Δύο δηλώσεις, μια του πρωθυπουργού από τις Βρυξέλλες και μία του υπουργού Εξωτερικών από τα Σκόπια, ξεδιπλώνουν, ίσως, με τον πιο ανάγλυφο τρόπο την τακτική της Αθήνας στο περίπλοκο (όπως εξελίσσεται) θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ και των αλλαγών στο Σύνταγμα.
Ο Αλέξης Τσίπρας, απαντώντας σε δημοσιογράφου σκοπιανού μέσου ενημέρωσης είπε: «Εύχομαι σε δύο μήνες να συστήνεστε εδώ ως εκπρόσωπος της Gorna Makedonija». «Κι αυτό έχει μια αξία να το δείτε όλοι σας. Γιατί κάποιοι νομίζουν ότι πάμε να δώσουμε ένα όνομα που εδώ το χρησιμοποιούν εδώ και μια 25ετία, μην πω μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Ή τέλος πάντων όποιο άλλο όνομα από κοινού συμφωνήσουμε. Δεν προκρίνω το Gorna Makedonija , μπορεί να συμφωνήσουν οι υπουργοί Εξωτερικών που βρίσκονται σε διαπραγμάτευση κάτι άλλο».
Ορισμένοι εξέλαβαν την αναφορά Τσίπρα στο Gorna Makedonija ως “γκάφα”. Η Ν.Δ έσπευσε, μάλιστα, να εκδώσει ανακοίνωση, χαρακτηρίζοντας “ασόβαρη” την δήλωση, ο δε αρμόδιος τομεάρχης του κόμματος Γιώργος Κουμουτσάκος εμφανίστηκε ακόμα περισσότερο επικριτικός.
Ήταν “γκάφα”; Ήταν μια βιαστική αναφορά ή ένα λεκτικό “΄παιγνίδι”; Η εικόνα που έχουν κάποιοι είναι πως ο Αλέξης Τσίπρας διατύπωσε εν γνώση του τη συγκεκριμένη φράση για έναν λόγο: ήθελε να βάλει, στο υψηλότερο επίπεδο, στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης το συγκεκριμένο όνομα. Είναι η ονομασία που προκρίνεται από την Ελλάδα, είχε συμφωνήσει επ΄ αυτής ο ίδιος ο Ζόραν Ζάεφ κατά τη συνάντηση των δύο πρωθυπουργών στο Νταβός και συμπυκνώνει σχεδόν με απόλυτο τρόπο την εθνική γραμμή του Βουκουρεστίου. Ο Αλέξης Τσίπρας είχε ήδη επικοινωνήσει με το Νίκο Κοτζιά που ετοιμαζόταν να αναχωρήσει από τα Σκόπια. Ο υπουργός Εξωτερικών του μετέφερε όλες τις δυσκολίες της διαπραγμάτευσης και τα προσκόμματα που θέτει ο ομόλογός του Νικολά Ντιμιτρόφ που προέρχεται από τις παρυφές του εθνικιστικού VMRO=DPMNE και ελέγχεται από τον αδιάλλακτο πρόεδρο Γκεόργκι Ιβάνοφ.
Ακριβώς γι αυτό το λόγο, ο Αλέξης Τσίπρας έθεσε δημοσίως την ελληνική “κόκκινη” γραμμή σχετικά με το όνομα στο “Gorna Makedonija”. Όπως είχε ήδη κάνει ο Νίκος Κοτζιάς στα Σκόπια, λέγοντας πως δεν μπορεί να υπάρξει λύση χωρίς αλλαγές στο προοίμιο του Συντάγματος ή πλήρης και κατοχυρωμένη αναγνώριση ότιτο ευρωπαϊκό και διεθνές δίκαιο υπερισχύει του εθνικού συντάγματος.
Η δεύτερη δήλωση που έχει αξία είναι αυτή που έκανε ο Νίκος Κοτζιάς. «Για την Ελλάδα δεν είναι υπαρξιακό το ζήτημα. Μπορούμε να ζήσουμε και χωρίς τη λύση. Δεν νομίζω ότι αυτό ισχύει και για την άλλη πλευρά. Είμαστε σήμερα στα Σκόπια γιατί θέλουμε τη λύση και όχι γιατί μας πιέζει το ΝΑΤΟ».
Το μήνυμα είναι σαφές και απευθύνεται τόσο προς τα Σκόπια αλλά και το εσωτερικό της Ελλάδας, κυρίως, όμως, προς τους εταίρους στην ΕΕ και συμμάχους στο ΝΑΤΟ αλλά και τις χώρες που δρουν αντίρροπα για να ναρκοθετήσουν τη λύση, ήτοι την Τουρκία και τη Ρωσία.
Και, πράγματι, η Ελλάδα μπορεί να συνεχίσει να ζει χωρίς λύση στο Σκοπιανό. Αρκεί, βεβαίως, να έχει καταστεί σαφές προς όλους πως για ένα πιθανό ναυάγιο ευθύνεται η αδυναμία της κυβέρνησης Ζαεφ να περάσει τις αναγκαίες αλλαγές στο εσωτερικό της πολιτικό σκηνικό.
