Σε μια χώρα που συνηθίζει να αμφισβητεί τα πάντα (διότι… τα ξέρει όλα και άρα μπορεί να κρίνει, να επικρίνει, επ ουδενί όμως, να αναγνωρίζει), εξακολουθούν να υπάρχουν κάποια δεδομένα, που επαφίενται στο αντικειμενικό. Ω ναι, υπάρχει ακόμα αυτό εκεί έξω. Δεν χρειάζεται λοιπόν, κάποιο debate για να αναδειχθεί ο πιο επιτυχημένος παράγοντας του ελληνικού αθλητισμού, στη σύγχρονη ιστορία του. Είναι ο Παύλος Γιαννακόπουλος.
Δες το από όποια οπτική γωνία θες. Από τη διάρκεια (το 1987 έγινε πρόεδρος του Ερασιτέχνη και το 2012 αποχώρησε ως αφεντικό της ΚΑΕ). Από την εξέλιξη που είχε η ομάδα μπάσκετ του Παναθηναϊκού στα χέρια του -η φήμη του έφτασε σε όλα τα σημεία του πλανήτη. Από τον αριθμό των τροπαίων -που τον κάνουν την πιο επιτυχημένη ομάδα της τελευταίας 25ετιας. Από τα χρήματα που ξόδεψε.
Από πολύ νωρίς είχε συμβιβαστεί με την ιδέα ότι αυτή η τρέλα δεν θα του έδινε ποτέ χρήματα. Θα του έδινε όμως, πληθώρα συναισθημάτων. Πολλά περισσότερα από τον μέσο άνθρωπο που έρχεται να ξοδέψει κάποια χρόνια σε αυτή τη γη. Περισσότερα από όσα ενδεχομένως να αντέχει ένας οργανισμός (και ο Παύλος και ο Θανάσης έχουν πάθει έμφραγμα, παρακολουθώντας ματς του Παναθηναϊκού, με τον… μύθο να θέλει τον Παύλο να βλέπει ματς με υπογλώσσια). Βέβαια, ο συγκεκριμένος είχε σκληραγωγηθεί από νωρίς. Από όταν είχε αναλάβει το ρόλο του πατέρα, για τα αδέλφια του, σε μια εποχή που το φαγητό στο τραπέζι δεν ήταν δεδομένο, κάθε μέρα.
TΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ ΣΤΗΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, Η ΟΡΦΑΝΙΑ ΚΑΙ Η ΕΠΙΒΙΩΣΗ
Εν έτη 1924, στην περίοδο της αβασίλευτης δημοκρατίας στην Ελλάδα -και τις ουκ ολίγες αλλαγές, στην τετραετία που ακολούθησε-, ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος αποπειράται το επιχειρείν και ανοίγει ένα φαρμακείο, στην αρχή της οδού Πειραιώς. Είναι από τα πρώτα φαρμακεία της Αθήνας και ο δημιουργός του έχει ως κύριο ζητούμενο το να βοηθήσει τον συνάνθρωπο. Αυτός ήταν και ο λόγος της επιτυχίας που γνώρισε, από στόμα σε στόμα. Αρχικά, τον εμπιστεύτηκε η γειτονιά, μετά όλη η πόλη. Έχουμε μεταφερθεί σε μια εποχή που ο φαρμακοποιός παρασκεύαζε ο ίδιος τα προϊόντα που χορηγούσε. Μια εποχή που η κύρια ανάγκη των ανθρώπων που περνούσαν την πόρτα του, ήταν να βρουν μια λύση στο πρόβλημα τους -κάτι που δεν ήταν ιδιαιτέρως απλό.
