Σε λίγες ημέρες ο Τζον Μπελούσι θα γινότανε 70 χρόνων. Αυτός ο εκρηκτικός, αντισυμβατικός, εμβληματικός κωμικός, που στην πολύ σύντομη καλλιτεχνική του σταδιοδρομία, κατάφερε να αποκτήσει εκατομμύρια θαυμαστές και να ταυτιστεί με το ανατρεπτικό χιούμορ και μια αναρχική στάση ζωής. Και μπορεί δικαιολογημένα στους παλαιότερους να προκαλεί μία ελαφρά ευχάριστη και μαζί γλυκόπικρη ανάμνηση, να τους θυμίζει τα νιάτα τους, την επαναστατική τους διάθεση, τις πλάκες που πυροδοτούσε η κινηματογραφική και όχι μόνο, χαρακτηριστική του φιγούρα, αλλά είναι εντυπωσιακό πως μετά από 37 χρόνια από το θάνατό του, τον ανακαλύπτουν οι νέοι μόνοι τους.
Οι νέοι που με τη σειρά τους τον βάζουν στη δική τους παρέα και στις πλάκες τους, συνεχίζοντας το κτίσιμο μιας φήμης δυσανάλογης της σύντομης κινηματογραφικής του πορείας. Πραγματικά νομίζει κανείς ότι ο μακαρίτης έχει ένα μαγνήτη προς τους νέους.
Αλβανικής ή ελληνικής καταγωγής;
Ο Τζον Μπελούσι γεννήθηκε στο Σικάγο στις 24 Ιανουαρίου του 1949. Η μητέρα του Άγκνες Μπελούσι (πατρικό Σαμαρά) ήταν Αμερικανοαλβανίδα πρώτης γενιάς και ο πατέρας του Άνταμ Μπελούσι, Αλβανός μετανάστης και ιδιοκτήτης εστιατορίου. Ωστόσο, οι παππούδες του Μπελούσι είχαν καταγωγή από την Καρδίτσα και ένα χωριό κοντά στα νότια της Κορυτσάς. Επίσης, η οικογένειά του ήταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι, ενώ η κηδεία του τελέστηκε σε Ορθόδοξη Εκκλησία, από Ορθόδοξο ιερέα. Εύλογα η Αλβανία είναι περήφανη για τον Μπελούσι και μάλιστα όταν, πριν μερικά χρόνια, ο μικρότερος αδελφός του, επίσης γνωστός Αμερικανός ηθοποιός, με σχετική επιτυχία σε δυναμικές περιπέτειες κατά κύριο λόγο, επισκέφθηκε τα Τίρανα έγινε δεκτός με τιμές εθνικού ήρωα και του χορηγήθηκε υπηκοότητα και αλβανικό διαβατήριο.
Όπως είπαμε, μεγάλωσε στους κόλπους της Αλβανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, στο Γούιτον, έξω από το Σικάγο, ενώ οι γονείς του ποτέ δεν ενσωματώθηκαν και αυτό ήταν πολύ σκληρό για τον ίδιο, πηγαίνοντας στο σχολείο και με τους συμμαθητές του να μη γνωρίζουν την ύπαρξη της Αλβανίας. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν Γουαϊτγουότερ και στο Κολέγιο Ντουπέιτζ, όπου ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής ως αρχηγός της ομάδας ράγκμπι και επικεφαλής του θεατρικού θιάσου, αλλά και μέλος της κολεγιακής μπάντας, έχοντας ταλέντο στα ντραμς. Ως κολεγιόπαιδο ακόμη, γνώρισε την Τζούντι Πιζάνο, την οποία ερωτεύθηκε και παντρεύτηκε το 1976 και έζησαν μαζί μέχρι τον πρόωρο θάνατό του.
Τα πρώτα του βήματα
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 συνδέεται με τον πολιτικά ριζοσπαστικό περιοδεύοντα θίασο «Σέκοντ Σίτι» του Σικάγο, με τον οποίο γυρίζει όλη την Αμερική, ενώ σύντομα αρχίζει να γίνεται γνωστός ραδιοφωνικός παρουσιαστής. Το 1975 εισβάλει, με τη γνωστή πληθωρική του εμφάνιση, στη ζωή των Αμερικανών μέσω του πετυχημένου τηλεοπτικού Saturday Night Live, το οποίο με την επιρροή του Μπελούσι θα αφήσει εποχή, για το ανατρεπτικό χιούμορ, το έντονα πολιτικοποιημένο σχόλιό του, την επαναφορά και ανασύσταση της μαύρης μουσικής (μπλουζ, τζαζ, σόουλ κλπ). Εκεί θα γνωριστεί και θα γίνει φίλος με τον Μπιλ Μάρεϊ, τον Τσέβι Τσέις, την Γκίλντα Ράντνερ και άλλους.
