«’Φύγετε από τα τουρκικά χωρικά ύδατα‘ απαιτεί το πλήρωμα σκάφους της τουρκικής ακτοφυλακής. Οι Έλληνες ψαράδες ανταπαντούν: ‘Όχι, δεν θα το κάνουμε. Εδώ είναι ελληνικά ύδατα’ – Σκηνές σαν κι αυτές επαναλαμβάνονται καθημερινά στα νερά του Αιγαίου…». Κάπως έτσι περιγράφει την κατάσταση στο Αιγαίο ρεπορτάζ της Βαυαρικής Ραδιοτηλεόρασης (BR) με τίτλο «O νέος φόβος της Ελλάδας για τον προαιώνιο εχθρό, την Τουρκία». Με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις, σχολιάζουν τα τεκταινόμενα ο καθηγητής Παναγιώτης Τσάκωνας από το ΕΛΙΑΜΕΠ και ο πρέσβης επί τιμή Αλέξανδρος Μαλλιάς.
Aναφορικά με τις προθέσεις της Τουρκίας, που επιθυμεί να στείλει ερευνητικά πλοία για το φυσικό αέριο νότια της Κρήτης, ο Αλ. Μαλλιάς αναφέρει: «Ο ίδιος ο Ερντογάν έχει πει ότι θέλει να κάνει κάτι τέτοιο και μάλιστα φέτος. Είμαστε λοιπόν αναγκασμένοι να είμαστε προετοιμασμένοι για παν ενδεχόμενο». Αλλά τι σημαίνει «παν ενδεχόμενο» διερωτάται η BR; «Οι Τούρκοι στρατιώτες θα καταλάβουν ένα ελληνικό νησί;» Ο Π. Τσάκωνας απαντά: «Όχι, όχι, δεν θα φτάσει μέχρι εκεί. Αυτό που είναι πιθανό είναι ο Ερντογάν ή η Τουρκία του Ερντογάν να στείλει πλοίο στα ελληνικά χωρικά ύδατα, για παράδειγμα στις ακτές της Κρήτης, για να δοκιμάσει τις ελληνικές αντιδράσεις. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα θερμό επεισόδιο. Αλλά όχι κάτι παραπάνω από αυτό». Όσο για το τι θα μπορούσε να θεωρηθεί «θερμό επεισόδιο», ο Π. Τσάκωνας δεν κάνει υποθέσεις, ενώ θεωρεί ότι η Ελλάδα πρέπει να στηριχθεί στη διπλωματία και την αποτροπή. Όπως παρατηρεί η ΒR «διπλωματία σημαίνει όλοι οι δίαυλοι επικοινωνίας με την Τουρκία να παραμένουν ανοιχτοί. Αποτροπή σημαίνει να δείξεις τη σημαία σου, ακόμη και με στρατιωτικά μέσα στη Μεσόγειο». Αυτό φαίνεται να πιστεύει και ο Αλ. Μαλλιάς, ο οποίος «καταφεύγει στον Πρώσο στρατηγό Καρλ φον Κλάουζεβιτς … Για να αποτρέψεις μια σύγκρουση, πρέπει να είσαι πολύ καλά προετοιμασμένος για τη σύγκρουση, αναφέρει ο Έλληνας διπλωμάτης, κάνοντας αναφορά στον πρωτοπόρο της στρατιωτικής σκέψης».
Ο τουρκικός επεκτατισμός προς δυσμάς και η «ultima ratio»
Ανάλυση σχετικά με το ενδεχόμενο κλιμάκωσης στα ελληνοτουρκικά παραθέτει και η Nordwest Zeitung, κάνοντας λόγο «για κίνδυνο πολέμου που απειλεί την Ανατολική Μεσόγειο – μεταξύ δύο νατοϊκών συμμάχων» και παρατηρεί ότι «μέχρι σήμερα ελάχιστοι στη Γερμανία παίρνουν στα σοβαρά το ενδεχόμενο ανάφλεξης». Το ερώτημα που θέτει ο δημοσιογράφος είναι πώς πρέπει να αντιμετωπίσει κανείς μια χώρα – ταραχοποιό; «Αυτό ακριβώς διερωτώνται και οι Έλληνες, όταν πρόκειται για την γείτονα Τουρκία. Ναι, για μια νατοϊκή σύμμαχο. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι νέο» παρατηρεί ο αρθογράφος, παραπέμποντας στην κρίση των Ιμίων το 1996 και σημειώνοντας ότι σήμερα οι Έλληνες θεωρούν ότι η Τουρκία «δεν μπορεί να χαλαρώσει. Σίγουρα όχι με έναν αυταρχικό ηγέτη, που θα ήθελε να είναι σουλτάνος, που εισβάλει με τα στρατεύματά του στη Συρία και παίρνει θέση ανοιχτά στον λιβυκό εμφύλιο. (…) To τουρκικό δόγμα είναι το εξής: Η Ανατολική Μεσόγειος μας ανήκει σε μεγάλο μέρος. Είναι η δική μας μπλε πατρίδα».