Το 1929, ο Δημήτρης και η Κατερίνα Γιαννακόπουλου, αποκτούν το πρώτο τους παιδί. Τον Παύλο. Δυο χρόνια μετά, έρχεται στη ζωή ο Θανάσης, ακολουθεί -μετά δυο χρόνια- ο Κώστας και μετά η Βασιλική. Και οι τέσσερις θα κουβαλούσαν πάντα στη ψυχή τους δυο φράσεις. Το “Αν δεις στο δρόμο σου μυρμήγκι, μην το πατήσεις. Μπορεί κάποτε να το χρειαστείς” του πατέρα τους και το “τον δουλευτή σου πλήρωνε και ψυχικά μην κάνεις”, την μητέρας τους. Δεν είχαν πολλά. Είχαν όμως, όσα χρειάζονταν και έτσι έμαθαν να εκτιμούν. Τα αγόρια, από πολύ νωρίς θα εκδηλώσουν έντονο ενδιαφέρον για το ποδόσφαιρο. Δεν προλάβαιναν να γυρίσουν από το σχολείο στο σπίτι, άλλαζαν και πήγαιναν στις λασπωμένες αλάνες (εκεί που σήμερα βρίσκεται το Γκάζι), για να παίξουν με τους φίλους τους. Φίλους που κράτησαν για το υπόλοιπο της ζωής τους, τους οποίους συναντούσαν τακτικά σε ταβερνάκια της περιοχής και θυμούνταν τα παλιά.
Στο πόδι από το ξημέρωμα
Οι καιροί ήταν δύσκολοι και ο πατέρας τους χρειαζόταν όλη τη βοήθεια που μπορούσε να έχει. Πολύ σύντομα λοιπόν, κάλεσε τους γιους του να συμβάλουν στο οικογενειακό τραπέζι. Εκείνοι, παράλληλα με τις σπουδές τους, φόρτωναν στις τσάντες τους τα δείγματα των φαρμάκων, πρωί πρωί και κινούσαν για να τα επιδείξουν σε όλους τους ενδιαφερόμενους. Ως πλασιέ. Από τότε, το βιολογικό τους ρολόι θα συνήθιζε να… χτυπά το ξημέρωμα. Ο οργανισμός τους θα συνήθιζε στην σκληρή δουλειά.
Ο Παύλος και ο Θανάσης θα φοιτήσουν στην Ανωτάτη Εμπορική και ο Κώστας θα γίνει μηχανολόγος. Φοιτητές όντες, αναγκάζονται να απευθύνουν το ύστατο χαίρε στον πατέρα τους. “Για να κάνουμε την κηδεία του, είχαμε πάρει δανεικά”, είχε αποκαλύψει πριν δυο δεκαετίες ο Παύλος, ο οποίος στα χρόνια που περνά δίπλα στον πατέρα του, γίνεται εξπέρ. Ο τύπος στον οποίον πηγαίνουν όλοι, όταν θέλουν πληροφορίες για το όποιο φάρμακο.
Η δημιουργία της δικής του εταιρίας
Έχει φροντίσει να διαβάσει όλη τη διαθέσιμη βιβλιογραφία, έχει κάνει και την πρακτική του -στο φαρμακείο και ως πλασιέ. Χωρίς να καταλάβει (γιατί τον είχε συνεπάρει η διαδικασία,στο βαθμό που ξεχνούσε να φάει -το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να μάθει περισσότερα), αποκτά όλα τα εφόδια που χρειάζεται για να αναλάβει την οικογένεια του (στη θέση του πατέρα του, ως πρωτότοκος), αλλά και να πάει την οικογενειακή επιχείρηση ένα βήμα πιο πέρα.
Ο ζήλος που έχει επιδείξει και οι γνωριμίες που έχει κάνει, τον βοηθούν να εξασφαλίσει αντιπροσωπείες πολλών μεγάλων ξένων παραγωγών φαρμάκου. Δεν ξέρει αγγλικά. Ξέρει όμως, τη δουλειά και έτσι γίνεται ο αποκλειστικός συνεργάτης κολοσσών του είδους (Roussel, Boots, Sigma Tau, Alcon, Merck, Jannsen και της ιαπωνικής Takeda), το 1971. Έχουν προηγηθεί έντεκα χρόνια από την απόφαση του να ιδρύσει την εταιρία ΦΑΡΜΑΓΙΑΝ (με έδρα στη Σωκράτους και το σπίτι της οικογενείας να είναι στη Μάρνης -όπου μένει ακόμα ο Κώστας), με τις εξελίξεις να οδηγούν στην μετατροπή της σε ΑΕ και στη μετονομασία της, σε ΒΙΑΝΕΞ. Έχει μεσολαβήσει και μια άλλη κίνηση, άσχετη με τη φαρμακοβιομηχανία, που ωστόσο, αλλάζει άρδην την οικονομική κατάσταση της οικογενείας: η εισαγωγή της μπανάνας chiquita.
