Τους τρεις λόγους για τους οποίους διατηρεί επιφυλακτική στάση σχετικά με το νέο σχέδιο αντιμετώπισης των NPLs που επεξεργάζεται η Τράπεζα της Ελλάδος αναλύει η Morgan Stanley, η οποία όμως στηρίζει την άποψή της στις πληροφορίες του Bloomberg.
Ειδικότερα, στην τελευταία 6σέλιδη ανάλυσή της υπό τον τίτλο “Thoughts on Greek ‘Bad Bank’ article” (Σκέψεις για την ελληνική ‘Bad Bank’), που σας παρουσιάζει το bankingnews.gr, η Morgan Stanley, δηλώνει επιφυλακτική για την αντίδραση της αγοράς με αφορμή το δημοσίευμα του Bloomberg.
Και αυτό διότι:
- Εάν η καθαρή θέση του SPV περιλάμβανε τα DTAs χωρίς καμία κυβερνητική υποστήριξη ή εγγύηση, είναι δύσκολο να φανταστούμε πως οι ξένοι επενδυτές θα είναι πρόθυμοι να χρηματοδοτήσουν (μέσω της αγοράς ομολόγων του SPV) την απόκτηση των NPEs από τις ελληνικές τράπεζες στην καθαρή λογιστική αξία στις οποίες τα κατέχουν. Αυτό το σενάριο θα σήμαινε πράγματι ότι τα NPEs που κατέχουν επί του παρόντος οι ελληνικές τράπεζες έχουν επαρκείς προβλέψεις και ότι το πρόβλημα των προβληματικών δανείων ουσιαστικά δεν υπάρχει – ενώ η αγορά τιμολογεί τις ελληνικές τράπεζες με 0,1-0,2x σε όρους P / BV.
- Εάν, αντιθέτως, η μεταφορά NPEs πραγματοποιηθεί σε τρέχουσες τιμές αγοράς (που θα βοηθούσε το SPV να αυξήσει τα κεφάλαια μέσω ομολόγων για να τα αποκτήσει) και εάν αυτές οι τιμές διαφέρουν σημαντικά από την καθαρή λογιστική αξία στην οποία κατέχονται από τις τράπεζες, η συναλλαγή αυτή θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο απομείωσης κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες, ασκώντας πίεση στην κεφαλαιακή τους επάρκεια.
- Στις ελληνικές τράπεζες, περίπου το ήμισυ του κεφαλαίου έχει τη μορφή DTAs, που θεωρούνται χαμηλότερης ποιότητας κεφάλαια από τους οργανισμούς αξιολόγησης, δεδομένου ότι η επιλεξιμότητά τους για μετατροπή σε μετρητά ή ομόλογα εξαρτάται από τα διαθέσιμα αποθεματικά της ελληνικής κυβέρνησης, τα οποία είναι περιορισμένα ενώ η πρόσβαση στην αγορά παραμένει ασαφής.
Οι τίτλοι του ελληνικού Δημοσίου βαθμολογούνται σήμερα με BB- / B + από Fitch / S & P.
Σύμφωνα με το άρθρο, το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος έχει υποβληθεί στον ενιαίο μηχανισμό εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τον SSM, και το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών.