Για την επιβάρυνση της Ελλάδας από χρέη εξαιτίας της οικονομικής κρίσης κάνει λόγο δημοσίευμα της αυστριακής εφημερίδας Der Standard και επισημαίνει: «Η Αθήνα δεν υπολογίζει σε κορωνοομόλογα πλέον. Για την ελληνική κυβέρνηση το κυριότερο είναι να μπορεί να πάρει πιστώσεις με χαμηλά επιτόκια ώστε να μπορέσει να διατηρήσει τη ρευστότητα.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Ο οικονομολόγος Μίχαελ Λάντεσμπαν από το Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Συγκρίσεων τονίζει πως για υπερχρεωμένα κράτη όπως είναι η Ελλάδα, σημαντικό είναι να μην μεγαλώσει ακόμα περισσότερο το βουνό των χρεών αλλά να μπορέσει η χώρα να χρηματοδοτηθεί μέσω νέων προγραμμάτων, όπως για την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων, τα οποία θα χρηματοδοτούνται από κοινού με την ΕΕ».
Και η εφημερίδα συνεχίζει: «Ο συνάδελφός του, επίσης οικονομολόγος, Φίλιπ Χαϊμπέργκερ, πιστεύει πως ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις από ένα νέο Ταμείο θα μπορούσαν να προσπορίσουν στην Ελλάδα νέα οικονομικά μέσα. Μια τέτοια λύση θα ήταν προς όφελος της Γερμανίας και της Αυστρίας διότι το σημαντικό είναι να σωθεί το κοινό νόμισμα. Μέσα στους επόμενους έξι με δώδεκα μήνες θα μπορούσε να αυξηθεί πολύ το ύψος των χρεών και χώρες σαν την Ελλάδα δεν έχουν κανένα περιθώριο να καταρτίσουν ολοκληρωμένα προγράμματα βοήθειας».
Αποκαλυπτικός για την επερχόμενη κρίση στις χώρες της Ε.Ε. και ειδικά για τις επιπτώσεις που θα έχει το lock down στον ευρωπαικό νότο σε σχέση με τις βορειοευρωπαικές χώρες ήταν ο Επίτροπος για την Νομισματική Ένωση και πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας Πάολο Τζεντιλόνι.
Ο κ. Τζεντιλόνι, μιλώντας στη τηλεδιάσκεψη του PES παρουσία του Αλέξη Τσίπρα, σημείωσε ότι η ύφεση στην ευρωζώνη θα κυμανθεί στο 8%. Το πιο ανησυχητικό όμως είναι ότι στις χώρες του νότου θα προσεγγίσει το 10% ενώ στον βορρά το 5%. Την ίδια ώρα η ανεργία στον ευρωπαικό νότο θα αυξηθεί κατά 6%.
«Χρειαζόμαστε εργαλεία προκειμένου όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ξεπεράσουν τις συνέπειες της πανδημίας», τόνισε, την ίδια ώρα, η Καγκελάριος ‘Αγγελα Μέρκελ και δήλωσε ότι η Γερμανία είναι έτοιμη να συνεισφέρει περισσότερα στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό για ένα πρόγραμμα ανασυγκρότησης.
Το ζήτημα του τρόπου χορήγησης των πόρων του νέου Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και το μέγεθός του, βρέθηκε στο επίκεντρο των διαβουλεύσεων μεταξύ των ηγετών των 27 κρατών-μελών της Ε.Ε. κατά τη χθεσινή τηλεδιάσκεψη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Το στρατόπεδο του Νότου, με επικεφαλής τη Γαλλία, επέμενε στην παροχή επιχορηγήσεων στα κράτη-μέλη ώστε να μη διογκωθεί περαιτέρω το χρέος τους, και σε ένα πακέτο τουλάχιστον 1 τρισ. ευρώ. Οι «φειδωλοί 4» του Βορρά (Ολλανδία, Σουηδία, Δανία, Αυστρία) επιμένουν ότι οι πόροι πρέπει να δοθούν με τη μορφή δανείων και ότι το μέγεθος πρέπει να είναι μικρότερο.