Το ρίσκο με τις μπανάνες που άλλαξε τον ρου
Βρισκόμαστε στην επταετία της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών, περίοδος που απαγορεύεται η εισαγωγή μπανάνας και το εμπόριο, εντός των συνόρων. Αυτό που ίσχυε ήταν η άρση του εμπάργκο, κατά συγκεκριμένες χρονικές περιόδους που ωστόσο γίνονταν γνωστές σε ανύποπτο χρόνο -με διάταγμα του Υπουργείου Εμπορίου- και είχε μικρή διάρκεια.
Τότε, από τη στιγμή της παραγγελίας, χρειάζονταν δυο με τρεις μήνες, για την παραλαβή και εφ’ όσον οι εν δυνάμει εισαγωγείς δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν αν θα μπορούν να πουλήσουν το προϊόν -άμα τη αφίξει του- δεν έπαιρναν το ρίσκο.
Το πήρε ο Παύλος. Παρήγγειλε δυο φορτία, τα οποία παρέλαβε πάνω στην έκδοση διατάγματος και κάπως έτσι, το 1971 η Ελλάδα γνώρισε τις μπανάνες chiquita. Κάποιοι τον κατηγόρησαν πως είχε τις κατάλληλες πληροφορίες, για το πότε θα “ανοίξει” η αγορά. Πρόκειται ωστόσο, για μια εποχή που επιβράβευε όσους έπαιζαν με την τύχη, οπότε το ρίσκο ήταν μέρος της καθημερινότητας, με σειρά οικογενειών αλλάζει οικονομικό status, σε μια μέρα επειδή ευνοήθηκαν από την τύχη.
Ο Παύλος είχε δώσει (ας πούμε) 10 δραχμές, για την εμπορική εκμετάλλευση της chiquita. Ένα χρόνο αργότερα, πούλησε την αντιπροσωπεία στο ποσό των 10 εκατομμυρίων δραχμών (και πάλι το ποσό είναι ενδεικτικό). Με αυτά τα χρήματα, έγιναν οι συνεργασίες με τις ξένες εταιρίες και η μετατροπή της ΦΑΡΜΑΓΙΑΝ σε ΒΙΑΝΕΞ. Το 1977 απέκτησε το πρώτο εργοστάσιο -στην εθνική οδό Αθηνών-Λαμίας, κατόπιν σχετικής απαίτησης των διεθνών συνεργατών, για παραγωγή των φαρμάκων τους στην Ελλάδα.
Η ανάπτυξη συνεχίστηκε και η εταιρία απέκτησε ως moto το “Ποιότητα στην Παραγωγή, Φροντίδα για τον άνθρωπο”. Για την ακρίβεια, επανέφερε στο προσκήνιο αυτό που είχε βοηθήσει τον αείμνηστο Δημήτρη Γιαννακόπουλο να ξεχωρίσει: τη βοήθεια προς το συνάνθρωπο. Μια από τις φράσεις που χρησιμοποιεί περισσότερο από άλλες ο πρωτότοκος ήταν “η φαρμακοβιομηχανία πρέπει να υποτάσσει τους οικονομικούς στόχους, στη βασική της προτεραιότητα που είναι φροντίδα του ασθενή”.
