Πεδίο μετωπικής σύγκρουσης αποτελεί στη Βουλή το νομοσχέδιο για την πώληση λιγνιτικών μονάδων τής ΔΕΗ. Η συζήτηση κι επεξεργασία του νομοσχεδίου Διαρθρωτικά Μέτρα για την πρόσβαση στο λιγνίτη και το περαιτέρω άνοιγμα της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρισμού ξεκίνησε, με τη διαδικασία του επείγοντος, στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, με στόχο να ψηφιστεί μέσα στην προσεχή εβδομάδα από την Ολομέλεια, στη σκιά των κινητοποιήσεων τις οποίες έχει προαναγγείλει η ΓΕΝΟΠ- ΔΕΗ από τα μεσάνυχτα της προσεχούς Κυριακής.
Το νομοσχέδιο είναι προαπαιτούμενο για την ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης και στη συζήτηση που θα ακολουθήσει τις επόμενες ημέρες, με ενδιαφέρον αναμένεται και η στάση βουλευτών της κυβερνητικής πλειοψηφίας που εκλέγονται στις περιοχές της αποεπένδυσης της ΔΕΗ από τις λιγνιτικές μονάδες, καθώς αυτά ήταν εμβληματικού χαρακτήρα ζητήματα που είχε αναδείξει ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση.
«Αν δεχόμασταν όσα είχαν συμφωνήσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις για το ξεπούλημα μεγάλων επιχειρήσεων, δεν θα είχαμε πρόβλημα με τον χρόνο και θα ήταν πολύ νωρίτερα έτοιμα τα νομοσχέδια» ήταν το σχόλιο του εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ, Ηλία Καματερού, στις αντιδράσεις των κομμάτων τής αντιπολίτευσης.
Ο βουλευτής δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει ότι το νομοσχέδιο έχει διαφοροποιηθεί, σε μεγάλο βαθμό, σε σχέση με αυτό που είχαν συμφωνήσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις με τους θεσμούς. «Το ίδιο αντιμετωπίσαμε σε όλες τις συμφωνίες που βρήκαμε και υποχρεωθήκαμε να δεχθούμε, όπως με το λιμάνι του Πειραιά όπου καταφέραμε να απελευθερώσουμε ζώνες, κτίρια, περιουσία του ΟΛΠ εκτός του λιμένα, και να διασφαλίσουμε τα δικαιώματα των εργαζομένων. Το ίδιο έγινε και με το Ελληνικό, όταν καταφέραμε να αποδεσμεύσουμε μεγάλα κομμάτια και να αυξήσουμε το πράσινο και να μειώσουμε τη δόμηση, να απελευθερώσουμε παραλίες. Το ίδιο και με το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Συνεπώς, χρειαζόταν χρόνος για διαπραγματεύσεις προς όφελος του ελληνικού Δημοσίου. Όσον αφορά το επείγον, δεν το κρύβουμε ότι είναι προαπαιτούμενο της αξιολόγησης. Οι ημερομηνίες τρέχουν και αναφέρονται και μέσα στο νομοσχέδιο» είπε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
Αναφερόμενος στο ιστορικό για την απόφαση της αποέπενδυσης, ο κ. Καματερός σημείωσε ότι η σημερινή κυβέρνηση “βρήκε” μία δέσμευση που είχαν αναλάβει για την εκποίηση ενός κομματιού του ΔΕΗ, αλλά κατάφερε με τις διαπραγματεύσεις να περιορίσει αυτό το ποσοστό της ΔΕΗ μόνο στις λιγνιτικές μονάδες, και μάλιστα σε έναν τομέα, για τον οποίο υπάρχει καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που υποχρεώνει να δοθεί και σε ιδιώτες η δυνατότητα να επενδύουν πάνω στην παραγωγή ενέργειας με λιγνίτη. Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε, εξάλλου, τις δεσμεύσεις που απορρέουν και από διεθνείς συνθήκες και πρόσθεσε πως είναι και πολιτική της κυβέρνησης ότι με την πάροδο του χρόνου θα πρέπει να βαίνει μειούμενη η εκμετάλλευση και παραγωγή ενέργειας με λιγνίτη.