Η Κριστίν Λαγκάρντ, που έχει αναλάβει τον τελευταίο ενάμιση μήνα τον ρόλο Κασσάνδρας στις τηλεδιασκέψεις του Εurogroup και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, έμεινε και χθες πιστή στον ρόλο της: σύμφωνα με σημείωμα του Bloomberg που δημοσιεύθηκε ενώ ήταν ακόμα υπό εξέλιξη η συνεδρίαση, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προειδοποίησε τους ηγέτες των «27» ότι έχουν κάνει πολύ λίγα υπερβολικά αργά και ενδέχεται το ΑΕΠ της Ε.Ε. να βυθιστεί κατά 15% το 2020 (το βασικό σενάριο ωστόσο αναφέρεται σε ύφεση 9%). Από την πλευρά του, ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε μίλησε για «πολιτική κατάσταση εκτάκτου ανάγκης».
Μιλώντας μετά τη Λαγκάρντ, η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ δεσμεύθηκε ότι θα στηρίξει ένα τεράστιο πακέτο τόνωσης της ευρωπαϊκής οικονομίας στον απόηχο της πανδημίας, μιλώντας για διπλασιασμό του πακέτου των 540 δισ. ευρώ του Eurogroup. Η αντίθεσή της στις επιχορηγήσεις ήταν λιγότερο εμφατική από αυτή άλλων χωρών του Βορρά. Ήταν, ωστόσο, σαφής, ίσως επειδή την “βρώμικη” δουλειά είχαν ήδη αναλάβει οι Ολλανδοί, οι Αυστριακοί και οι Δανοί.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Η οικονομική κρίση της πανδημίας οδηγεί πιθανότατα την Ευρώπη σε μία άμβλυνση των μεγάλων ανισοτήτων που προκάλεσε η πρώτη κρίση της Ευρωζώνης μετά το 2009-2010. Κρίσιμη παράμετρος, τότε, η γερμανική εμμονή. Κρίσιμη παράμετρος και τώρα, με τους κορυφαίους αναλυτές και οικονομολόγους να διαβλέπουν μια ακόμα μεγαλύτερη κρίση χρέους προ των πυλών εάν τελικά η συμμαχία των Βορείων επιβάλλει χρηματοδοτικά εργαλεία επιδοτήσεων -που αυξάνουν το χρέος- και όχι κοινή έκδοση ομολόγων.
Η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται να ακολουθεί την “γραμμή Μακρόν”, προεξοφλώντας πως δεν μπορεί να επιμείνει στην αρχική της θέση για ευρωομόλογο που εξέφρασε πριν μερικές εβδομάδες ο πρωθυπουργός.
Στο εσωτερικό σκηνικό, ωστόσο, παρατηρούμε ίχνη μιας ενδιαφέρουσας συναίνεσης. Αλέξης Τσίπρας και Φώφη Γεννηματά ήταν σαφείς υπέρ του ευρωομολόγου, χθες, στην τηλεδιάσκεψη των ηγετών των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών (PES).
Αυτό το κλίμα δείχνει, όμως, να μην επιθυμεί να το αξιοποιήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Θα είχε, για παράδειγμα, συμβολική αλλά και ουσιαστική αξία, εάν, αυτή την ώρα, το πολιτικό σύστημα -και ιδιαίτερα οι αρχηγοί και τα κόμματα που διαθέτουν κάποια επιρροή στις ευρωπαϊκές πολιτικές τους οικογένειες- εξέπεμπε από κοινού το μήνυμα υπέρ της κοινής έκδοσης ομολόγων.
Ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, κατά την παρέμβασή του υπογράμμισε πως «δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Πρέπει να υιοθετηθούν άμεσα μέτρα όπως το ευρωομόλογο και να συμφωνηθεί η επέκταση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, διότι οι σοβαρές οικονομικές συνέπειες της πανδημίας είναι άμεσες σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Και ο κίνδυνος από ενδεχόμενη αδράνεια θα είναι διττός. Από τη μία, μία νέα κρίση χρέους με ανυπολόγιστες συνέπειες και από την άλλη μία ενδεχόμενη πολιτική κρίση από την άνοδο των εθνολαϊκιστικών αντιευρωπαϊκών δυνάμεων, ακόμη και σε κρίσιμες χώρες, όπως η Ιταλία και η Γαλλία».
