Μια ψυχογραφία του Χίτλερ από τη σκοπιά ενός γιατρού που τον έσωσε κάποτε από την τύφλωση. Ένα άγνωστο βιβλίο του συγγραφέα Ερνστ Βάις για την άνοδο του ναζισμού παρουσιάζεται τώρα στο ελληνικό κοινό.
Eρνστ Βάις, Ο Αυτόπτης Μάρτυρας, Εκδόσεις Σκαρίφημα
Ο Ερνστ Βάις αυτοκτόνησε την ημέρα που τα ναζιστικά στρατεύματα εισέβαλαν στο Παρίσι στις 15 Ιουνίου του 1940 και δεν πρόλαβε ποτέ να δει τυπωμένο το τελευταίο βιβλίο του, τον «Αυτόπτη Μάρτυρα». Το βιβλίο εκδόθηκε πολλά χρόνια μετά τον θάνατο του Βάις, το 1963. Από τον αιφνίδιο θάνατο του Βάις αλλά και την μυστηριώδη εξαφάνιση μετά την αυτοκτονία του μιας βαλίτσας με χειρόγραφες σημειώσεις του στο Παρίσι άντλησε μάλιστα έμπνευση και η συγγραφέας Άννα Ζέγκερς για το δικό της μυθιστόρημα, «Τράνζιτο», που γράφτηκε το 1944, σημειώνει ο Αλέξαδρος Κυπριώτης. Ο Βάις ήταν Εβραίος αλλά και βαθιά δημοκράτης και ως εκ τούτου «εχθρός» του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος στη Γερμανία, όπου έζησε και εργάστηκε για πολλά χρόνια.
Ήταν και ο ίδιος ένας αυτόπτης μάρτυρας, όπως και ο ήρωας του ομώνυμου μυθιστορήματος. Αυτόπτης μάρτυρας μιας «κορεσμένης εποχής», όπως γράφει στο βιβλίο, μιας εποχής που είχε φτάσει σε τέλμα: από την βιομηχανική πρόοδο στον όλεθρο του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου κι από την «εκπληκτική εποχή της άνθησης» στα πρώτα χρόνια της Δημοκρατία της Βαϊμάρης στην άνοδο και ολοκληρωτική επικράτηση του ναζισμού, που σήμανε το τέλος των «ιδανικών του κοσμοπολιτισμού». Ακόμη και οι περιγραφές ασήμαντων οικογενειακών στιγμών, περιστατικών από την καθημερινότητα και συναντήσεων με ανθρώπους διαφορετικών κοινωνικών καταβολών, θρησκευτικών πεποιθήσεων και ιδεολογίας αναδύουν το αποπνικτικό κλίμα, τις αντιφάσεις αλλά και την σταδιακή άνοδο του αντισημιτισμού. Κι όλα αυτά από την οπτική ενός μεσοαστού που παλεύει να βρει τον δρόμο του μέσα σε μια περίοδο χάους. Ακριβώς αυτή η μεσοαστική οπτική είναι που διαφοροποιεί τον Βάις από τον Κάφκα και άλλους συγγραφείς του μεσοπολέμου.
Η ανατομία του ναζιστικού φαινομένου
Πόσο αυτοβιογραφικός είναι όμως ο «Αυτόπτης Μάρτυρας»; Όπως αναφέρει ο μεταφραστής του Βάις, ο ήρωας του μυθιστορήματος έχει κοινά στοιχεία με τον συγγραφέα, είναι και οι δύο γιατροί που αναγκάστηκαν να ζήσουν σε πολλές χώρες, ενηλικιώνονται, σπουδάζουν, πηγαίνουν στον πόλεμο. Ο ήρωας ωστόσο δεν είναι Εβραίος, ούτε συγγραφέας αλλά ψυχίατρος.
Το βιβλίο βρίθει επίσης αναφορών σε πραγματικά γεγονότα του Α´ Παγκόσμιο Πόλεμου, της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης αλλά και της κρίσιμης δεκαετίας ´30 με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, του Α.Χ όπως αποκαλείται συνθηματικά στο βιβλίο. Mάλιστα ο Βάις παραθέτει και αποσπάσματα από το « Ο Αγών μου» του Χίτλερ. Το μυθιστόρημα είναι μια γραμμική αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο που ακολουθεί την πορεία του ήρωα από την εφηβεία του και τις αναμνήσεις του από τη συντηρητική οικογένειά του που δεν συμπαθούσε τους Εβραίους, στα φοιτητικά του χρόνια αλλά πολύ περισσότερο στην οδυνηρή εμπειρία να διατελέσει στρατιωτικός γιατρός στο Δυτικό Μέτωπο κατά τον Α´ ΠΠ.
