Με ένταση άρχισε στη Βουλή η συνεδρίαση της Εξεταστικής Επιτροπής η οποία διερευνά τα σκάνδαλα στο χώρο της Υγείας, με αφορμή το αίτημα που κατάθεσε στην Επιτροπή η Λίνα Νικολοπούλου (σύζυγος του Γιάννη Στουρνάρα) να καταθέσει ως μάρτυρας για την υπόθεση του ΚΕΕΛΠΝΟ και το οποίο απόρριψε η πλειοψηφία με το σκεπτικό ότι δεν είναι πολιτικό πρόσωπο. Το όνομα της κυρίας Νικολοπούλου αναφέρεται στην υπόθεση του ΚΕΕΛΠΝΟ καθώς η εταιρεία της, Mindwork Business Solutions, είχε συνάψει συμβάσεις με τον οργανισμό για επικοινωνιακές υπηρεσίες.
Η απόφαση αυτή προκάλεσε την αντίδραση των βουλευτών της ΝΔ και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, με τον βουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης Νότη Μηταράκη να κατηγορεί την πλειοψηφία λέγοντας: «Επί ένα χρόνο πετάτε λάσπη σ’ αυτή τη γυναίκα και τώρα που σας ζητάει να καταθέσει το αρνείστε», και να αποχωρεί σε ένδειξη διαμαρτυρίας.
Κατά την έναρξη της συνεδρίασης της Εξεταστικής Επιτροπής, ο πρόεδρός της, Αντώνης Μπαλωμενάκης γνωστοποίησε ότι στις επόμενες συνεδριάσεις θα κληθούν να καταθέσουν ως μάρτυρες ο πρώην υπουργός Υγείας επί ΝΔ Μάκης Βορίδης και στη συνέχεια ο νυν αναπληρωτής υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης.
Επίσης, μετά την πρόταση του προέδρου της Επιτροπής αποφασίστηκε να ζητηθούν από τις υπηρεσίες και τους φορείς όλα τα στοιχεία και οι αποφάσεις που καθόρισαν την πολιτική του φαρμάκου και συνολικά την ιατρό- φαρμακευτική δαπάνη, συμπεριλαμβανομένης και αυτής από την προμήθεια υλικών, τόσο για το Δημόσιο όσο και για τον ιδιωτικό τομέα.
Παράλληλα και σύμφωνα με την απόφαση των μελών της Επιτροπής, στο επόμενο διάστημα θα συνεχιστεί η διερεύνηση της υπόθεσης ΚΕΕΛΠΝΟ καθώς, όπως τόνισε, ο κ. Μπαλωμενάκης «επιβεβαιώνεται η ύπαρξη έκνομων ενεργειών που συνδέονται και εφάπτονται σε πολλά σημεία με το σκάνδαλο Novartis».
Ως εκ τούτου, όπως σημείωσε ο πρόεδρος της Επιτροπής, «στοιχεία της υπόθεσης Novartis θα παραδίδονται στην Προανακριτική και αντίστροφα».
Σε επίπεδο μαρτύρων σήμερα κατέθεσε στην επιτροπή ο πρώην υπουργός Υγείας (εξωκοινοβουλευτικός υπουργός), την περίοδο 1993-1996, Δημήτρης Κρεμαστινός, ο οποίος εκλήθη να καταθέσει κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας, «ως ειδήμων» στα θέματα υγείας με την ιδιότητα και του πρώην υπουργού αλλά και του καθηγητή- ιατρού.
Ο κ. Κρεμαστινός απαντώντας στις ερωτήσεις των μελών της επιτροπής, επανέλαβε αρκετές φορές ότι η αιτία του «κακού» της διαφθοράς στο χώρος της υγείας είναι το «υπερκέρδος». Όπως είπε, το «μαύρο χρήμα» στον χώρο της Υγείας είναι μια πραγματικότητα που αντικατοπτρίζεται σε μεγάλα ποσά, δηλώνοντας ωστόσο ότι δεν μπορεί να υπολογίσει σε τι νούμερα αυτό θα μπορούσε να αντιστοιχεί.
Ο κ. Κρεμαστινός αναφέρθηκε και στις φαρμακευτικές εταιρείες, λέγοντας ότι «τα καρτέλ των φαρμακευτικών υπήρχαν από την περίοδο που ο ίδιος ήταν υπουργός».
Αναφερόμενος στο ΚΕΕΛΠΝΟ, υποστήριξε ότι όταν ανέλαβε υπουργός αντιλήφθηκε όλες τις αδυναμίες αλλά και τις τεράστιες δυνατότητες του συγκεκριμένου οργανισμού και σημείωσε ότι ο ίδιος δεν άλλαξε τα μέλη που βρήκε στο ΔΣ και έτσι υπήρχαν μέσα στελέχη και της τότε κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, με ένα από αυτά να ήταν ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος.
Ερωτηθείς για τη διαφημιστική δραστηριότητα του Οργανισμού, ο κ. Κρεμαστινός σημείωσε ότι «όταν ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ζητά να γίνουν καμπάνιες για επιδημίες ή λοιμούς εννοεί πολλαπλές δράσεις», αιτιολογώντας ότι «σε περίπτωση επιδημιών η χώρα μπορεί εάν δεν ενημερωθεί να θρηνήσει πολλά θύματα». «Αλίμονο εάν φύγουμε από αυτή την αρχή» σημείωσε ο κ. Κρεμαστινός και συνέχισε λέγοντας: «έτσι πρέπει να συνεχίσει να λειτουργεί και να δρα το ΚΕΕΛΠΝΟ γιατί δεν μπορούμε να παίζουμε με τους λοιμούς».
Ενώ ερωτηθείς για το επίμαχο θέμα των εμβολίων γρίπης και τι θα έπραττε ο ίδιος εάν ήταν υπουργός εκείνη την περίοδο, απάντησε λακωνικά: «εάν έπρεπε να παραγγείλω εγώ τα εμβόλια θα σκεφτόμουν ιατρικά γιατί είμαι γιατρός».
Ο Δημήτρης Κρεμαστινός αρκετές φορές στην κατάθεσή του επανέλαβε ότι ναι μεν «ευθύνεται το πολιτικό σύστημα», αλλά η αιτία του κακού είναι το «υπερκέρδος» και σημείωσε: «Κόψε πρώτα το υπερκέρδος και μετά πήγαινε στο επόμενο βήμα», ενώ σχολίασε ότι τα «συνέδρια» ευνοούν αυτά τα φαινόμενα.
Τέλος, σημείωσε ότι «ο αγώνας κατά της διαφθοράς είναι παγκόσμιος και αέναος και δυστυχώς παρατηρείται το φαινόμενο της «Λερναίας Ύδρας», αλλά η πάταξη της είναι ο πρωταρχικός στόχος». Ωστόσο με τη μεγάλη του εμπειρία υποστήριξε ότι πρωτογενώς πρέπει η χώρα να καταγράφει πόσα φάρμακα πουλάει και όχι σε ποια τιμή καθώς, όπως είπε, ένας υπουργός μειώνει την τιμή ενός φαρμάκου και η εταιρεία το επαναφέρει με άλλο όνομα και σε μεγαλύτερη τιμή.