Η ΠΡΩΤΗ ΗΤΤΑ… ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΣΟΚ
Απασχολημένοι με μια πολύ “γεμάτη” καθημερινότητα (ο Παύλος ήταν στη ΒΙΑΝΕΞ από τις 06.00 -πριν την καθαρίστρια- και επέστρεφε σπίτι του τα μεσάνυχτα, με τον Θανάση και τον Κώστα να εμφανίζονται μια με μιάμιση ώρα αργότερα, κάθε πρωί), οι αδελφοί Γιαννακόπουλοι δεν είχαν χρόνο για κάτι άλλο. Και ουδέποτε είχαν εκφράσει τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Είχαν επικεντρωθεί στη ΒΙΑΝΕΞ και στην έτερη μεγάλη τους αγάπη: τον Παναθηναϊκό.
Τους τον σύστησε ο πατέρας τους -ο οποίος ήταν και Απόλλωνας, γιατί το φαρμακείο ήταν δίπλα στο γήπεδο- και… τον χρησιμοποιούσε ως τρόπο για να αριστεύουν στο σχολείο τα παιδιά (“του λέγαμε πως θα κάνουμε ό,τι θέλει, αρκεί μας πάει στο γήπεδο, την Κυριακή”, έχει πει, με τον αδελφό του Θανάση, να υπερθεματίζει, λέγοντας πως “επειδή ήμουν αριστούχος μαθητής, το μόνο που ζητούσαν από τον πατέρα μας ήταν να πάω γήπεδο. Μου έδινε λοιπόν, ένα ταλιράκι, πήγαινα στους όρθιους με 2.5 δραχμές, έπαιρνα μια γκαζόζα και δέκα καραμέλες”). Με ενεργή συμμετοχή από το 1972, ένα χρόνο μετά ο Παύλος εξελέγη μέλος του Παναθηναϊκού Συναγερμού, που διοικεί τον Ερασιτέχνη. Στις 25/5 του 1976, αναλαμβάνει γενικός αρχηγός και πρώτος αντιπρόεδρος.
Είχε ήδη εισέλθει εις γάμου κοινωνία, με τη Δέσποινα, με την οποία γνωρίστηκαν στον εργασιακό του χώρο (φευ), η οποία είχε γεννηθεί στην Αλεξάνδρεια, φημιζόταν για την ευστροφία της, τον πλούτο τον γνώσεων της, ενώ μιλούσε τρεις γλώσσες. Άρα, κάλυπτε μια αδυναμία του. Το 1974 υποδέχονται στον κόσμο τον Δημήτρη.
Το 1979 είναι χρονιά-ορόσημο για τον Παύλο, καθώς διεκδίκησε την ηγεσία στο ποδόσφαιρο του Παναθηναϊκού. Εκείνη τη σεζόν, δημιουργήθηκαν οι ΠΑΕ και ως εκ τούτου το τμήμα ανεξαρτοποιήθηκε διοικητικά από τον ερασιτεχνικό σώμα. Όσοι τον γνωρίζουν χρόνια, εξηγούν ότι δεν επρόκειτο για ένα απλό ενδιαφέρον. Είχε “αρρώστια” με το ποδόσφαιρο. Ο Ερασιτέχνης επρόκειτο να ανακοινώσει σε ποιον θα δώσει την προεδρία της ποδοσφαιρικής ομάδας, στις 22.00. Έως τις 21.30 το απόλυτο φαβορί ήταν η οικογένεια Γιαννακόπουλου. Στις 21.45 νικητής της διαδικασίας είχε αναδειχθεί ο Γιώργος Βαρδινογιάννης, με το ΔΣ να αναφέρει στη σχετική ανακοίνωση ότι “η προσφορά της Motoroil ήταν ευνοϊκότερη”.
