Κρίσιμες οι ευρωεκλογές, λόγω της ανόδου των εθνικιστικών κομμάτων, τόνισε ο πρωθυπουργός
Στην ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών και φυσικά στην απόφαση για την αύξηση του κατώτατου μισθού επικέντρωσε την ομιλία του σε εκδήλωση της ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας.
Μιλώντας σε εκδήλωση απολογισμού του έργου του Δημήτρη Παπαδημούλη στο Ευρωκοινοβούλιο, υπό τον τίτλο «Προοδευτική συμμαχία για δημοκρατική και κοινωνική Ευρώπη – Όχι στον νεοφιλελευθερισμό και την ακροδεξιά οπισθοδρόμηση – Η πρόκληση των Ευρωεκλογών», ο κ. Τσίπρας τόνισε και την ανάγκη για επικράτηση των δημοκρατικών δυνάμεων στις επικείμενες Ευρωεκλογές τον Μάιο του 2019.
Αναφερόμενος στο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών το χαρακτήρισε, εκ νέου, ως μία ιστορική απόφαση, μέσω της οποίας ενισχύεται η θέση της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή και ταυτόχρονα δίνεται τέλος σε μία υπόθεση που βρέθηκε σε τέλμα για 27 χρόνια.
«Η επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών απέδειξε στην πράξη ότι όταν δύο χώρες και οι κυβερνήσεις τους δεν δειλιάσουν μπροστά στην ιστορική ευθύνη, τότε, ναι, μπορούν να γίνουν θετικοί πρωταγωνιστές της ιστορίας.
Σε καιρούς αποσταθεροποίησης και μαινόμενων συρράξεων στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, αλλά και ανάδυσης του εφιάλτη του ακροδεξιού σωβινισμού σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα και η Βόρεια Μακεδονία επικυρώσαμε μια ιστορική συμφωνία», υπογράμμισε χαρακτηριστικά.
Απαρίθμησε για μία ακόμη φορά τα επιτεύγματα της κυβέρνησής του, ενώ επικεντρώνοντας σημαντικό μέρος της ομιλίας του στις Ευρωεκλογές, τόνισε ότι η Ευρώπη θα πρέπει να θωρακιστεί έναντι των ακραίων δυνάμεων και κυρίως αυτών που προάγουν τον εθνικισμό.
https://www.facebook.com/tsiprasalexis/videos/1227912654025369/
Η ομιλία του πρωθυπουργού
Φίλες και φίλοι,
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Η συγκυρία της αποψινής εκδήλωσης είναι πραγματικά ξεχωριστή.
Γιατί, μόλις πριν από τρεις ημέρες, την 25η του Γενάρη, συνέπεσαν δύο γεγονότα, που το καθένα καταλαμβάνει ξεχωριστή θέση στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της πατρίδας μας.
Συμπληρώθηκαν τέσσερα χρόνια, από τότε που ο ελληνικός λαός έκανε το ιστορικό βήμα, να δώσει εντολή διακυβέρνησης στο ΣΥΡΙΖΑ.
Και ταυτόχρονα, η Βουλή των Ελλήνων επισφράγισε τον τερματισμό ενός τέλματος που κράτησε για 27 ολόκληρα χρόνια, οδηγώντας τη χώρα μας σε αλλεπάλληλες διπλωματικές ήττες και στην οπισθοχώρηση των εθνικών μας συμφερόντων.
Η επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών απέδειξε στην πράξη ότι όταν δύο χώρες και οι κυβερνήσεις τους δεν δειλιάσουν μπροστά στην ιστορική ευθύνη, τότε, ναι, μπορούν να γίνουν θετικοί πρωταγωνιστές της ιστορίας.
Σε καιρούς αποσταθεροποίησης και μαινόμενων συρράξεων στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, αλλά και ανάδυσης του εφιάλτη του ακροδεξιού σωβινισμού σε μια σειρά από ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα και η Βόρεια Μακεδονία επικυρώσαμε μια ιστορική συμφωνία.
Μια συμφωνία που σέβεται τις ευαισθησίες των δύο λαών και συγχρόνως ανοίγει το δρόμο για ένα μέλλον ειρήνης, συναδέλφωσης των λαών, σταθεροποίησης αλλά και οικονομικής συνανάπτυξης στη Βαλκανική.