«Όχι» στο νομοσχέδιο δηλώνει η ΝΔ. Ο εισηγητής της, Θεόδωρος Σκρέκας, επέλεξε να ξεκινήσει την τοποθέτησή του με την υπόμνηση όσων είχε πει ο Αλέξης Τσίπρας, ως αντιπολίτευση, για το ενδεχόμενο να ιδιωτικοποιηθούν κομμάτια της περιουσίας της ΔΕΗ, όταν, όπως επισήμανε ο κ. Σκρέκας, είχε προαναγγείλει την παραπομπή στη δικαιοσύνη των υπουργών και πολιτικών που θα υπέγραφαν αυτές τις αποφάσεις. «Σήμερα, όμως, έρχεται ένα νομοσχέδιο που πουλάει μονάδες της ΔΕΗ και μάλιστα τις πουλάει με τρόπο που είναι καταστροφικός και για τη ΔΕΗ και για το δημόσιο συμφέρον. Το νομοσχέδιο αυτό κάνει μάλιστα αυτό που τότε κατηγορούσε, δηλαδή προνομιακά πριμοδοτεί αυτές τις μονάδες και όποιος υποψήφιος ιδιώτης επενδύτης έρθει, θα μπορέσει να κερδοσκοπήσει» υπογράμμισε και πρόσθεσε ότι προκύπτει ηθικό ζήτημα για τις προεκλογικές εξαγγελίες του κ. Τσίπρα που έγιναν για να υποκλέψει την ψήφο παραγωγικών δυνάμεων.
Ο κ. Σκρέκας δεν αρνήθηκε ότι η ΔΕΗ είχε προνομιακή μονοπωλιακή πρόσβαση στην αγορά τού λιγνίτη, αλλά κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι θα πουλήσει τις μονάδες που έχουν το χαμηλότερο μεταβλητό κόστος παραγωγής της ΔΕΗ, δηλαδή ότι πουλάει τις πιο ανταγωνιστικές μονάδες της ΔΕΗ σήμερα. Κατηγόρησε, επίσης, την κυβέρνηση ότι για να προικοδοτήσει, μάλιστα, αυτές τις μονάδες και να τις κάνει ελκυστικότερες στον ιδιώτη επενδυτή, αφαιρεί προσωπικό και εργαζόμενους από αυτές, ώστε να επιβαρύνεται λιγότερο το μισθολογικό κόστος τους και να γίνουν ακόμη πιο ανταγωνιστικές. Την ίδια ώρα η κυβέρνηση, όπως είπε, και φορτώνει αυτό το προσωπικό στην υπόλοιπη ΔΕΗ και δεν επιβαρύνει τις προς πώληση μονάδες με ούτε ένα ευρώ δανειακών υποχρεώσεων, αφού όλα τα δάνεια τα ρίχνει στην εναπομείνασα ΔΕΗ. Ο βουλευτής της ΝΔ μίλησε για μεροληπτική στάση υπέρ του υποψήφιου επενδυτή επειδή επιβάλλεται διά νόμου στη ΔΕΗ να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει στο 100% την πιο σύγχρονη μονάδα που διαθέτει, τη μονάδα φυσικού αερίου στη Μεγαλόπολη, και επειδή το νομοσχέδιο την υποχρεώνει να τη λειτουργεί κατά 40% έως 50% κάτω από τις δυνατότητές της. «Εδώ γίνονται πράγματα ανήκουστα και εγκληματικά, στο πλαίσιο ενός σχεδίου, από τη σημερινή κυβέρνηση που έφερε τη ΔΕΗ σε πολύ δύσκολη θέση» σημείωσε ο βουλευτής της ΝΔ.
Η κυβέρνηση είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσής της, ανέφερε ο ειδικός αγορητής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Γιώργος Αρβανιτίδης, και ζήτησε απόσυρση του νομοσχεδίου για να έρθει μία σοβαρή πρόταση που θα διασφαλίσει τη βιωσιμότητα της ΔΕΗ και θα είναι επικερδής στην ελληνική οικονομία.
