Στο μεγαλύτερο διάστημα του 20ου αιώνα η Ελλάδα είχε άλυτα δημοκρατικά προβλήματα και δυσλειτουργική αστική δημοκρατία. Χάρις στους αγώνες του λαού και την αποφασιστικότητα σειράς πολιτικών πολλά από αυτά τα προβλήματα λύθηκαν.
Του Νίκου Κοτζιά, άρθρο στο facebook στις 13.4.2020
Ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση της Χούντας (1967-1974) η Ελλάδα γνώρισε σειρά από δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, όπως την απομάκρυνση της Μοναρχίας, τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, την υπέρβαση του εμφυλιοπολεμικού καθεστώτος. Απέκτησε μια δημοκρατία που λειτουργούσε σε μεγάλο βαθμό σε αντιστοιχία με εκείνη της υπόλοιπης Δυτικής Ευρώπης. Αυτή διευρύνθηκε από σειρά κοινωνικών και πολιτικών μέτρων της πρώτης πενταετίας των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ. Μέσα στην οικονομική κρίση, το μαζικό κίνημα και η Κυβέρνηση της Σωτηρίας μπόρεσαν να υπερασπιστούν πλευρές του δημοκρατικού συστήματος.
Παρέμειναν, όμως, αρκετά σοβαρά προβλήματα που σήμερα διογκώνονται. Δυστυχώς η ηγεσία της σημερινής αριστεράς, σε αντίθεση με εκείνη της προχουντικής περιόδου και των πρώτων χρόνων μετά την πτώση της Χούντας, υποτιμά σε ένα βαθμό το δημοκρατικό ζήτημα.
Η Δημοκρατία, κατά τους Αριστοτέλη και Τοκβίλ, τις Αρεντ και Χέλλερ, έχει δύο θεμελιακούς πυλώνες. Ο πρώτος είναι η αρχή της πλειοψηφίας. Η πλειοψηφία κυβερνά και έχει την ευθύνη για τις πράξεις της. Ο δεύτερος είναι η εγγύηση και η εξασφάλιση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας. Το δικαίωμα στην αντίσταση απέναντι σε αυθαιρεσίες και παρανομίες της πλειοψηφίας. Πριν από όλα το δικαίωμα της μειοψηφίας να γίνεται πλειοψηφία. Δεν υπάρχει δημοκρατία δυτικού τύπου χωρίς αυτό το θεμελιακό δικαίωμα.
Σημαντικό στοιχείο της δημοκρατίας είναι η ελευθερία κινητοποιήσεων με τις πιο διαφορετικές μορφές, ο διάλογος, η διαβούλευση καθώς και η κριτική απέναντι στην εξουσία. Με αυτά τα μέσα η κοινωνία μαθαίνει να κρίνει. Αποκτά κριτήρια προκειμένου να αποφασίσει τι θέλει να στηρίξει ή όχι. Υποχρεώνει την κυβέρνηση να διορθώσει την πολιτική της, ακόμα και να την αλλάξει. Διαδίδει τις ιδέες και κάθε διαφορετική άποψη στην κοινωνία, ανάμεσα στους πολίτες.
Προκειμένου να λειτουργήσει το «παιχνίδι» της δημοκρατίας πρέπει να λειτουργούν καλά και ορθά οι θεσμοί που συγκροτούνται προκειμένου να την υπηρετούν, όπως το κοινοβούλιο. Εξίσου σημαντικό είναι να υπάρχει κράτος δικαίου. Δηλαδή, ο νόμος να ισχύει πριν από όλα για το ίδιο το δημόσιο και την κυβέρνηση. Το κράτος δικαίου είναι η εγγύηση των δικαιωμάτων των μη κυβερνώντων.
Πυλώνας της Δημοκρατίας είναι το Σύνταγμα, που αποτρέπει να καταπατηθούν τα θεμέλια των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών όσο ισχυρή και αν είναι μια εξουσία και πλειοψηφία. Τέλος, θα πρέπει να εξασφαλίζεται η ορθή λειτουργία του διαχωρισμού των εξουσιών. Ασφαλώς η Δημοκρατία έχει πολλαπλά ακόμα χαρακτηριστικά. Αλλά προς το παρόν περιορίζουμαι σε αυτά και στην εξέταση της κατάστασης τους.
Σήμερα το κοινοβούλιο δεν λειτουργεί ως «ναός της δημοκρατίας» αλλά περισσότερο ως «Παρεκκλήσι της εξουσίας». Η ολομέλεια με ευθύνη της κυβέρνησης έχει ουσιαστικά παυθεί στο όνομα της κρίσης, ενώ ακόμα και το ευρωκοινοβούλιο με 705 μέλη από 27 χώρες λειτουργεί σε ολομέλεια με την αξιοποίηση ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
Οι επερωτήσεις σπανίζουν όλο και περισσότερο, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση δεν αξιοποιεί τις δυνατότητες του κοινοβουλευτικού ελέγχου με επάρκεια.