Από την άλλη, για την Ελλάδα, αναφέρει ο αρθρογράφος, η συμφωνία Λιβύης –Τουρκίας πρέπει άμεσα να ακυρωθεί. Και όπως παρατηρεί : «Η Ελλάδα φοβάται ότι η Τουρκία θα δημιουργήσει σύντομα και πάλι τετελεσμένα στη Μεσόγειο, τα οποία πλήττουν την ελληνική εδαφική ακεραιότητα. Για τον λόγο αυτό ο Ερντογάν έχει θέσει χρονικό στόχο: το 2023, 100 χρόνια μετά την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκίας. Τότε, με τη Συνθήκη της Λωζάννης χαράχθηκαν τα σύνορα με την Ελλάδα και τη Συρία. Ακριβώς αυτή η Συνθήκη είναι για τον νεο-οθωμανό Ερντογάν αγκάθι. Πιστεύει ότι η Ελλάδα πήρε τότε μεγάλο μέρος της πίτας στην Ανατολική Μεσόγειο. Έτσι θέλει να μετακινήσει τα τουρκικά σύνορα πιο δυτικά. Αυτό πρέπει να ανακοπεί. Πρωτίστως διπλωματικά, ενδεχομένως νομικά. Αν χρειαστεί στρατιωτικά. Άμυνα ως «ultima ratio», εκτιμά ο αρθρογράφος.
Ποιος κερδίζει από το προσφυγικό δράμα στην Ελλάδα;
Ρεπορτάζ παραθέτει η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) με αφορμή επίσκεψη του ανταποκριτή της στη Λέρο, η οποία σύμφωνα με το δημοσίευμα φιλοξενεί 3000 πρόσφυγες «ενώ το κέντρο υποδοχής της Λέρου έχει χωρητικότητα 800, το πολύ 1000 θέσεων». Η κατάσταση και εκεί είναι οριακή. «Από τη μια μεριά οι πρόσφυγες, οι οποίοι είναι οργισμένοι επειδή νιώθουν ότι κρατούνται εκεί. Από την άλλη οι ντόπιοι, που νιώθουν ανασφάλεια μπροστά στους ολοένα περισσότερους ξένους». Με αφορμή το παράδειγμα της Λέρου τίθεται το ερώτημα ποιος τελικά επωφελείται από την άθλια κατάσταση στα προσφυγικά κέντρα των νησιών. «Είναι απλό να ρίχνει κανείς την ευθύνη για τη δυστυχία στα ελληνικά νησιά μόνο στην ανικανότητα της Ευρώπης να οικοδομήσει ένα αποτελεσματικό σύστημα ασύλου στα εξωτερικά της σύνορα. Ένας άλλος λόγος όμως είναι ότι όχι μόνο οι διακινητές και οι λαθρέμποροι κερδίζουν πολλά χρήματα από την κρίση. Υπάρχει πλήθος στοιχείων που καταμαρτυρούν ότι ελληνικές κρατικές θέσεις (ή τουλάχιστον μεμονωμένοι υπάλληλοι), αδίστακτοι επιχειρηματίες, όπως και πολλοί ‚ακτιβιστές‘ χρησιμοποιούν συστηματικά προς ίδιον όφελος την ανάγκη». Όπως παρατηρεί το ρεπορτάζ «μόνο η ΕΕ το 2015 έδωσε στην Ελλάδα πάνω από ένα δις ευρώ για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης. Από αυτή την πίτα όλοι θέλουν να φάνε μεγαλύτερο κομμάτι από εκείνο που τους αναλογεί». Χωρίς αναφορά σε πραγματικά ονόματα, το ρεπορτάζ καταγράφει μαρτυρίες εργαζομένων σε συναφείς φορείς, καταγγέλλοντας ατασθαλίες με υπόνοιες διαφθοράς. Για παράδειγμα ότι «προβλεπόταν να χορηγηθούν 3000 μερίδες με κοτόπουλο, ρύζι και δέκα ελιές. Αντ’ αυτού οι ελιές ήταν τέσσερις». Κι όπως σημειώνει το ρεπορτάζ, από τις μικρές ατασθαλίες μπορεί κανείς να φανταστεί την έκταση του προβλήματος.
Τέλος, στο θέμα των διακινητών και συνεργατών τους, που οδηγούνται στην ελληνική δικαιοσύνη, αναφέρεται το Der Spiegel. Όπως σημειώνει, βάσει του ελληνικού ποινικού δικαίου, απειλούνται ποινές στερητικές της ελευθερίας έως και 15 χρόνια καθώς και πρόστιμα ύψους τουλάχιστον 200.000 ευρώ. «Είναι ο πιο αυστηρός νόμος κατά των διακινητών στην ΕΕ», γράφει το ρεπορτάζ, ενώ σε άλλο σημείο παρατηρεί ότι με τον τρόπο αυτό «η Ελλάδα θέλει να περιορίσει τη μετανάστευση από την Τουρκία. Ωστόσο αν και η κυβέρνηση βάλει τόσο αυστηρά εναντίον των καπετάνιων πλοιαρίων, ο αριθμός των αφίξεων από την Τουρκία δεν μειώνεται». Όπως παρατηρεί το άρθρο, μολονότι οι ποινές είναι τόσο αυστηρές, παραμένουν αναποτελεσματικές, γιατί δεν στοχεύουν στους πραγματικούς διακινητές αλλά σε εκείνους που απλώς οδηγούν τα πλοιάρια. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ ο ελληνικός νόμος δεν κάνει διάκριση ανάμεσα στα μέλη μιας σπείρας διακινητών και στον εγκέφαλό της, ενώ στις «δρακόντειες ποινές κατά των συνεργών» ασκούν κριτική και Έλληνες νομικοί. Σε κάθε περίπτωση «πέρυσι σχεδόν 2000 οδηγήθηκαν στις φυλακές λόγω συνέργειας σε παράνομη μεταφορά ανθρώπων. Ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη ομάδα ποινικών κρατουμένων μετά τους σχετιζόμενους με διακίνηση ναρκωτικών, ενώ διπλασιάστηκαν μάλιστα από το 2016».
Πηγή: DW