Η όλη ιστορία στοιχίζει τόσο στον Παύλο, που εξαφανίστηκε για κάποιο διάστημα από τα κοινά των “πρασίνων”.Παρακολουθούσε την αγαπημένη του ομάδα, αλλά απείχε από τα επίσημα. Όχι για πάντα.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΓΙΝΕ ΠΟΤΕ
Με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία (το 1981), αποφάσισε πως είχε έλθει η ώρα να πάρει ένα ακόμα ρίσκο. Η φήμη που κυριαρχούσε ήταν πως ο Γιώργος Γεννηματάς θα προχωρούσε στην κοινωνικοποίηση της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας. Ότι είχε εμπνευστεί από τον Σαλβαδόρ Αλιέντε. Τον πρώτο Μαρξιστή πρόεδρο της Χιλής, χειρουργό στο επάγγελμα ο οποίος είχε διατελέσει Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας και ενέταξε την κλινική πρακτική, σε πλαίσιο οικονομικών και κοινωνικών παραμέτρων, που οφείλουν να συνυπολογιστούν για μια δημόσια πολιτική που στοχεύει στην επίλυση ευρύτερων προβλημάτων όπως η ανεργία, η παιδεία, η μισθοδοσία και η κοινωνική πρόνοια.
Πίσω στην Ελλάδα, η συντριπτική πλειοψηφία των φαρμακοβιομήχανων είχαν φοβηθεί πως η αλλαγή πλαισίου (η επέλαση του σοσιαλισμού) θα γίνει πραγματικότητα και άρχισαν να πουλάνε τις μετοχές τους. Ο Παύλος αγόραζε. Είχε διαβλέψει (ή ρισκάρει αν προτιμάτε) πως δεν θα γινόταν κάποιου είδους επανάσταση, στην Ελλάδα και κέρδισε. Έτσι, το 1983 επήλθε η συμφωνία με τον οίκο Merk & CO (εκ των μεγαλύτερων φαρμακοβιομηχανιών του κόσμου -είναι στο Νο7 της παγκόσμιας λίστας) ενώ αγόρασε τα εργοστάσια της Winthrop-Sterling (1983) και της Upjohn (1985).
ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥ ΠΡΟΗΜΙΤΕΛΙΚΟΥ ΕΛΛΑΔΑ – ΙΤΑΛΙΑ
Οι δουλειές πήγαιναν μια χαρά, οπότε το 1987 είχε έλθει η ώρα της επιστροφής στα κοινά του Παναθηναϊκού: στις εκλογές του Ερασιτέχνη. Έγιναν τον Ιούνιο, ανήμερα του προημιτελικού του αλήστου μνήμης Eurobasket -που διεξήχθη στο ΣΕΦ και κατέληξε στα χέρια μας-, με την Ιταλία. Τα μέλη κλήθηκαν να προσέλθουν στις κάλπες… τη ώρα του τζάμπολ. Οι κακοήθεις έλεγαν πως αυτό έγινε σκοπίμως από κάποιους που ήθελαν να κρατήσουν μακριά τον Παύλο. Η απάντηση της οποίας έτυχαν, ήταν η πληρωμένη.
Η προσέλευση ήταν τεράστια (διότι στον “Τάφο του Ινδού” είχαν τοποθετηθεί φορητές τηλεοράσεις) και ο Παύλος αναδείχθηκε πρόεδρος, παμψηφεί. Διετέλεσε πρόεδρος όλων των ερασιτεχνικών τμημάτων έως το 1997, ενώ την τελευταία πενταετία ήταν παράλληλα ηγέτης της ΚΑΕ.
Οι κυρίαρχες παιδικές αναμνήσεις του γιου του, είναι… πράσινες. “Όταν χάναμε, απαγορευόταν το φως στην πολυκατοικία που ζούσαμε εμείς, οι θείοι μου, τα ξαδέλφια μου. Όλοι. Ήμασταν στο σκοτάδι, όλες οι οικογένειες και γίνονταν συσκέψεις επί συσκέψεων, για τους λόγους της ήττας”, θυμήθηκε ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος σε πρόσφατη συνέντευξη με τον πατέρα του. Στην ερώτηση “γινόταν να γλιτώσεις το μικρόβιο;” απάντησε “όχι. Πρέπει να μην έχεις συναίσθημα για να γλιτώσεις. Και δεν υπάρχει άνθρωπος χωρίς συναίσθημα”.