Ο βουλευτής προειδοποίησε ότι η ΔΕΗ «κινδυνεύει να μείνει μόνο με το κακό κομμάτι μίας εταιρείας. Μία άλλη κακή ΔΕΗ που θα μείνει μόνο με κακοπληρωτές και με περισσότερα από 3 δισ. ανείσπρακτες οφειλές». «Η επιλογή που κάνετε σήμερα και φέρνουν αποκλειστικά τη δική σας σφραγίδα, μπορεί να μας οδηγήσουν σε πολύ χειρότερα αποτελέσματα» τόνισε ο κ. Αρβανιτίδης. Όπως εκτίμησε, η κυβέρνηση, αφού καθυστέρησε επί τρία χρόνια, σήμερα, με την πλάτη στον τοίχο, φέρνει άρον-άρον στη Βουλή αυτό το νομοσχέδιο που οδηγεί σε ξεπούλημα λιγνιτικών πηγών και μονάδων, την ίδια ώρα που η ΔΕΗ κινδυνεύει να σκάσει σαν ωρολογιακή βόμβα και οι συνέπειες αφορούν όλη τη χώρα, τους πολίτες, τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία. Ο βουλευτής της ΔΗΣΥ αναφέρθηκε και στους εργαζόμενους της ΔΕΗ, για τους οποίους είπε ότι εμπαίζονται από τη σημερινή κυβέρνηση.
«Το νομοσχέδιο είναι ένα ακόμη βήμα, από τα πολλά που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια, για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας» επισήμανε ο βουλευτής του ΚΚΕ, Νίκος Καραθανασόπουλος, προσθέτοντας ότι είναι μία επιλογή της ΕΕ για την κερδοφορία των κεφαλαιοκρατών. Δεν είναι βήμα για την ενεργειακή επάρκεια ή ένα βήμα για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, είπε ο βουλευτής του ΚΚΕ. Ο κ. Καραθανασόπουλος δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης συμφωνούν στη στρατηγική της ΕΕ για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, η οποία θα προχωρήσει μέσα από τη συρρίκνωση και ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, μέσα από τη διαμόρφωση ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος για τη δράση των επιχειρηματικών ομίλων στον τομέα της ενέργειας, είτε αφορά την παραγωγή, είτε τη διάθεση. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτή η στρατηγική έχει τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις στον τομέα της ενεργειακής επάρκειας, αφού είναι φανερό ότι ενώ η Ελλάδα έχει τεράστιες πηγές παραγωγής ενέργειας, που είτε είναι ανανεώσιμης μορφής, είτε από ορυκτές μορφές, βρίσκεται στην ανάγκη να καταφεύγει σε εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από άλλες χώρες. όΠως συμπλήρωσε, αρνητικές επιπτώσεις υπάρχουν και στα εργασιακά δικαιώματα, και το νομοσχέδιο θα επιφέρει περαιτέρω ενεργειακή φτώχεια σε βάρος του λαού. «Ακούω σήμερα βουλευτές των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης να σκίζουν τα ιμάτια τους για τους εργαζόμενους. Μα αυτοί δεν έβαλαν τις ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις και που η σημερινή κυβέρνηση τις επεκτείνει φαλκιδεύοντας το δικαίωμα στη σταθερή, στη μόνιμη εργασία;» σχολίασε ο κ. Καραθανασόπουλος και απευθύνθηκε στα άλλα κόμματα: «Πόσων ταχυτήτων εργαζόμενοι υπάρχουν σήμερα στη ΔΕΗ ή είναι υπό δημόσιο έλεγχο; Δεν υπάρχουν οι ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι και μάλιστα στις πιο επώδυνες συνθήκες, μέσα στα ορυχεία;».
Ο βουλευτής των ΑΝΕΛ, Θανάσης Παπαχριστόπουλος, έκανε αναφορά στις υποχρεώσεις τής χώρας για την κλιματική αλλαγή και στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου το 2016. Όπως είπε, ότι έχει έρθει η ώρα που το παλαιό ενεργειακό μοντέλο θα πρέπει να ξεκινήσει να αντικαθίσταται. «Δεν είναι εύκολο, αλλά πρέπει κάποιοι να μπουν μπροστά» υποστήριξε και πρόσθεσε ότι «η κυβέρνηση, με ειλικρίνεια, φέρνει αυτό το νομοσχέδιο που δεν είναι εύκολο και ξεβολεύει ανθρώπους στη Βόρεια Ελλάδα». «Με όλον τον σεβασμό σε αυτές τις ομάδες, εμείς, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, είμαστε κοντά σε αυτό το νομοσχέδιο, και επί της αρχής και επί των άρθρων» σημείωσε ο κ. Παπαχριστόπουλος.