Σε μια περιοχή χιλιοτυρρανισμένη από τις εθνοτικές συγκρούσεις, το εθνικιστικό μίσος και τις αιματοβαμμένες αλλαγές συνόρων.
Το σώμα των Βαλκανίων είναι γεμάτο από τέτοιες ουλές της ιστορίας.
Κι εμείς ερχόμαστε σήμερα, να αποδείξουμε έμπρακτα, ότι οι ουλές αυτές μπορούν να κλείσουν.
Κι ότι πρέπει να σχεδιάσουμε μαζί ένα διαφορετικό μέλλον για την περιοχή μας.
Με ειρηνική και βιώσιμη επίλυση των άλλων, σοβαρών, ανοικτών κρίσεων και ζητημάτων της περιοχής μας.
Ένα μέλλον που βεβαίως περιλαμβάνει και την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων.
Δεν είναι τυχαίο που όλες οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης χαιρέτισαν την επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, ως υπόδειγμα διπλωματικής επίλυσης διαφορών.
Η ΝΔ του κ. Μητσοτάκη και το ΚΙΝΑΛ της κ. Γεννηματά, προτίμησαν να μην συνταχθούν με τις πολιτικές τους οικογένειες, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές αντίστοιχα, αλλά να χρησιμοποιήσουν αντεστραμμένη την ίδια ακριβώς ρητορική με τους εθνικιστές του VMRO.
Μια και σήμερα, όμως, συζητάμε για την κρισιμότατη μάχη στο ευρωπαϊκό πεδίο.
Να θυμηθώ ότι όταν πέντε χρόνια πριν, στις αρχές του 2014 προετοιμαζόμασταν για την επερχόμενη μάχη των Ευρωεκλογών, κανείς μας ή σχεδόν κανείς δεν μπορούσε να μαντέψει με ακρίβεια αυτό που θα επακολουθούσε.
Στόχος μας τότε, όπως και σήμερα, ήταν η νίκη στις Ευρωεκλογές, για δύο βασικούς λόγους:
Πρώτον, για να ανοίξει διάπλατα ο δρόμος της ελπίδας και της μεγάλης πολιτικής αλλαγής στην πατρίδα μας, που, όντως, συντελέστηκε λίγους μήνες αργότερα.
Όταν ο ελληνικός λαός ώθησε στην έξοδο τους πρωταγωνιστές του παλαιού πολιτικού καθεστώτος, που βύθισαν με τις πολιτικές τους τη χώρα μας σε μια πρωτοφανή κρίση, οδηγώντας στην απώλεια του 25% του ΑΕΠ μας.
Και μας έδωσε την εντολή να οδηγήσουμε τη χώρα έξω από την καταιγίδα των Μνημονίων. Στην έξοδο από την κρίση.
Στην οικονομική και κοινωνική ανάκαμψη.
Σε μια νέα φάση με ελπιδοφόρα προοπτική.
Αυτή την εντολή, παρά τον επώδυνο συμβιβασμό και τις συνεχείς, ασφυκτικές πιέσεις της τριετίας 2015-2018, καταφέραμε να την τιμήσουμε.
Καταφέραμε να βγούμε από τα Μνημόνια, να νοικοκυρέψουμε τα δημόσια οικονομικά της χώρας και ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε το αναγκαίο δίχτυ προστασίας για την κοινωνική πλειοψηφία.
Και σήμερα να προχωράμε, για να νιώσει ο λαός μας, κάθε μέρα που περνά, τα θετικά αποτελέσματα αυτής της κερδισμένης μάχης.
Με την αύξηση του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του αίσχους του υποκατώτατου μισθού.
Με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.
Με τη μείωση του ΕΝΦΙΑ.
Με την αποφασιστική ρύθμιση των χρεών του.
Με την προστασία της σύνταξής του.
Με την προστασία της πρώτης κατοικίας.
Με το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης και το ετήσιο κοινωνικό μέρισμα.
Με την καθολική πρόσβαση στη δημόσια υγεία και την παιδεία.
Με την προαγωγή της επιστημονικής έρευνας και την αναβάθμιση των πανεπιστημίων μας.