Συγκρατημένα αισιόδοξος ο Κοτζιάς
Όπως αναφέρει το protothema.gr, χθες αργά το απόγευμα, ο Νίκος Κοτζιάς ολοκλήρωσε το ταξίδι του στα Σκόπια, «φεύγοντας πιο αισιόδοξος απ’ ότι ήρθε». Έτσι τουλάχιστον δήλωσε, επαναλαμβάνοντας για ακόμη μία φορά την άποψη πως η κατ’ ιδίαν συζήτηση και διαπραγμάτευση είναι ό,τι πιο σημαντικό και θετικό μπορεί να συμβεί σε τέτοιες περιπτώσεις. Εξάλλου, διπλωματικές πηγές στην Αθήνα, μετά τις κρίσιμες επαφές του, αναφέρουν πως οι «πιθανότητες για λύση αυξήθηκαν έστω και λίγο». Κάτι άλλο, όμως, που επίσης σχολίαζουν είναι ότι η προσέγγιση Ελλάδα-Σκοπίων έχει μετατραπεί σε σκωτσέζικο ντους…
Μετά από αλλεπάλληλες συναντήσεις με την πολιτική ηγεσία της χώρας, κατέστη σαφές ότι ενώ μεταξύ Αθηνών και Σκοπίων διατηρείται μια δυναμική επίλυσης του προβλήματος της ονομασίας, οι δύο πλευρές έχουν ήδη μπει στο παιχνίδι της επίρριψης ευθυνών ενόψει προδιαγεγραμμένης αποτυχίας. Το κλίμα, άλλωστε, παρά τις εκατέρωθεν αβροφροσύνες ήταν βαρύ πριν, κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά την επίσκεψη. Η επιμονή της ΠΓΔΜ στο να μην μετατεθεί το βάρος της διαπραγμάτευσης σε διμερές επίπεδο, η αντιπρόταση που ήρθε λίγα εικοσιτετράωρα πριν την άφιξη του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών στην ΠΓΔΜ και η διαρροή της συνομιλίας Ντιμιτρόφ με ομάδα ξένων πρεσβευτών, στην οποία ο υπουργός Εξωτερικών έκανε λόγο για «παραλογισμούς» στη θέση της Αθήνας, «έχει χαλάσει τη σούπα».
Ακόμα και κατά τη διάρκεια του δείπνου εργασίας με τον ομόλογό του Νικόλα Ντιμιτρόφ, αλλά και στον μαραθώνιο συνομιλιών, με τον πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ, καθώς και τους αρχηγούς των κομμάτων, σλαβικών και αλβανικών ήταν εμφανές ότι το ζήτημα της ταυτότητας και του συντάγματος εξελίσσεται σε γόρδιο δεσμό. Το συμπέρασμα του Νίκου Κοτζιά, το οποίο και μεταφέρθηκε αμέσως στον πρωθυπουργό ήταν, όμως, ότι η ηγεσία της γείτονας χώρας δεν είναι ενιαία.
Ακόμα και στο εσωτερικό της κυβέρνησης των Σκοπίων καταγράφονται διαφορετικές ταχύτητες, με τον Νικόλα Ντιμιτρόφ να έχει αναλάβει τις πιο σκληρές τοποθετήσεις. Αυτό αφήνει μία χαραμάδα ελπίδας, χωρίς, όμως, να σημαίνει ότι η Αθήνα ποντάρει σε μία λύση. Θα επιθυμούσε έναν έντιμο συμβιβασμό, αλλά ούτε σ’ αυτό δεν μπορεί να βασιστεί. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο Νίκος Κοτζιάς «δεν είναι υπαρξιακό το ζήτημα. Μπορούμε να ζήσουμε και χωρίς τη λύση. Δεν νομίζω ότι αυτό ισχύει και για την άλλη πλευρά. Είμαστε σήμερα στα Σκόπια γιατί θέλουμε τη λύση και όχι γιατί μας πιέζει το ΝΑΤΟ».
Πάντως, τα δημοσιεύματα του σκοπιανού Τύπου, εξακολουθούν να τονίζουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ζητούν ταχεία λύση στη διαμάχη Σκοπίων-Ελλάδας. Αυτό που προβληματίζει πλέον την Αθήνα είναι μήπως ακόμα και να κλείσει το Σκοπιανό, αυτό θα έχει τη μορφή ήττας και όχι νίκης. Οι απαιτήσεις των γειτόνων μας, άλλωστε, μεγαλώνουν μέρα με τη μέρα. Όπως και να έχει, η υψηλού συμβολισμού επίσκεψη του Έλληνα υπουργού ολοκληρώθηκε και τώρα μετράμε μέρες για τη συνάντησή του την ερχόμενη Παρασκευή, στις 30 Μαρτίου με την σκοπιανή αντιπροσωπεία και τον ειδικό απεσταλμένο των Ηνωμένων Εθνών Μάθιου Νίμιτς στη Βιέννη.