Λονδίνο και Βρυξέλλες ετοιμάζονται για μία μάχη επί του Brexit, που θα τις οδηγήσει στο «χείλος του γκρεμού». Ο Βρετανός πρωθυπουργός εμφανίζεται αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει την ισχυρή πλειοψηφία του στη Βουλή για να μην επιτρέψει την όποια παράταση της μεταβατικής περιόδου πέραν του 2020. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα πιέσει τους 27 για μία εμπορική συμφωνία σε λιγότερο από 11 μήνες. Εάν δεν κερδίσει και πάλι το στοίχημα και οι δύο πλευρές θα πρέπει να θέσουν σε εφαρμογή δασμούς και κανείς δεν θα αποφύγει τον «πόνο».
Η εξέλιξη ανησυχεί τις Βρυξέλλες, αλλά και προκαλεί έντονη αναταραχή στις αγορές, όπου έχει πλέον χαθεί η μετεκλογική ευφορία. Οι αγορές μετοχών ανά την Ευρώπη σήμερα είναι στο κόκκινο και οι επενδυτές επιστρέφουν στο καταφύγιο των ομολόγων. Η εμπορική συμφωνία που θα συνοδεύει το Brexit είναι πλέον το κεντρικό ζήτημα ανάμεσα στη Βρετανία και τους 27 της Ε.Ε. Η κυβέρνηση Τζόνσον επιμένει ότι θα είναι έτοιμη έως το τέλος του 2020, αλλά η Ε.Ε. εκφράζει τις πολύ σοβαρές αμφιβολίες της και εξετάζει σοβαρά την παράταση των διαπραγματεύσεων.
«Το μανιφέστο μας καθιστούσε ξεκάθαρο ότι δεν θα υπάρξει παράταση στην εφαρμογή της μεταβατικής περιόδου και ότι το νομοσχέδιο για τη Συμφωνία Αποχώρησης θα εμποδίζει νομικά την κυβέρνηση από το να συμφωνήσει στην όποια παράταση» δήλωσε σήμερα, Τρίτη, κυβερνητικός αξιωματούχος στο Reuters. Παράλληλα ο Μάικλ Γκόουβ ερωτηθείς εάν η κυβέρνηση θα προωθήσει σχετική νομοθετική πράξη που θα αποκλείει τη δυνατότητα επέκτασης της μεταβατικής περιόδου πέραν της 31ης Δεκεμβρίου 2020, ήταν απόλυτος: «Ακριβώς αυτό θα κάνει».
Μία εμπορική συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών δεν είναι απλή υπόθεση. Και τούτο γιατί θα ρυθμίζει τα πάντα από τους δασμούς, τα πρότυπα ασφαλείας, τα περιβαλλοντικά στάνταρντς και τις κρατικές ενισχύσεις έως το πλαίσιο λειτουργίας για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ή τους κανόνες για την αλιεία.
Συνήθως οι εμπορικές συμφωνίες απαιτούν πολλά χρόνια για να κλείσουν. Για παράδειγμα η συμφωνία ανάμεσα στην Ε.Ε. και τον Καναδά, ένα κείμενο 2.000 σελίδων που φέρει την ονομασία CETA, απαίτησε επτά χρόνια διαπραγμάτευσης. Και τα προβλήματα δεν σταμάτησαν έως και την τελευταία στιγμή της επικύρωσης από τα κράτη- μέλη. Όσο για την άλλη φιλόδοξη εμπορική συμφωνία ανάμεσα σε Ε.Ε. και ΗΠΑ (TTIP) αφέθηκε απλά να… «πεθάνει».
Η Ε.Ε επιμένει ότι δεν θα επισφραγίσει μία εμπορική συμφωνία με έναν ισχυρό οικονομικά «γείτονα», εάν δεν υπάρχουν ουσιαστικές εγγυήσεις για δίκαιο ανταγωνισμό. Ζητεί να δοθεί έμφαση στα πρότυπα για το περιβάλλον, αλλά και στην εργασιακή νομοθεσία, όπως και στις κρατικές ενισχύσεις, προκειμένου να διασφαλίσει ότι η Βρετανία δεν θα μπορεί να προσφέρει προιόντα στην ενιαία αγορά σε αθέμιτα χαμηλές τιμές. Και για τη Βρετανία όμως η συγκεκριμένη συμφωνία είναι πολύ πιο σημαντική από εκείνη με τις ΗΠΑ, αφού η κοινότητα απορροφά το μεγαλύτερο με διαφορά μερίδιο των εξαγωγών της.
Η Ζαμπίνε Γουέιαντ, επικεφαλής της Γενικής Διεύθυνσης Εμπορίου στην Κομισιόν, αναγνώρισε πως οι Βρυξέλλες θα πρέπει να πάρουν πολύ σοβαρά υπόψη το γεγονός ότι ο Τζόνσον δεν θέλει παράταση. «Οφείλουμε να είμαστε προετοιμασμένοι για αυτό. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κοιτάξουμε άμεσα όλα αυτά τα ζητήματα, στα οποία εάν αποτύχουμε να συμφωνήσουμε έως τα τέλη του 2020, θα οδηγηθούμε και πάλι στο χείλος του γκρεμού».
ΠΗΓΗ: naftemporiki.gr