφαλές λιμάνι επικρίνοντας ταυτόχρονα το ρόλο της Δύσης. Χαρακτηρίζει λάθος του το ότι δεν επωφελήθηκε η πολιτική ηγεσία την στήριξη του λαού και, δεύτερον, ότι καθυστέρησε να μεταρρυθμίσει το ΚΚΣΕ και τη Σοβιετική Ένωση.
«Λυπάμαι πάντα γιατί δεν κατάφερα να οδηγήσω το σκάφος, στο τιμόνι του οποίου βρισκόμουν, σε καλό λιμάνι», γράφει ο 81χρονος σήμερα Γκορμπατσόφ στα απομνημονεύματά του, ένα βιβλίο 600 σελίδων που τιτλοφορείται «Πρόσωπο με πρόσωπο με τον εαυτό μου».
Προσθέτει ότι «αισθάνεται ένοχος επειδή είχα μεγάλη ευθύνη τόσο απέναντι στη Σοβιετική Ένωση όσο και στη διεθνή πολιτική».
Ο Γκορμπατσόφ, που βραβεύτηκε το 1990 με το Νόμπελ Ειρήνης, υποστηρίζει ότι «έγιναν λάθη στην ηγεσία (της ΕΣΣΔ) η οποία δρούσε υπό τα διασταυρούμενα πυρά των συντηρητικών και των ριζοσπαστών, των εθνικιστών που σχημάτιζαν ένα ενιαίο μέτωπο με στόχο να ανατρέψουν τη σοβιετική ηγεσία».
Στο βιβλίο του επισημαίνει ακόμη ότι «δεν επωφεληθήκαμε από την πλήρη υποστήριξη που μας πρόσφεραν στην αρχή» οι Ρώσοι για να σημειώσει ότι «λίγο-λίγο αρχίσαμε να χάνουμε» την υποστήριξη αυτή.
Παραδέχεται επιπλέον ότι «δεν μεταρρυθμίσαμε εγκαίρως την (Σοβιετική) Ένωση. Δεν μετατρέψαμε εγκαίρως το Κομμουνιστικό Κόμμα σε ένα σύγχρονο δημοκρατικό κόμμα. Αυτά είναι τα δύο βασικά λάθη».
Επικρίνει όμως ταυτόχρονα και τους Δυτικούς, κυρίως τις ΗΠΑ, γιατί στα τέλη της δεκαετίας του ’80 στήριξαν τον αντίπαλό του, τον Μπόρις Γέλτσιν, ο οποίος εξελέγη πρόεδρος της Ρωσίας και έδωσε τη χαριστική βολή στο σοβιετικό καθεστώς μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα, τον Αύγουστο του 1991.
Η Σοβιετική Ένωση έπαψε να υφίσταται σαν κρατική οντότητα τον Δεκέμβριο του 1991.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