Τρομακτική επιτάχυνση διαδικασιών, εκπαίδευση των υποψήφιων γονέων, πρόνοια ώστε να βρουν αναδοχή και τα ανάπηρα παιδιά, με ψηφιακές διαδικασίες, ώστε όσοι αναζητούν ένα παιδί να μην «παίρνουν σβάρνα» τα ιδρύματα, είναι μερικές από τις καινοτομίες που φέρνει το νέο πλαίσιο που θα νομοθετηθεί για τις αναδοχές και τις υιοθεσίες, με στόχο να ανοίξει το σύστημα το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου, είπε η αναπληρώτρια υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου μιλώντας στον ρ/σ Στο Κόκκινο.
Η Θ. Φωτίου αναφέρθηκε και στο θέμα του εκσυγχρονισμού του πλαισίου που διέπει αναδοχές και υιοθεσίες, «μια πληγή μέχρι σήμερα για όσους θέλουν ένα παιδί, την ώρα που περίπου 2.500 παιδιά περιμένουν μέσα στα ιδρύματα. Ακόμη και μέσα στο καλύτερο ίδρυμα στον κόσμο δημιουργούνται τεράστιες στερήσεις. Το καλύτερο ίδρυμα δεν υποκαθιστά μια ανθρώπινη αγκαλιά αποκλειστικά δική σου». Διευκρίνισε πάντως ότι «το πόσα από αυτά τα παιδιά είναι για αναδοχή και υιοθεσία είναι ζητούμενο (…) Δεν είναι όλα ορφανά παιδιά (…) Με αυτόν τον νόμο και την ψηφιακή του εφαρμογή τέτοια ερωτήματα θα διαλευκανθούν».
«Δεν θα χρειάζεται κάποιος να παίρνει σβάρνα τα ιδρύματα μήπως βρει ένα παιδί. Το ίδιο το σύστημα θα λέει αμέσως στον κοινωνικό λειτουργό που έχει κάνει έκθεση ότι είναι κατάλληλος ο υποψήφιος ανάδοχος ή θετός γονέας, πού βρίσκονται τα παιδιά σε όλη την Ελλάδα» είπε η ίδια. «Θα πρέπει όλοι να συνηθίσουμε ότι δεν θα είναι πάντα μωρό, πάντα τυπικής ανάπτυξης, πάντα ‘κοριτσάκι ξανθό με γαλανά μάτια’ κ.λπ. Όλα τα παιδιά έχουν δικαιώματα, ίδια».
Το ίδιο ισχύει και «για τα ανάπηρα παιδιά, που περιμένουν μια αγκαλιά. Για αυτά κάνουμε την επαγγελματική αναδοχή, ώστε να μην μένουν μέσα στα ιδρύματα. Για τα παιδιά που βρίσκονται εγκαταλελειμμένα σε νοσοκομεία, παίρνουμε μέτρα ώστε να αποφεύγεται η παραμονή είτε σε νοσοκομείο είτε σε μαιευτήριο».
«Το πιο σημαντικό είναι ότι αυτός ο νόμος επιταχύνει τρομακτικά τον χρόνο αναμονής ενός υποψήφιου ανάδοχου ή θετού ζευγαριού για να γίνει η κοινωνική έρευνα. Ο νόμος προβλέπει έξι με οκτώ μήνες, έχει αυστηρές διαδικασίες» μέσω κοινωνικών λειτουργών του Δημοσίου ή, αν δεν υπάρχουν διαθέσιμοι, μέσω της Συνομοσπονδίας Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας, «ώστε η έλλειψη να καλύπτεται από εκεί».
Δεύτερη καινοτομία είναι «η εκπαίδευση από την οποία θα περάσουν όλοι οι υποψήφιοι γονείς. Γιατί δεν είναι απλό πράγμα να πάρεις ένα παιδί που σε κάθε περίπτωση έχει υποστεί κάποια τραύματα» συνέχισε η Θ. Φωτίου.
«Καινοτομία είναι και η επαγγελματική αναδοχή, για τις πιο δύσκολες περιπτώσεις, ανάπηρων παιδιών. Είδαμε ότι τα ανάπηρα παιδιά σε ένα οικογενειακό περιβάλλον έχουν αλματώδη εξέλιξη, ενώ μέσα στο ίδρυμα καταπίπτουν» όπως τόνισε.
«Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου περιμένουμε να ανοίξει το σύστημα και περιμένουμε αποτελέσματα ήδη τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του, υιοθεσιών ή αναδοχών (…) Είναι μια δράση που αφορά όλη την κοινωνία. Έχουμε πολύ μεγάλη πίεση που δεν περιμέναμε. Όλη η ελληνική κοινωνία το περιμένει».
Στην αρχή της συνέντευξης, η Θ. Φωτίου αναφέρθηκε στα δύο νέα «μόνιμα και σταθερά μέτρα» που θα «τρέξουν» το επόμενο διάστημα και αφορούν «την υπεράσπιση της πρώτης κατοικίας και το δικαίωμα στέγασης και κατοικίας (…) πλαίσιο στεγαστικής πολιτικής που να κατοχυρώνει το δικαίωμα στην κατοικία δεν έχουμε στην Ελλάδα μέχρι σήμερα, είναι μεγάλης κλίμακας μέτρα με δέσμη δύο κατευθύνσεων (…) επιδότηση δανείου και επιδότηση ενοικίου».
«Αυτά τα προγράμματα ολοκληρώνονται αυτές τις ημέρες. Θα αρχίσουν να τα βλέπουν οι συμπολίτες μας μέχρι το τέλος του μήνα και θα δοθούν με τις διαφανείς, άμεσες ηλεκτρονικές διαδικασίες ενός ψηφιακού κράτους πρόνοιας που σταματάει όλες τις πελατειακές σχέσεις και δυνατότητες διαφθοράς ή διαπλοκής» τόνισε.
Τα μέτρα αυτά, συνέχισε η Θ. Φωτίου, «όταν βγουν τα στοιχεία θα δείτε ότι δεν αφορούν τα πιο φτωχά στρώματα, γιατί αυτά δεν βρίσκονται σε μεγάλα ποσοστά ‘στο νοίκι’ όσο κι αν φαίνεται περίεργο (…) Εμπεριέχονται κυρίως τα μεσαία στρώματα, η μεσαία τάξη που φτωχοποίησαν τα Μνημόνια την πρώτη πενταετία».
Η Θ. Φωτίου αναφέρθηκε στη συνολική απλοποίηση και στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό του κράτους πρόνοιας, που όταν ανέλαβε η τρέχουσα κυβέρνηση είχε 200 επιδόματα από 120 διαφορετικές πηγές, «ένα πολυκαθεστώς μη ελεγχόμενο, με κριτήρια και τρόπους απονομής διάφορων ταχυτήτων, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται». Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατάσταση, συγκροτήθηκε από τμήμα του παλιού ΟΓΑ ο Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) και «εκεί μαζεύτηκαν τα μεγάλα επιδόματα, οι μεγάλες κατηγορίες, όλες ενοποιημένες (…) εκεί θα μπει και το επίδομα στέγης, θα δίνεται από τον ΟΠΕΚΑ» με ρόλο κλειδί για τα Κέντρα Κοινότητας σε όλη τη χώρα. Μετά την ηλεκτρονική αίτηση, ο ΟΠΕΚΑ διασταυρώνει έξι βάσεις δεδομένων και κρίνει εάν είναι δικαιούχος ο αιτών και στη συνέχεια πληρώνει την ίδια ημέρα κάθε μήνα στο IBAN που έχει δηλώσει. «Αυτό το ψηφιακό προνοιακό κράτος πάει να καταργήσει η Δεξιά. Το πολέμησε λυσσασμένα, δεν ψήφισε τα Κέντρα Κοινότητας, αλλά οι δεξιοί δήμαρχοι σήμερα τα αγκαλιάζουν».
Για τα οικογενειακά επιδόματα η ίδια ανέφερε ότι, «ενώ πέρυσι έφταναν τα 650 εκατ. ευρώ, αλλάζοντας την αρχιτεκτονική του επιδόματος ώστε να αφορά όσο το δυνατόν περισσότερους, φέτος φτάσαμε στα 1,1 δισ. ευρώ. Και ενώ πέρυσι το έπαιρναν 1.400.000 παιδιά, φέτος το παίρνουν 1.660.000 παιδιά (…) Έγινε ψηφιακά, δίκαια, ένα αξιοπρεπές επίδομα. Αντί των 40, 25 ή 13 ευρώ για το παιδί, τώρα είναι 70, 50 ή 23. Χωρίς φακέλους αριστερά – δεξιά, για όλα τα παιδιά».