Η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής είπε στην τηλεδιάσκεψη πως «πρέπει να λάβουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα, καινοτόμα, μη συμβατικά και γενναία μέτρα».
Μεταξύ άλλων επεσήμανε ότι πρέπει να ανασταλεί ως το 2022 το Σύμφωνο Σταθερότητας, να αυξηθεί ο Ευρωπαϊκός Προϋπολογισμός στο 2% του ευρωπαϊού ΑΕΠ και να εκδοθεί κοινό πιστοποιητικό γείας για τον τουρισμό.
Αναλυτικότερα, η Φώφη Γεννηματά τόνισε στο PES ότι χρειαζόμαστε:
Νέο χρήμα, ένα Ευρωπαϊκό Σχέδιο Μάρσαλ, αλλά χωρίς οικονομικά βάρη (υποχρεώσεις) για τα κράτη μέλη. Επιμένω ότι ένα ειδικό Ομόλογο είναι απολύτως απαραίτητο.
Το Σύμφωνο Σταθερότητας πρέπει να ανασταλεί ως το 2022.
Να αυξηθεί ο Ευρωπαϊκός Προϋπολογισμός στο 2% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ, με έμφαση σε αναπτυξιακές επενδύσεις και σε δημόσιες επενδύσεις για την υγεία και την κοινωνική προστασία.
Ένα Πρόγραμμα ενίσχυσης του τουρισμού για τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, και ένα κοινό Ευρωπαϊκό Πιστοποιητικό Υγείας για ασφαλή μετακίνηση από χώρα σε χώρα.
Μόνιμο Ευρωπαϊκό Ταμείο εναντίον της ανεργίας. (Το πρόγραμμα SURE είναι χρήσιμο, αλλά όχι αρκετό).
Μια ευρωπαϊκή bad bank χρηματοδοτούμενη από την ΕΚΤ, δεδομένου ότι ο COVID-19 συμβάλλει δραματικά στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Επισημαίνω ότι το Ισπανικό Σχέδιο για το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είναι ενδιαφέρον, περιέχει αρκετές από τις προτάσεις μας. Μπορούμε να το υποστηρίξουμε.
Την ελληνική στάση, βεβαίως, δεν θα την καθορίσουν, τελικά, ο Αλέξης Τσίπρας και η Φώφη Γεννηματά. Μπορούν, όμως, να βοηθήσουν σημαντικά το πρωθυπουργό ώστε να διεκδικήσει τα μέγιστα.
Θα ήταν ευχής έργον, ο Κυριάκος Μητσοτάκης να επιδίωκε μια συνεννόηση με τις πολιτικές δυνάμεις και δη με τους αρχηγούς της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του τρίτου κόμματος, ο λόγος των οποίων μετρά στους κόλπους του PES και του Ευρωκοινοβουλίου. Σε αυτή τη συνεννόηση θα μπορούσαν να συνδράμουν και οι επικεφαλής των ευρωομάδων κ. Μεϊμαράκης, Παπαδημούλης και Ανδρουλάκης.
Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ η Άνγκελα Μέρκελ έχει επιδιώξει και επιτύχει την συνεργασία των σκληρών της Βόρειας Ευρώπης (και με απευθείας συνεννοήσεις), ο πρωθυπουργός δεν έχει επιδιώξει κάτι ανάλογο: να συνομιλήσει, δηλαδή, με τους Σάντσεθ, Κόστα και Κόντε.
Ακόμα και εάν τελικά δεν καταστεί εφικτός ο στόχος της κοινής έκδοσης ομολόγων, τέτοιες κινήσεις θα μπορούσαν να διευρύνουν την ελληνική επιρροή και παρουσία, ώστε να διεκδικηθούν περισσότερα για την χώρα.
Ο πρωθυπουργός εμφανίζεται σχετικά απομωνομένος στην Ευρώπη και πολιτικά αδιάλλακτος στην Ελλάδα. Την ίδια ώρα που ζητά συναίνεση. Ορθώς την ζητά, αλλά όταν του προσφέρεται πως την δέχεται και πως την αξιοποιεί;