Ο βουλευτής της Ένωσης Κεντρώων, Μάριος Γεωργιάδης, που δηλώνει «κατά» επί της αρχής του νομοσχεδίου, τόνισε ότι παραχωρούνται και αργότερα θα πουληθούν όσο-όσο περιουσιακά στοιχεία της ΔΕΗ, αφού η κυβέρνηση εγκατέλειψε τα περί αναγκαιότητας του δημόσιου χαρακτήρα της εταιρείας. Αναφερόμενος στους σχεδιασμούς για το μέλλον των εργαζομένων, κάλεσε τον αρμόδιο υπουργό να καταθέσει στη Βουλή το σχέδιο εθελουσίας εξόδου και τα ποσά, και να διευκρινίσει από πού θα καλυφθούν. Δεν παρέλειψε, εξάλλου, να επισημάνει ότι η ΔΕΗ απασχολεί 18.902 υπαλλήλους, έχοντας πανευρωπαϊκό ρεκόρ για τέτοιου είδους εταιρεία, να καταγγείλει ότι μοιράζει μεγάλα ποσά σε μπόνους και να κατηγορήσει τη διοίκηση για σπατάλες διαχείρισης. Ο κ. Γεωργιάδης είπε ότι πολλές πρόνοιες του νομοσχεδίου θα προχωρήσουν κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων, συμπληρώνοντας ότι υπάρχουν άρθρα που έρχονται σε αντίθεση με τη συμφωνία των Παρισίων.
Από το Ποτάμι, ο Γιώργος Μαυρωτάς επανέφερε τις προτάσεις του κόμματος περί μίας μικρής νέας ΔΕΗ για να ανοίξει η αγορά και να προσελκύσει τη συμμετοχή νέων αξιόπιστων επενδυτών, διότι η πώληση μεμονωμένων μονάδων δεν είναι ελκυστική, σε αντίθεση με την πώληση ενός παραγωγικού χαρτοφυλακίου που μπορεί να υπάρξουν αξιόπιστοι επενδυτές. Επανέφερε, επίσης, την πρόταση για την ύπαρξη στρατηγικού επενδυτή, για εργασιακή ειρήνη με την αξιοποίηση του εξειδικευμένου προσωπικού της ΔΕΗ, για τη βελτίωση της εισπραξιμότητας της ΔΕΗ και για νέο μοντέλο που θα στηρίζει τις πιο δυναμικές λειτουργίες της ΔΕΗ. Τίποτα από όλα αυτά δεν άκουσε η κυβέρνηση, υπογράμμισε ο κ. Μαυρωτάς.
Ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής, Ι. Σαχινίδης, υποστήριξε ότι ο λιγνίτης είναι καύσιμο στρατηγικής σημασίας, για να καταγγείλει ότι τα τελευταία χρόνια έκλεισαν λιγνιτωρυχεία αλλά τα εργοστάσια προμηθεύονται αλβανικό, βουλγαρικό και τουρκικό λιγνίτη, «δηλαδή τα δικά μας ορυχεία έκλεισαν για να πληρώνει ακριβά ο πολίτης εισαγωγές από τόνους λιγνίτη από τις γειτονικές χώρες». Ο κ. Σαχινίδης τόνισε ότι «η χρήση λιγνίτη αποφέρει στην Ελλάδα τεράστια εξοικονόμηση συναλλάγματος, αλλά δεν μας επιτρέπεται από την ΕΕ να εκμεταλλευτούμε το ενεργειακό πλεονέκτημα που έχουμε ως χώρα». Παράλληλα, προέβλεψε ότι έρχεται εργασιακός μεσαίωνας για τους εργαζόμενους που θα παραμείνουν στις δύο νέες εταιρείες μόνο για μια εξαετία.