Άπαξ και έγινε πρόεδρος στον Ερασιτέχνη Παναθηναϊκό ο Παύλος, άρχισαν και οι γνωστοί τοις πάσι τσακωμοί με τον αδελφό του, Θανάση. Άσπρο θα έλεγε ο ένας, μαύρο ο άλλος. Όχι για να μπερδέψουν τους δημοσιογράφους -συμπέρασμα που είχε προκύψει τις εποχές που έφταναν ο ένας μετά τον άλλον οι σταρ-, αλλά… γιατί τέτοιοι τύποι ήταν πάντα.
Διαφορετικοί, αλλά και ίδιοι ως προς την πάγια τακτική τους να επισκέπτονται την αδελφή τους, κάθε απόγευμα και να πίνουν μαζί ένα καφέ. Ό,τι είχε προηγηθεί. Ακόμα και ο χειρότερος διαπληκτισμός. Η Βασιλική λειτουργούσε πάντα ως… η Ελβετία τους, ο συνδετικός τους κρίκος. Τα παιδιά της, οι Κώστας και Δημήτρης Παναγούλιας εργάζονται ως οικονομικός διευθυντής και φαρμακολόγος στη ΒΙΑΝΕΞ. Ο Κώστας Γιαννακόπουλος ήταν υπεύθυνος για τα μηχανήματα και τις δημόσιες σχέσεις με το εξωτερικό. Ο απόλυτος άρχων των δημοσίων σχέσεων ήταν ανέκαθεν ο Παύλος. Όλα τα μέλη της φαμίλιας, πρόσφεραν τον οβολό τους για τον Παναθηναϊκό, που ήταν -με κάθε έννοια- οικογενειακή υπόθεση από πολύ νωρίς.
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΟΡΑΜΑ
Η πρώτη απόφαση που πήρε (όταν πήρε στα χέρια του τα ηνία και μετά το 1992 που η ομάδα μπάσκετ αυτονομήθηκε από τον Ερασιτέχνη και έγινε ΚΑΕ) ήταν να κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να κάνει πανίσχυρο τον Παναθηναϊκό. Όχι μόνο στην Ελλάδα. Στην Ευρώπη. Ανεξάρτητα από το κόστος. Ο τεράστιος ενθουσιασμός τους είχε ως συνέπεια ουκ ολίγες μεγάλες κινήσεις. Δεν συμβιβαζόταν με τίποτα λιγότερο, από το καλύτερο, ακόμα και αν τα εκατομμύρια που ξόδευε, δεν μεταφράζονταν σε κούπες.
Έκανε λάθη (κυρίως γιατί ήταν παρορμητικός, κάτι που όπως θα ομολογούσε ο Θανάσης “είναι στο DNA μας”, ενώ ήταν και ευκολόπιστος, από τον άκρατο ενθουσιασμό του), αλλά έμαθε από αυτά. Για παράδειγμα, όταν αρχικά μάζευε πολίτες από διάφορα μέρη του κόσμου στην Αθήνα, διαπίστωσε πως “δεν μπορούν να νιώσουν τι σημαίνει ένα ντέρμπι με τον Ολυμπιακό” και άλλαξε τακτική -δημιουργώντας ελληνική βάση, με νεαρά παιδιά. Με τον Αλβέρτη, τον Οικονόμου, τον Μυριούνη, τον Χρυσανθόπουλο, τον Παναγιάννη και πολλούς άλλους που ακολούθησαν.
