«Ζούμε σε δύσκολους καιρούς, οι βασικές αξίες των δυτικών μας δημοκρατιών δέχονται πιέσεις, ακόμη και επιθέσεις -έξωθεν, αλλά και εκ των έσω. Παρατηρείται άνοδος των εθνικιστικών, ξενοφοβικών, καθώς και αντισημιτικών δυνάμεων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και εκτός Ευρώπης».
Με την παρατήρηση αυτή και την επισήμανση της ανάγκης να «έχουμε επίγνωση του κλίματος που δημιουργείται με αυτό τον τρόπο» ο πρεσβευτής της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στην Ελλάδα, Γενς Πλέτνερ, έκλεισε την ομιλία του στην εκδήλωση για την Εθνική Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος, που πραγματοποιήθηκε το πρωί στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
«Στιγματίζουν τους ξένους για να δικαιολογούν αυστηρότερες μεταναστευτικές πολιτικές, υποδαυλίζουν το φόβο και το διχασμό στις κοινωνίες για να κερδίζουν πολιτική στήριξη. Ας έχουμε επίγνωση του κλίματος που δημιουργείται με αυτό τον τρόπο! Ας μην ακολουθήσουμε ποτέ ξανά το δρόμο που φέρνει τις χώρες και τους λαούς να αντιμάχονται, και που διακηρύσσει ότι η δική μας νίκη μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από την ήττα του άλλου», προειδοποίησε ο κ.Πλέντερ σε μία ομιλία με στοιχεία συναισθηματικής φόρτισης της προσωπικής του επαφής και γνωριμίας με επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος.
«Δεν μου είναι εύκολο να στέκομαι εδώ. Η χώρα που εκπροσωπώ έχει αναλάβει την ηθική ευθύνη των πράξεων των προγόνων μας. Το μεγαλομανές εγχείρημα της εξόντωσης όλων των Εβραίων μπορεί να ήταν καρπός του νοσηρού μυαλού του Χίτλερ, αλλά εφαρμόστηκε με θανάσιμη ακρίβεια από πολλούς. Και ακόμη περισσότεροι ήταν αυτοί που έστρεψαν αλλού το βλέμμα, δεν ήθελαν να ξέρουν. Πώς είναι δυνατόν τόσο κοντά στην πόλη της Βαϊμάρης – πατρίδας του Γκαίτε, του Σίλλερ, του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ ή του Κράναχ – πώς είναι δυνατόν ακριβώς δίπλα να άνοιξαν οι πύλες της κολάσεως στο Μπούχενβαλτ;», διερωτήθηκε ο Γερμανός πρέσβης.
«Δεν υπάρχει ικανοποιητική απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις και δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτό το παρελθόν», προσέθεσε και στη συνέχεια μοιράστηκε μία προσωπική ιστορία: «Ως νεαρός φοιτητής, ήμουν υπότροφος Erasmus στο Μπορντώ της Γαλλίας για έναν χρόνο. Ένιωθα πολύ Ευρωπαίος. Τις πρώτες εβδομάδες της παραμονής μου στο Μπορντώ, πήγα σε έναν φούρνο. Η ιδιοκτήτρια μου έδωσε τα ρέστα λέγοντας “Dankeschon!”. Αυθόρμητα, απάντησα: Ω, μιλάτε Γερμανικά! Έχετε ζήσει εκεί; Αντί για απάντηση, σήκωσε το μανίκι της και μου έδειξε ένα μπλε τατουάζ -τον αριθμό κρατουμένου που είχε στο Άουσβιτς. Εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε τρόπος να ξεφύγω από το ότι ήμουν Γερμανός… Λίγα χρόνια μετά -είχα μπει στο διπλωματικό σώμα- η πρώτη μου θέση ήταν στο Ισραήλ. Είχα αγωνία να δω πώς, και αν, θα υποδέχονταν έναν νεαρό Γερμανό διπλωμάτη. Σήμερα, αναπολώ τις συναντήσεις μου με επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος, με επιζήσαντες των στρατοπέδων συγκέντρωσης, με ευγνωμοσύνη και ταπεινότητα. Με προσκαλούσαν στις τακτικές τους συναντήσεις, περίεργοι να μάθουν για τη σημερινή Γερμανία και πρόθυμοι να μου διηγηθούν ιστορίες από τις καλύτερες μέρες της ζωής τους στη Γερμανία. Κλαίγαμε πολύ μαζί, αλλά και γελούσαμε. Σε μία από τις πρώτες μας συναντήσεις, μία ηλικιωμένη κυρία παρατήρησε ότι δίσταζα κάπως να συμμετέχω στην χαρούμενη διάθεση που κάποιες φορές επικρατούσε. Έπιασε το χέρι μου και είπε: “Να θυμάσαι Γενς: Μπορείς να γελάς για τα πάντα, αλλά όχι με όλους. Γέλα μαζί με μας, Γενς!”»
Αναφερόμενος στην εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης που χάθηκε στο Ολοκαύτωμα επισήμανε ότι «εν είναι οι αριθμοί που πρέπει να ανακαλούμε στη μνήμη, είναι τα πρόσωπα και πρώτα απ΄ όλα, δεν πρέπει να θυμόμαστε αυτούς τους ανθρώπους ως θύματα», καθώς «είναι τα υπερήφανα, δημιουργικά, ευφυή μέλη μιας ακτινοβολούσας εβραϊκής πόλης που πρέπει να θυμόμαστε». «Συνεχίζοντας αυτό που είχαν ξεκινήσει οι πρόγονοί τους ήδη από τον 16ο αιώνα, αυτή η πόλη έγινε κατά κάποιον τρόπο χωνευτήρι εβραϊκών κοινοτήτων από ολόκληρη την Ευρώπη. Γνωστή ως “Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων”, ήταν η μόνη πόλη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία όπου η πλειονότητα των κατοίκων ήταν εβραϊκής πίστης και κουλτούρας. Η συνεισφορά αυτής της κοινότητας στην πολιτιστική ζωή της Ευρώπης είναι ανεκτίμητη. Γι’ αυτό το λόγο και η οδυνηρή μνήμη του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος είναι πάντοτε μία επίπονη υπενθύμιση για ό,τι χάθηκε. Λείπει κάτι ζωτικό. Κάτι λείπει σε όλους μας. Στην τέχνη, στη μουσική, στη λογοτεχνία. Το τραγούδι που δεν γράφτηκε, η μουσική που δεν δημιουργήθηκε, το ποίημα που δεν μπήκε σε στίχους», εξήγησε.
«Η απώλεια αυτή δεν είναι αναστρέψιμη. Είναι μια πληγή που δεν θα επουλωθεί. Η μνήμη όλων των εγκλημάτων, των διωγμών, της εξόντωσης των Εβραίων θα κουβαλάει πάντα αυτόν τον πόνο, τον πόνο αυτού που ποτέ δεν δημιουργήθηκε», είπε ο κ.Πλέτνερ.
AΠΕ-ΜΠΕ