Η υπόθεση των αδικοχαμένων ανθρώπων στις 5 Μαΐου του 2010 μετά από φωτιά στην τράπεζα Marfin, έχει επανέλθει από την κυβέρνηση στο προσκήνιο με τρόπο όμως αμφισβητήσιμο και για κάποιους, ειδικά για τα κόμματα της αριστεράς υποκριτικό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι την ώρα που ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωνε την πρωτοβουλία για την αναμνηστική πλακέτα, το δημόσιο είχε καταθέσει αίτηση αναίρεσης για τις αποζημιώσεις που είχαν επιδικαστεί στους συγγενείς των θυμάτων της τραγωδίας. Μόνον μετά από τις έντονες αντιδράσεις το δημόσιο αποσύρθηκε από την διεκδίκηση, με την ανακοίνωση να έρχεται απευθείας από το γραφείο τύπου του πρωθυπουργού.
Οι ένοχοι της αποτρόπαιας πράξης παραμένουν ελεύθεροι…. και ο φάκελος ξανανοίγει από τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη ο οποίος ήταν επίσης υπουργός Δημόσιας Τάξης την ζοφερή περίοδο εκείνης της περιόδου.
Όμως αυτό που έχει προκαλέσει περισσότερο είναι η στοχοποίηση από πολλά στελέχη της κυβερνητικής παράταξης των διαδηλώσεων κατά των μνημονίων εν μέσω άγριας καταστολής, οι οποίες κατά πολλούς -όπως ο κ. Βορίδης- ήταν η αιτία της τραγωδίας. Μάλιστα προχωρώντας ακόμη περισσότερο συνέδεσε τον Αλέξη Τσίπρα με την άκρα αριστερά και τον αναρχικό χώρο που έδειξε ευθέως -παρά το γεγονός ότι οι ένοχοι δεν έχουν ακόμη βρεθεί-.
Έτσι η τελετή με την ηχηρή απουσία των κομμάτων της αριστεράς που έχει προγραμματιστεί για τις 12 το μεσημέρι, με τα αποκαλυπτήρια της πλακέτας κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μια φιέστα για επικοινωνιακούς λόγους, ενώ ήδη η πολιτική κόντρα έχει φουντώσει.
Η τελετή μνήμης θα πραγματοποιηθεί με την παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και της Προέδρου της Δημοκρατίας Αικατερίνης Σακελλαροπούλου. Επίσης το παρών θα δώσει η Φώφη Γεννηματά από το Κίνημα Αλλαγής, ενώ η Ελληνική Λύση θα στείλει εκπρόσωπο.
Η πολιτική αντιπαράθεση
Προσκλήσεις εστάλησαν στον Αλέξη Τσίπρα, τον Δημήτρη Κουτσούμπα, και τον Γιάνη Βαρουφάκη οι οποίοι αποφάσισαν να μην παραστούν.
Η Νέα Δημοκρατία, δια του εκπροσώπου της Τάσου Γαϊτάνη επιτέθηκε στα κόμματα της Αριστεράς: «Αύριο, [σ.σ. σήμερα] γίνεται μια συμβολική εκδήλωση για να τιμηθούν τα θύματα της δολοφονίας της Marfin αλλά και για να στείλει ο πολιτικός κόσμος, ενωμένος, μήνυμα αποφασιστικότητας ότι δεν θα επιτρέψει ξανά στο μέλλον τέτοιο θλιβερό γεγονός. Σε αυτή την πρωτοβουλία τα κόμματα της Αριστεράς επιλέγουν να είναι απόντα. Αδικαιολόγητα απόντα. Στη Δημοκρατία όμως και οι απουσίες έχουν το νόημά τους» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ σήκωσε το γάντι και κατηγόρησε για χυδαιότητα και φαρισαϊσμό τον πρωθυπουργό καλώντας τον να ακυρώσει και την εκδήλωση. «Η χυδαιότητα και ο φαρισαϊσμός του κ. Μητσοτάκη επιβεβαιώνει πως το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η πολιτική εκμετάλλευση ακόμα και της τραγωδίας της Marfin. Δε φθάνει που επιβράβευσε τους τότε ιθύνοντες, που δεν έκαναν τίποτα για να βρουν τους εγκληματίες και να τους φέρουν αντιμέτωπους με τη Δικαιοσύνη, χρήζοντας τους σήμερα υπουργούς», σημείωνε ανάμεσα σε άλλα ο ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά και το ΚΚΕ δεν άφησε αναπάντητη την αιχμή της ΝΔ για «αδικαιολογήτως απόντες» κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι πιάστηκε στα πράσα με τις αποζημιώσεις και κάνει την ανάγκη φιλοτιμία με την παραίτηση από την αναίρεση της καταβολής των αποζημιώσεων στους συγγενείς των θυμάτων.
Το Μέγαρο Μαξίμου επέλεξε να απαντήσει στον ΣΥΡΙΖΑ με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέλιο Πέτσα να κατηγορεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι επενδύσει στο μίσος και το διχασμό. «Η συμβολική αυτή κίνηση ενότητας αφήνει πίσω τον διχασμό και τη μισαλλοδοξία. Επιπλέον, με πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού που έχει γνωστοποιηθεί στους συγγενείς των θυμάτων το Ελληνικό Δημόσιο παραιτείται από την αναίρεση που είχε ασκηθεί υπηρεσιακά, ώστε να καταβληθούν επιτέλους οι σχετικές αποζημιώσεις», ανέφερε ο κ. Πέτσας και συνέχιζε:
«Είναι ανατριχιαστικό και θλιβερό αυτοί που δεν καταδίκασαν ποτέ ρητά τους δολοφόνους των εργαζομένων να επενδύουν ακόμη και σήμερα στο μίσος και τον διχασμό. Το 2020 δεν είναι 2010. Η κοινωνία προχωράει μπροστά, ο ΣΥΡΙΖΑ μένει ίδιος».
Απαντώντας, ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Χαρίτσης τόνιζε πως «αφού πιάστηκε στα πράσα, ο κ. Μητσοτάκης, αναγκάστηκε να πάρει πίσω την αίτηση αναίρεσης της δικαστικής απόφασης που έδινε αποζημιώσεις στους συγγενείς των θυμάτων της Marfin. Και προκειμένου να ξεγλιστρήσει από τον διασυρμό, επιδίδεται στη μουχλιασμένη τακτική του να επιχειρεί να ενοχοποιήσει τον ΣΥΡΙΖΑ. Δυστυχώς όμως, για τον κ. Μητσοτάκη τα γεγονότα είναι πεισματάρικα: Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταδικάσει από την πρώτη στιγμή τους εγκληματίες της Μαρφίν και είχε ζητήσει να προχωρήσουν όλες οι απαιτούμενες ενέργειες προκειμένου να εξιχνιαστεί πλήρως η υπόθεση. Μήπως ο κ. Μητσοτάκης έχει ξεχάσει ποιος ήταν τότε ο αρμόδιος υπουργός; Μήπως δεν μπορεί να βρει τρόπο να τον αναζητήσει;»