ΟΤΑΝ… ΕΣΠΑΣΑΝ ΤΑ ΤΣΙΜΕΝΤΑ
Αρχικά, είχε φέρει τον Έντγκαρ Τζόουνς (γνωστός ως “ελικόπτερο”), τον Αντόνιο Ντέιβις, τον Στόικο Βράνκοβιτς, τον Άριαν Κόμαζετς, τον Ζάρκο Πάσπαλ, τον Σάσα Βολκόφ, τον Ντίνο Ράτζα, τον Ζέλικο Ρέμπρατσα (και πλήθος άλλων ξεχωριστών παικτών), τους οποίους… συνόδευσε με ό,τι καλύτερο υπήρχε στην Ελλάδα. Από τον Νίκο Γκάλη ξεκίνησε ουσιαστικά, η αναγέννηση της ομάδας, με τους Γιαννάκη και Χριστοδούλου να φορούν επίσης την πράσινη φανέλα -μεταξύ πολλών άλλων.
Η αγορά του ΝΒΑ ήταν από τις αγαπημένες του (το 1987, ένα βράδυ που καθόταν στο Hilton με τον τότε προπονητή, Ρίτσαρντ Ντουξάιρ, του είχε πει “θέλω να μου φέρεις ένα μεγάλο όνομα από το ΝΒΑ” και όταν ο κόουτς ρώτησε “ποιον” του απάντησε “έναν που είδα στην τηλεόραση, στο All Star Game. Να δεις πώς τον είπε ο Συρίγος. Μα.. Ματζ…”, εννοούσε τον Μάτζικ Τζόνσον) και το 1995… συγκέντρωσε χιλιάδες κόσμου στο αεροδρόμιο, για την άφιξη του Ντόμινικ Ουίλκινς -δεδομένων των συνθηκών και τηρουμένων των αναλογιών, αυτός ήταν το μεγαλύτερο όνομα που είχε διασχίσει τον Ατλαντικό έως τότε.
“Το πρώτο ευρωπαϊκό στο Παρίσι, ήταν για εμάς η μεγαλύτερη χαρά που μπορούσε να γίνει για τον κόσμο του Παναθηναϊκού” είχε πει ο Παύλος Γιαννακόπουλος σε μια… αναδρομή στα ευρωπαϊκά της ομάδας, για να προσθέσει “είμαι ευτυχής που ο ΠΑΟ έφτασε εκεί και κατά δεύτερο λόγο που κάναμε τη μεγάλη μεταγραφή του Ντόμινικ Ουίλκινς. Αγωνιστήκαμε επί μήνες, κατ’ αρχάς να τον πείσουμε να έλθει στην Ελλάδα. Οι φίλοι του, δεν τον παρότρυναν. Τα καταφέραμε όμως, με την τρέλα και το πάθος που είχαμε να δείξουμε στον κόσμο τι μπορεί να προσφέρει ο Παναθηναϊκός στον ελληνικό αθλητισμό”.
Υπήρξαν και συμφωνίες που δεν έγιναν επίσημες. Η πιο γνωστή ήταν αυτή με τον Ντράζεν Πέτροβιτς, που καθορίστηκε από τη μοίρα. Εκείνη με τον Άρβιντας Σαμπόνις (τον είχε κλείσει ο ίδιος ο Παύλος, για δυο χρόνια και 2.5 εκατ. δολάρια, την εποχή που καθόταν στον πάγκο της ομάδας ο Κώστας Πολίτης), “χάλασε” από τρίτο παράγοντα.
Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας, έπειτα από τα πρώτα χρόνια ήταν πως “οι μεταγραφές είναι πάντα σαν τις γυναίκες που πρόκειται να γεννήσουν. Δεν ξέρεις δηλαδή, κάθε ενέργεια πού μπορεί να καθίσει”. Και η ομολογία ότι έχουν γίνει λάθη (¨άπειρα” κατά του ιδίου το ρηθέν), ήταν ο λόγος που ανακάλυψαν το πώς γίνεται σωστά η δουλειά. Μαζί με κάτι άλλο. “Είμαστε από τη Σπάρτη και έχουμε μάθει στη ζωή μας να παλεύουμε. Δεν τα βροντήξαμε σε πολύ δύσκολες στιγμές, δεν πιστεύω ότι θα το κάνουμε ποτέ”.
Διαβάστε το πλήρες κείμενο στο sport24.gr