Με τις προσλήψεις εκπαιδευτικών, γιατρών και άλλων απαραίτητων δημόσιων λειτουργών σε νευραλγικές υπηρεσίες.
Γιατί για μας, αυτό σημαίνει διέξοδος από την κρίση.
Να βλέπει ο πολίτης τη ζωή του να βελτιώνεται μέρα με τη μέρα.
Να ξανακερδίζει χαμένα δικαιώματα ο εργαζόμενος.
Να μην αναγκάζεται ο νέος να μεταναστεύσει για ένα καλύτερο μέλλον.
Να ανακτά την αξιοπρέπειά του ο ταλαιπωρημένος συνταξιούχος.
Να ξαναστέκεται στα πόδια του ο γονατισμένος μικρομεσαίος και ελεύθερος επαγγελματίας.
Να δικαιώνεται βήμα το βήμα η κοινωνική πλειοψηφία, που σήκωσε όλο το βάρος της καταστροφικής λιτότητας.
Ο δεύτερός μας στόχος ήταν, κερδίζοντας τις Ευρωεκλογές, να στείλουμε ένα ισχυρό πολιτικό μήνυμα σε όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς.
Ότι η ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού δεν είναι μονόδρομος.
Δεν είναι ακλόνητη.
Ότι η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως μια βαθιά αναγεννητική διαδικασία, για να βγει από τη βαθιά, υπαρξιακή της κρίση.
Κι ότι η Αριστερά μπορεί να αποτελέσει την εναλλακτική λύση.
Αρκεί να πάψει να αναπαύεται στο πολιτικό περιθώριο και να αποφασίσει ότι θα ριχτεί με τα μούτρα στη μάχη, ακόμη κι αν αυτή η μάχη είναι άνιση.
Για να διεκδικήσει πρωταγωνιστική ευθύνη.
Να τολμήσει να διεκδικήσει κυβερνητικά καθήκοντα.
Η σημερινή ευρωπαϊκή πραγματικότητα είναι κατά πολύ χειρότερη αυτής που περιγράφαμε στις αναλύσεις μας το 2014.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και η Ευρωπαϊκή Αριστερά, είχαμε προειδοποιήσει για την ανάδυση του ακροδεξιού εφιάλτη, πάνω στο έδαφος της κρίσης, της εκτόξευσης των ανισοτήτων και του κοινωνικού αποκλεισμού.
Σήμερα, που αυτή μας η ανάλυση επιβεβαιώνεται με τον χειρότερο τρόπο, δεν αισθανόμαστε δικαιωμένοι, αλλά εξαιρετικά ανήσυχοι.
Γιατί η Νέα Δεξιά της Ευρώπης, της Λεπέν, του Σαλβίνι, του Όρμπαν, του Κουρτς και άλλων, έχει πια πολύ υψηλές φιλοδοξίες εν όψει της 26ης Μαΐου.
Αναλαμβάνει κυβερνητικές ευθύνες και στοχεύει στην καθιέρωσή της ως πολιτικού ρυθμιστή στο νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Ειδικά σε μια ευρωπαϊκή προεκλογική περίοδο που μοιραία χαρακτηρίζεται από ένα κορυφαίο αποσυνθετικό φαινόμενο, το επικείμενο Brexit, αλλά και την ανικανότητα της Ε.Ε. να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές των πολιτικών της για τον τερματισμό της στρατηγικής της λιτότητας, την τόνωση της κοινωνικής συνοχής, τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, τη συλλογική διαχείριση των μεταναστευτικών ρευμάτων.
Σε αυτό το πολιτικό περιβάλλον, η κυρίαρχη δύναμη του Ευρωκοινοβουλίου, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, αναμένεται να καταγράψει σημαντικές απώλειες.
Κι εδώ έγκειται το μεγάλο στοίχημα για τις προοδευτικές, φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις.
Την Ευρωπαϊκή Αριστερά, τους Ευρωπαίους Πράσινους και τις δυνάμεις των Σοσιαλιστών που εγκαταλείπουν την αυτοκαταστροφική πρόσδεση στο νεοφιλελευθερισμό και αναζητούν συμμάχους στα αριστερά τους.