Η κινηματογραφική του διαδρομή
Ο Μπελούσι θα αποκτήσει τεράστια δημοφιλία, με τις τηλεοπτικές του εμφανίσεις, ενώ θα αρχίσει να κάνει και τις πρώτες του εμφανίσεις στον κινηματογράφο. Η κινηματογραφική του διαδρομή ουσιαστικά θα διαρκέσει μόλις πέντε χρόνια. Το έναυσμα για την πρώτη του τεράστια επιτυχία, θα τη δώσει ένας μικρός και ασήμαντος ρόλος στην ταινία του Τζακ Νίκολσον «Goin’ South» (1978), ένα παράξενο γουέστερν σχετικά αποτυχημένο. Εκεί όμως τον πρόσεξε ο σκηνοθέτης Τζον Λάντις, ο οποίος του έδωσε τον πρώτο του σημαντικό ρόλο αν και όχι πρωταγωνιστικό, αλλά καθοριστικό, στην πετυχημένη και cult ταινία «Ένα τρελό τρελό θηριοτροφείο». Πρόκειται για τα ξέφρενα, εκτός ελέγχου γλέντια, μιας παρέας φοιτητών που μετατρέπουν ένα συντηρητικό κολέγιο σε θηριοτροφείο. Ο Μπελούσι παίζει ένα σωστό φρικιό, έναν απροσάρμοστο που δεν μπορεί να συγκρατηθεί και προκαλεί γέλια μέχρι δακρύων άμα τη εμφανίσει ή με το σήμα κατατεθέν του ηθοποιού, το σήκωμα του φρυδιού. Είναι χαρακτηριστικό ότι και μόνο που μπαίνει στο πλάνο έστω και ως περαστικός που ανοίγει μια μπύρα, προκαλεί σεισμό στις κινηματογραφικές αίθουσες από τα γέλια.
Από που πάνε στο Χόλυγουντ, παρακαλώ;
Το 1979 παίζει σε μια αδιάφορη δραματική ταινία, το «Old Boyfriends», σε σκηνοθεσία της Τζόαν Τικέσμπερι, αλλά την ίδια χρονιά θα κάνει ακόμη μία σημαντική εμφάνιση, στην πολεμική παρωδία του Στίβεν Σπίλμπεργκ «1941: Από που πάνε στο Χόλιγουντ, παρακαλώ;». Ο ρόλος του είναι και πάλι σχετικά μικρός, αλλά αρκετός για να κλέψει τις εντυπώσεις από μια πλειάδα ηθοποιών, η οποία συμμετείχε στην ταινία, μεταξύ των οποίων και οι Νταν Ακρόιντ, Ρόμπερτ Στακ, Τζον Κάντι, Κρίστοφερ Λι, Τοσίρο Μιφούνε, Γουόρεν Όουτς και Νάνσι Άλεν.
Η ιστορία της ταινίας τοποθετείται στην εποχή της επίθεσης της Ιαπωνίας στις ΗΠΑ και ο Μπελούσι θα κάνει έναν πιλότο που ψάχνει να βρει το Χόλυγουντ..
Το 1980 θα έρθει η τεράστια επιτυχία του, η απολαυστική ταινία του Τζον Λάντις «Οι ατσίδες με τα μπλε» (Blues Brothers»), αλλά αυτή θα τη δούμε παρακάτω. Το 1981 θα πρωταγωνιστήσει σε δυο ακόμη ταινίες, στους «Γείτονες της συμφοράς», με τον Νταν Ακρόιντ δίπλα του και στη σκηνοθεσία ο «εμπορικός» Τζον Άβιλντσεν. Άνιση ταινία, που είχε το μειονέκτημα να κάνει τον τρελαμένο ο Ακρόιντ και τον συντηρητικό αστό ο Μπελούσι. Επίσης, πρωταγωνίστησε στη ρομαντική κωμωδία του Μάικλ Άπτεντ «Από το Σικάγο με αγάπη», έχοντας δίπλα του την Μπλερ Μπράουν. Μία άνευρη ταινία η οποία δεν τράβηξε, καθώς θεωρήθηκε και ως μία προσπάθεια να απαρνηθεί ο Μπελούσι τον χαρακτήρα ρόλων που τον έκαναν διάσημο.
