Οι νεοδημοκράτες που έζησαν από κοντά τη διακυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή συνηθίζουν να λένε πως μια από τις αιτίες που εξώκειλε πολιτικά με τα γνωστά αποτελέσματα ήταν η νωθρότητα στις αποφάσεις και η επίμονη αφέλειά του να στηρίζει μέχρις εσχάτων όχι ιδιαιτέρως ικανά πρόσωπα επειδή τα γνώριζε πολλά χρόνια.
Συχνά του μετέφεραν στιγμιότυπα που επιβεβαίωναν την ανικανότητα αυτών των προσώπων που είχαν καταλάβει θέσεις-κλειδιά. Μέσω του μηχανισμού αξιολόγησης οι πληροφορίες έφταναν στο γραφείο του και τελικά στον ίδιο.
Συνήθως η αντίδρασή του ήταν αφοπλιστική: “΄Έλα, μωρέ, τώρα πρόκειται για καλό παιδί. Ξέρεις από πότε τον γνωρίζω;”. Εννοώντας, προφανώς, τις γνωριμίες του από το πανεπιστήμιο στην Αμερική, την ΔΑΠ, την ΟΝΝΕΔ, το ευρύτερο περιβάλλον του θείου του, τις παρέες της Θεσσαλονίκης και πάει λέγοντας.
Έτσι, συνήθως, οι αναποτελεσματικοί ή ακόμα και οι ανίκανοι διέσχιζαν “αλεξίσφαιροι” τον κυβερνητικό χρόνο μόνο και μόνο επειδή σε κάποια περίοδο της ζωής τους διασταυρώθηκαν με τον πρωθυπουργό της χώρας.
Ανακάλεσα στη μνήμη την ιστορία αυτή επειδή κάτι ανάλογο μου περιγράφουν ότι συμβαίνει εσχάτως και στον ΣΥΡΙΖΑ της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Τις προάλλες ένα κορυφαίο στέλεχος μου διηγήθηκε όσα συνέβησαν σε μια σύσκεψη στην Κουμουνδούρου [δεν θα πω το θέμα της συζήτησης διότι εύκολα θα προδωθεί ο συνομιλητής μου]. Είχε προγραμματιστεί για τη μία το μεσημέρι, και επρόκειτο να αποφασιστεί η στρατηγική και οι κινήσεις που έπρεπε να γίνουν σχετικά με την ανάδειξη μελών- εκπροσώπων του κόμματος σε δύο πολύ σημαντικά όργανα πανελλαδικής εμβέλειας.
Κατά τις δύο το μεσημέρι άρχισαν να καταφθάνουν τα επαγγελματικά στελέχη που ήταν επιφορτισμένα με τα συγκεκριμένα θέματα. Με τον “φρέντο” στο χέρι και το κινητό στο αυτί. Τα μέλη της Π.Γ και οι αρμόδιοι πρώην υπουργοί ήταν ήδη εκεί από τις 12.30. Όταν έφτασε η ώρα να παρουσιάσουν τα επαγγελματικά στελέχη τι ακριβώς είχαν κάνει και τι έπρεπε να γίνει, αποκαλύφθηκε το…χάος. Τίποτα, nothing, rien, nada, ничего…
Δυστυχώς, μαθαίνω πως αυτό είναι ένα γενικότερο πρόβλημα. Δεν αφορά τους πρώην κυβερνητικούς που έμαθαν -καλώς ή κακώς- να λειτουργούν στο πλαίσιο ενός Μαξιμικού συγκεντρωτισμού, με κάποιον υπουργό πάνω από το κεφάλι τους και τον Φλαμπουράρη να μην τους αφήνει ήσυχους στο τηλέφωνο. Τώρα ζουν στην αντιπολιτευτική νιρβάνα του “έλα, δεν βαριέσαι, μέχρι να αρχίσει η φθορά του Μητσοτάκη έχουμε χρόνο”.
Και, φυσικά, όλα περνούν από τα χέρια ελαχίστων και όλα από του Τσίπρα. Το πρωί στη Βουλή, το μεσημέρι στο κόμμα, το απόγευμα περιοδείες, το βράδυ στις τηλεοράσεις και τη νύχτα…φύλακας σε πάρκινγκ! Κι όταν του περιγράφουν την κατάσταση της κομματικής …εύφορης κοιλάδας, η απάντηση -αλά Καραμανλή- είναι “έλα μωρέ, ξέρεις από πότε τον ξέρω;”. Από το Πολυτεχνείο, την “Ανοιχτή Πόλη”, την Γένοβα2000, τις διαδηλώσεις για την Κούβα, τους Αγαναχτισμένους, τις κόντρες με τον Αλαβάνο και πάει λέγοντας. Σε αυτό βασίζονται…
Δουλειά, όμως, έτσι δεν γίνεται. Ο Καραμανλής άργησε να το καταλάβει- αν το κατάλαβε ποτέ.
Ο Τσίπρας δεν ξέρω. Πάντως, καλή η συντροφικότητα αλλά χρειάζεται επαγγελματισμός και στοχοπροσήλωση για να επιστρέψεις στη διακυβέρνηση. Ιδιαίτερα όταν έχεις απέναντί σου ένα πολύ καλά οργανωμένο επιτελικό σύστημα εξουσίας, συμμαχιών και συμφερόντων…
Σ.Κ