Να προχωρήσουμε από κοινού, ως ο πόλος εκείνος που θα αναχαιτίσει την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, αλλά και την επικίνδυνη άνοδο της Ακροδεξιάς.
Να συγκροτήσουμε το πολιτικό εκείνο μέτωπο, που θα διεκδικήσει ρυθμιστικό ρόλο στο νέο Ευρωκοινοβούλιο.
Αν υπάρχει πραγματικά η κοινή πολιτική βούληση, τότε θα βρούμε και τον τρόπο για να το κάνουμε πράξη.
Σίγουρα έχουμε κάνει κάποια πρώτα βήματα.
Με την “Προοδευτική Συμμαχία” στο Ευρωκοινοβούλιο, αλλά και τα δύο Ευρωπαϊκά Φόρα Προοδευτικών Δυνάμεων στη Μασσαλία και το Μπιλμπάο.
Και η συμβολή του Δημήτρη Παπαδημούλη και όλης της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ έχει υπάρξει πολύ σημαντική, για να γίνουν πραγματικότητα αυτές οι πρωτοβουλίες.
Αλλά και για να προβληθούν οι ελληνικές θέσεις για όλα τα κρίσιμα ζητήματα, από τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, ως την ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική.
Τα πέντε τελευταία χρόνια δώσαμε εξαιρετικά δείγματα γραφής μέσα στο Ευρωκοινοβούλιο.
Και πιστεύω ότι έχει έρθει η ώρα αυτή τη προοδευτική συμμαχία που αναζητεί, διεκδικεί και παλεύει ο Δημήτρης και οι υπόλοιποι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο να επιχειρήσει να την εκφράσει το ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ στις επερχόμενες ευρωπαϊκές εκλογές.
Η Συμφωνία των Πρεσπών έχει ούτως ή άλλως διαδραματίσει ρόλο καταλυτικό στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θα αναζητήσει και ενόψει των ευρωπαϊκών εκλογών τη δυνατότητα διαμόρφωσης μιας πλατιάς προοδευτικής συμμαχίας με δυνάμεις και πρόσωπα που αντιλαμβάνονται την ανάγκη μιας ευρύτερης συμπόρευσης.
Με ξεκάθαρο μέτωπο στον εθνικισμό και την ακροδεξιά.
Με ξεκάθαρο μέτωπο στον νεοφιλελευθερισμό και τις πολιτικές που τρέφουν τον ακροδεξιό και αντιευρωπαϊκό λαϊκισμό.
Και με ξεκάθαρη θέση υπέρ της Ευρώπης, υπέρ της Ευρώπης της δημοκρατίας, της κοινωνικής συνοχής και των δικαιωμάτων.
Επειδή δεν θέλουμε να βρεθούμε σε ένα νέο Ευρωκοινοβούλιο, μετά την 26η Μαΐου, που όχι μόνο δεν θα είναι ικανό να αντιστρέψει την αποσάθρωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Αλλά, που, αντιθέτως, η νέα πολιτική σύνθεσή του, θα εντείνει αυτή την αποσάθρωση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και οι προοδευτικές, φιλοευρωπαϊκές και αντινεοφιλελευθερες δυνάμεις στην Ευρώπη πρέπει να βγουν ισχυρές από τις επερχόμενες Ευρωεκλογές.
Για να είναι ο βασικός πολιτικός πυλώνας της ενωτικής ανασύνθεσης όλων εκείνων των δυνάμεων, που θέλουν και μπορούν να πορευτούν μαζί, για μια ριζική αλλαγή πορείας της Ευρώπης.
Σας ευχαριστώ.
Η ομιλία του Δ. Παπαδημούλη
Στο πλαίσιο της εκδήλωσης, που διοργανώθηκε σήμερα στο «Τιτάνια», με αφορμή την έκδοση του Δημήτρη Παπαδημούλη για τον δημόσιο απολογισμό του έργου του στο ΕΚ (2017-2019), χαιρετισμό απηύθυνε ο Πρωθυπουργός και Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, ενώ προβλήθηκαν δηλώσεις κορυφαίων προσωπικοτήτων του ΕΚ από ένα ευρύτατο πολιτικό φάσμα, καθώς και μηνύματα από τους ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιο Κούλογλου και Κωνσταντίνα Κούνεβα.