«Blues Brothers»
Μακράν η καλύτερη ταινία του. Μια κωμωδία καταστροφής, που γύρισε ο άνισος, αλλά πολύ δυνατός σε αυτού του είδους ταινίες, Τζον Λάντις, ο σκηνοθέτης που τον έβγαλε ουσιαστικά στον κινηματογράφο. Η ταινία πλέον θεωρείται κλασική και πάντα ελκυστική ακόμη και αν την έχεις δει δεκάδες φορές, καθώς το πρωταγωνιστικό δίδυμο είναι ασυγκράτητο, δένει άψογα και προσφέρει πολύ γέλιο. Ωστόσο, η ταινία έχει και άλλες χάρες, όπως είναι: Το ευρηματικό σενάριο, οι καταιγιστικοί ρυθμοί, τα εκπληκτικά γκαγκ, τα υπέροχα τραγούδια, που ερμηνεύουν θρύλοι της μαύρης μουσικής, αλλά και τον ιδεολογικό πυρήνα του φιλμ, που εστιάζει στο χρήμα και την οικονομία, τους δήθεν ήρωες της και τους πραγματικούς ήρωες της Αμερικής, που είναι για τη φυλακή. Γιατί εντέλει είναι μία εμβληματική αντικομφορμιστική ταινία, σε μια εποχή όπου ένας συνδυασμός συντηρητισμού και νεοφιλελευθερισμού έβγαινε στην επιφάνεια και θα κυριαρχούσε στις ΗΠΑ.
Η ιστορία της ταινίας αφορά δύο παραβατικά αδέλφια που αποφασίζουν να βρουν τα παλιά μέλη της μπάντας τους για να τραγουδήσουν και να μαζέψουν χρήματα, για το μοναστήρι στο οποίο μεγάλωσαν και κινδυνεύει με κλείσιμο. Σε αυτή την αναζήτησή τους για τον εντοπισμό των παλιών συνεργατών τους, θα έχουν απίστευτες περιπέτειες και έναν ολόκληρο κόσμο να τους κυνηγά: Την αστυνομία, μια ομάδα ναζί, ένα γκρουπ «καουμπόηδων» που παίζουν κάντρι, μέχρι και η αρραβωνιαστικιά του Μπελούσι Κάρι Φίσερ.
Στην ταινία εμφανίζονται και παίζουν λίγο πολύ και τον εαυτό τους οι Τζέιμς Μπράουν, Καμπ Κάλογουεϊ, Ρέι Τσαρλς, Αρίθα Φράνκλιν και Τζον Λι Χούκερ. Στο τέλος της ταινίας, οι Blues Brothers ερμηνεύουν καταπληκτικά το «Everybody Needs Somebody To Love», ενώ κατά τη διάρκεια του φιλμ, σε άλλες σκηνές, ο Ρέι Τσαρλς τραγουδάει το «Shake A Tall Feather» και το «Μinnie The Moocher», η Αρίθα Φράνκλιν το «Think» και ο Τζον Λι Χούκερ το «Boom Boom Boom». Ένας πραγματικός θησαυρός, τον οποίο αξιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο ο Τζον Λάντις.
Μια ένεση στο τέλος
Κατά τη διάρκεια ενός πάρτι καταχρήσεων στο διαμέρισμά του, στο Chatau Marmont της Sunset Boulevard, στο Λος Άντζελες, απ’ όπου πέρασαν μεταξύ άλλων και οι φίλοι του, ο Ρόμπιν Γουίλιαμς και ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, ο πάντα ασυγκράτητος Τζον Μπελούσι έκανε για τελευταία φορά χρήση ναρκωτικών. Ένα μείγμα κοκαΐνης με ηρωίνη, που αποδείχθηκε θανατηφόρο. Ήταν 5 Μαρτίου του 1982 και ο Μπελούσι μόλις 33 ετών. Η υπόθεση πήρε διαστάσεις και κατέληξε με τη φυλάκιση της Κάθι Σμιθ, πρώην συνεργάτιδα του συγκροτήματος του, η οποία παραδέχθηκε μιλώντας σε δημοσιογράφο ότι αυτή του έκανε τη μοιραία ένεση.
Μετά από 22 χρόνια, την πρωταπριλιά του 2004, ο Μπελούσι τιμήθηκε με το δικό του άστρο στη Λεωφόρο της Δόξας στο Χόλιγουντ, μετά από προσπάθεια ετών της πρώην συζύγου του. Στην τελετή ήταν, μεταξύ άλλων, ο στενός και παλιός του φίλος Νταν Ακρόιντ, ο Τσέβι Τσέις, ο Τεντ Ντάνσον, ο Τομ Άρνολντ και η Μαίρη Στινμπέργκεν. Προφανώς αν ήταν ο ίδιος μάλλον θα άρπαζε τη λάσπη και θα την πέταγε στη λεωφόρο-σύμβολο του αμερικανικού ονείρου και της αμερικανικής κινηματογραφικής βιομηχανίας..