Εκεί έμελλε να γνωρίσει ως θεράπων ιατρός τον υπερφίαλο, φανατικό και εμφανώς ψυχικά διαταραγμένο υποδεκανέα Α.Χ, που έπασχε από υστερική τύφλωση, όπως και πολλοί άλλοι βετεράνοι των χαρακωμάτων. Αυτό είναι ένα πραγματικό στοιχείο της ζωής του Χίτλερ, το οποίο αποκάλυψε στον Βάις ο δημοσιογράφος και πολιτικός συγγραφέας Κόνραντ Χάιντεν που είχε γράψει μια από τις πρώτες βιογραφίες του Χίτλερ ήδη τη δεκαετία του ´30. Ο ήρωας θεραπεύει, λοιπόν, τον Α.Χ. λίγο πριν την «τρομερή Ειρήνη των Βερσαλλιών» για να συνειδητοποιήσει όμως κάποια χρόνια αργότερα ότι ο ασήμαντος υποδεκανέας προήχθη σιγά σιγά σε ηγετικό στέλεχος ενός ολοκληρωτικού κόμματος που βυθίζει τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης σε όλο και μεγαλύτερο πολιτικό, κοινωνικό και πνευματικό σκότος. Μάλιστα ο υποδεκανέας μιλούσε με μοναδική μαεστρία τη γλώσσα του απλού λαού για να περάσει όμως τα πιο μισαλλόδοξα μηνύματα, καταφέρνοντας έτσι να κερδίσει τελικά τις εκλογές για το Ράιχσταγκ. Η υποταγή του πλήθους στον νέο πολιτικό «Μεσσία» ήταν απόλυτη. Ο Α. Χ. σε κάθε του ομιλία εκστασίαζε τις μάζες, που ήλπιζαν ότι θα τους βγάλει από τα δεινά της παρηκμασμένης εποχής -μιας εποχής που υφίστατο τις συνέπειες του Α´ ΠΠ και μιας μεγάλης οικονομικής κρίσης.
Το ηθικό δίλημμα του ήρωα: Να πράξει ως επιστήμονας ή ως πολίτης;
Ο Χίτλερ ήταν «ένας μάγος, ένας δεσπότης, ένας γητευτής κι ένας φριχτός, σκληρός ιερέας συγχρόνως», γράφει ο Βάις
Το ηθικό δίλημμα του «Αυτόπτη μάρτυρα» είναι τελικά «κατά πόσο έπραξε σωστά ο ήρωας του μυθιστορήματος θεραπεύοντας τότε στο Δυτικό Μέτωπο τον διαταραγμένο υποδεκανέα που έγινε στη συνέχεια ο Φύρερ, «ένας μάγος, ένας δεσπότης, ένας γητευτής κι ένας φριχτός, σκληρός ιερέας συγχρόνως», όπως τον περιγράφει στο βιβλίο.
Σε άλλο σημείο τον αποκαλεί «αχόρταγο, χωρίς φραγμούς, δαιμονικό» που «μιλούσε με μίσος για τους μαρξιστο-Eβραίους υπανθρώπους αλλά παραδεχόταν ότι δεν έχει διαβάσει Μαρξ». Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον Αλ. Κυπριώτη, αυτό που απασχολεί τον ήρωα είναι πώς τελικά βοήθησε έναν τέτοιο άνθρωπο να γίνει αυτό που έγινε στη συνέχεια. Τον απασχολεί ο ρόλος που έπαιξε εν αγνοία του στη ζωή ενός ανθρώπου που αιματοκύλισε μετά την Ευρώπη. Σε κάποιο σημείο του βιβλίο ο ήρωας αμφιταλαντεύεται έντονα, αντιπαλεύουν μέσα του από τη μια συνείδηση του γιατρού, του επιστήμονα κι από την άλλη το καθήκον του δημοκράτη πολίτη. «Ίσως για μια στιγμή μετάνιωσα γι αυτό που είχα κάνει το 1918», αναφέρει ο ήρωας στο βιβλίο. Τελικά όμως οριστική απάντηση δεν δίνει ο ήρωας για το αν έπραξε σωστά ή όχι. «Αυτό έχει να κάνει και με το ότι ο Βάις ο ίδιος ήταν γιατρός. Δεν παίρνει θέση, απλώς θέτει έναν προβληματισμό που είναι εντελώς ανθρώπινος», σημειώνει ο Αλ. Κυπριώτης.
Αλλά γιατί να διαβάσει σήμερα κανείς Ερνστ Βάις; Είναι ένα βιβλίο συγκλονιστικά προφητικό αν σκεφτεί κανείς ότι γράφτηκε πριν το ξέσπασμα του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου, κι όμως διαβάζοντάς το κανείς νιώθει ότι η πορεία προς τον όλεθρο του Ολοκαυτώματος ήταν προδιαγεγραμμένη. Είναι ένα ντοκουμέντο «ιστορικής μνήμης», αναφέρει και ο Αλέξανδρος Κυπριώτης. Ένα ξεχασμένο βιβλίο που υπενθυμίζει τους κινδύνους του άκρατου λαϊκισμού και της δαινομοποίησης του άλλου, του ξένου, του διαφορετικού ακόμη και σήμερα. Κι όπως λέει ο Αλ. Κυπριώτης, είναι σαν «ένα αίτημα της εποχής» να φέρνει ξανά στην επιφάνεια βιβλία που ήταν ξεχασμένα για πολλές δεκαετίες, όπως ο «Αυτόπτης Μάρτυρας».
Πηγή: Deutsche Welle