Χωρίς αποφάσεις της Βουλής έχουν ανασταλεί ντε φάκτο τα άρθρα του Συντάγματος. Ο άγρυπνος φρουρός της δημοκρατίας, το Σύνταγμα, έχει εξοβελιστεί από την καθημερινότητα. Οι αποφάσεις λαμβάνονται με έκτακτες διαδικασίες, ενώ τίποτα δεν εμποδίζει να λειτουργεί η δημοκρατία μέσα στην κρίση. Αλλά η κυβέρνηση δεν το επιθυμεί και η αντιπολίτευση δεν το διεκδικεί.
Η διαβούλευση και ο διάλογος έχουν περιοριστεί δραστικά, τώρα ακριβώς που έπρεπε να αποδείξουμε ότι η δημοκρατία είναι το καλύτερο και πιο λειτουργικό σύστημα όλων. Ο λόγος είναι ότι κάποιοι στην κυβέρνηση και στην ολιγαρχία κοιμούνται και ξυπνούν με τη σκέψη πώς θα πείσουν την κοινωνία ότι μέσα στην κρίση δεν χρειάζεται η πολιτική. Ότι τάχα όλα τα ζητήματα που έχουμε μπροστά μας είναι «απολίτικα» και μονόδρομος. Σε αντίθεση με ότι συνέβαινε το 2010-15, η αντιπολίτευση αναπαράγει στα δικά της πλαίσια πτυχές από αυτή τη θέση.
Η κυβέρνηση εμφανίζει όλα ως μονόδρομο. Η θεώρησή της έχει στοιχεία ολοκληρωτισμού. Εμφανίζει τις επιστήμες ως έχουσες μίας και μοναδική γνώμη, άνευ διαλόγου και διαβούλευσης. Τις θέσεις της ως αντικειμενικές υπεράνω κάθε ιδεολογίας και πολιτικής.
Η κυβέρνηση δείχνει την πόρτα εξόδου στην πολίτική. Δεν εννοεί τη δική της, αλλά την κριτική πολιτική. Αλλά χωρίς πολιτική και κριτική δεν υπάρχει δημοκρατία. Κακώς, λοιπόν, στελέχη της αντιπολίτευσης αντί να αποκαλύψουν τη δυσλειτουργία της ελληνικής δημοκρατίας απολογούνται για τη μία ή άλλη ατυχή δήλωση μελών της δίνοντας πατήματα σε αυτούς που θέλουν να απαγορεύσουν την κριτική και κάθε δυνατότητα να φτάσει η διαφορετική γνώμη σε ευρύτερα ακροατήρια.
Η κυβέρνηση δεν έχει καμία αναστολή να καταφύγει στην πολεμική. Έχει βγάλει πληρωμένα νέα τρολλ. Κάποιοι, όμως, στην αντιπολίτευση θεωρούν ότι προς το παρόν πρέπει να γίνουμε παρακολούθημα της δεξιάς κυβέρνησης. Η ΝΔ και τα νεοσύστατα τρολλ της, δεν απαντά στα επιχειρήματα, αλλά επιδιώκει να μειώσει την αξιοπιστία και τα χαρακτηριστικά προσώπων που θεωρεί ότι δεν είναι «προς χώνεψη».
Προσπαθεί να εμφανίσει ως αντεθνικά δρώντα όποιον κάνει κριτική. Και αν δεν περπατά η μέθοδος του αποκλεισμού, τότε μεταχειρίζεται τον αυταρχισμό όπως τον είδαμε απέναντι στους Γιατρούς στον Ευαγγελισμό.
Η ΝΔ επιδιώκει να εξοβελίσει την κριτική σκέψη, το διαφορετικό επιχείρημα από τη δημόσια σφαίρα. Σε αυτό βοηθάει το τάισμα που πράττει στα μέσα με στόχο να εξαφανιστεί η ορθή πληροφόρηση και κάθε κριτική. Πολλά μέσα δεν πράττουν ενημέρωση, αλλά επιδότηση από την κυβέρνηση. Με αδιαφάνεια. Να θυμάται, όμως, η ΝΔ, το χρήμα το αγάπησαν τα Μέσα, όμως, τους πολιτικούς χρηματοδότες θέλουν να τους ελέγχουν και όταν έρθει η ώρα να μπορούν να απαλλαχτούν από τυχόν δεσμεύσεις που συμφωνούν σήμερα.