Συντονιστές της συζήτησης ήταν ηΡάνια Σβίγκου, εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, ο Γιάννης Μπουρνούς, υπεύθυνος Στρατηγικού Σχεδιασμού στο Γραφείο του Πρωθυπουργού και η Κάκη Μπαλή, δημοσιογράφος της εφημερίδας «Αυγή».
Αναλυτικά η ομιλία τουΔημ. Παπαδημούλη, με την οποία «έκλεισε» και η εκδήλωση:
«Φίλες και φίλοι, συντρόφισσες και σύντροφοι,
Θα ήθελα πριν από όλα να ευχαριστήσω από καρδιάς όλες και όλους που είστε μαζί μας απόψε, νέους και παλαιούς συντρόφους και συναγωνιστές από την περίοδο του Ρήγα Φεραίου, του ΚΚΕ Εσωτερικού, του Συνασπισμού, του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και δυνάμεις από τον σοσιαλιστικό χώρο, δυνάμεις από την πολιτική οικολογία, την κεντροαριστερά και το δημοκρατικό κέντρο, πολίτες που ανήκουν σε αυτό που λέμε ευρύτερο προοδευτικό, δημοκρατικό χώρο στην Ελλάδα.
Χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί η αποψινή εκδήλωσηγίνεται σε μια στιγμή που στην Ελλάδασυντελείται ένα πολιτικό bigbang. Η έξοδος από τα μνημόνια και οι Πρέσπες αναδιατάσσουν ραγδαία το πολιτικό σκηνικό. Επαναπροσδιορίζουν τις προκλήσεις, αλλά και τις διαιρετικές τομές της νέας περιόδου.
Αυτή η νέα περίοδος είναι και το έναυσμα για έναν διάλογο εξαιρετικά αναγκαίο και επίκαιρο, που ήδη ξεκίνησε με τις παρεμβάσεις που προηγήθηκαν και ιδιαίτερα με τον χαιρετισμό του Αλέξη Τσίπρα.
Έξω υπάρχει ένα μικρό βιβλίο που είναι μια επιλογή αποσπασμάτων από την δράση μου στο Ευρωκοινοβούλιο τα τελευταία 2,5 χρόνια. Θεωρώ ότι η δημόσια λογοδοσία είναι υποχρέωση κάθε αιρετού. Όχι μόνο για να λέει, αλλά κυρίως για να ακούει τα σχόλια καιτις προτάσεις και με βάση αυτά να βελτιώνει και να εμπλουτίζει.
Δεν πρόκειται να το παρουσιάσω αναλυτικά εδώ. Δεν έχουμε άλλωστε χρόνο τώρα για κάτι τέτοιο. Αυτό που μπορώ να σας πω με δυο λόγια είναι ότι επί 5 σχεδόν χρόνια προσπαθώ, μαζί με τους άλλους ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και τους συνεργάτες μας, να εκπροσωπήσω επάξια, όχι μόνο όσους με έστειλαν εκεί με την ψήφο τους, αλλά κι ολόκληρη τη χώρα.
Αυτός ο απολογισμός είναι τμήμα μιας ευρύτερης συλλογικής δουλειάς. Δουλειάς της ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, που εκλέχθηκε εξαμελής και δυστυχώς είναι πια τριμελής. Της ευρωομάδας της Αριστεράς και της Προοδευτικής Συμμαχίας, που διαμορφώσαμε εδώ και τρία χρόνια στο Ευρωκοινοβούλιο.
Είναι μια συσπείρωση Ευρωβουλευτών της Αριστεράς, των Σοσιαλιστών, των Πρασίνων, που φιλοδοξεί να συμβάλλει σε αυτή την προοδευτική εναλλακτική για την Ευρώπη, απέναντι στο σχέδιο της Δεξιάς που απέτυχε και που απειλεί την Ευρώπη με μια διαλυτική κρίση. Απέναντι στο σχέδιο της άκρας Δεξιάς που είναι η διάλυση της ευρωπαϊκής ενοποίησης και η επιστροφή σε ένα εφιαλτικό παρελθόν.
Οι επόμενες Ευρωεκλογές στις 26 Μαΐου 2019 δεν είναι καθόλου χαλαρές. Αντίθετα, είναι οι πιο σημαντικές των τελευταίων δεκαετιών.
Μπροστά μας έχουμε μια επείγουσα κατάσταση με δύο αλληλένδετους στόχους: Να αλλάξει, να προχωρήσει και να αναπτυχθεί η Ελλάδα μέσα στην Ευρώπη, προς όφελος του ελληνικού λαού και κυρίως των ασθενέστερων. Να ξαναγίνει ένα ισότιμο, αναπτυσσόμενο μέλος της ΕΕ.
Και ταυτόχρονα, να αλλάξει, να προχωρήσει η ευρωπαϊκή ενοποίηση με ανάπτυξη, κοινωνική και περιφερειακή συνοχή και περισσότερη δημοκρατία. Αν δεν κινηθεί προς αυτήν την κατεύθυνση δεν θα μπορέσει να αποφύγει την διαλυτική κρίση που την απειλεί. Η ΕΕ ή θα κάνει αυτά τα βήματα ενοποίησης ή θα κινδυνέψει, όχι στα μακρινό μέλλον, με αποσύνθεση.
Δέκα χρόνια μετά την πτώση της LehmanBrothers και τη μεγάλη κρίση που προκάλεσε, το νεοφιλελεύθερο μοντέλο παραμένει κυρίαρχο. Οι ρυθμίσεις που έταζαν τότε ακόμα και οι νεοφιλελεύθεροι, που δήθεν θα έβαζαν όρια στον καπιταλισμό – καζίνο, έχουν αποδυναμωθεί ή και ξεχαστεί. Και όμως, παρότι έχουμε την αποτυχία των νεοφιλελεύθερων συνταγών ο νεοφιλελευθερισμός κυριαρχεί στον πλανήτη, κυριαρχεί και στην Ευρώπη, το πιο προωθημένο, από πλευράς κράτους δικαίου, κοινωνικού κράτους και δημοκρατικών ελευθεριών, τμήμα του πλανήτη.
Και από την αποτυχία του νεοφιλελευθερισμού, ας είμαστε ειλικρινείς, δεν κυρίως κερδίζει η Αριστερά, αλλά κερδίζει η άκρα Δεξιά. Επομένως, οφείλουμε να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας σε αυτό το ερώτημα. Γιατί δεν κερδίζει η Αριστερά; Γιατί -πλην λίγων εξαιρέσεων, όπως η Ελλάδα- παραμένει στάσιμη ή και υποχωρεί σε όλες τις εκδοχές;
Αυτό είναι ένα ερώτημα-πρόκληση, που αφορά και στις τρεις πολιτικές οικογένειες που εκπροσωπούν και ιστορικά ρεύματα αυτής της ευρύτερης και πολύμορφης Αριστεράς. Την Σοσιαλδημοκρατία, τους Πράσινους και φυσικά την Αριστερά. Για να δούμε και τις δικές μας ανεπάρκειες και ελλείμματα και να ξεκινήσουμε από μια διαπίστωση: Κανένα από τα τρία ρεύματα μόνο του δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις. Όλοι μαζί, ενδεχομένως να τα καταφέρουμε, εάν μέσω του διαλόγου και παρά τις διαφορές μας, αναζητήσουμε συγκλίσεις που να αντιμετωπίζουν τις συλλογικές μας ανεπάρκειες και ελλείμματα.
Φίλες και φίλοι,
Αυτή η Προοδευτική Συμμαχία για μια καλύτερη, πιο ενωμένη, κοινωνική, δημοκρατική, οικολογική Ευρώπη είναι ιστορική και επείγουσα πρόκληση. Αν δεν το καταφέρουμε αυτό η Ευρώπη θα κινδυνεύει ή από μια διαλυτική κρίση, γιατί η εκρηκτική αύξηση των ανισοτήτων θα την αποσυνθέσει, ή μπορεί να ενοποιηθεί σε ένα πολύ αυταρχικό μοντέλο τεράστιας πολιτικής και κοινωνικής οπισθοδρόμησης, που θα θυμίζει ιστορικά εγκλήματα που συνέβησαν πριν 80 χρόνια και που θα «ξεθεμελιώσει» ιστορικές κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού και της δημοκρατίας.