Απόστρατος πιλότος του Πολεμικού Ναυτικού, υποψήφιος σε δήμο των βορείων προαστίων και φίλα προσκείμενος στη Νέα Δημοκρατία, είναι ο διευθύνων σύμβουλος μιας από τις δύο εταιρείες που θα έπαιρναν από τον υφυπουργό Εθνικής Αμυνας Αλκιβιάδη Στεφανή την παραγγελία για την κατασκευή συνολικά έξι drones για να χρησιμοποιηθούν από το Πολεμικό Ναυτικό στην αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών.
Σύμφωνα με την Εφημερίδα των Συντακτών η παραγγελία ακυρώθηκε μετά τις αποφάσεις που έλαβε στα μέσα Ιανουαρίου η Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ), με συνέπεια ο αρμόδιος για το θέμα υφυπουργός να αναγκαστεί να εκδώσει στις 12 Μαΐου και να αναρτήσει στη «Διαύγεια» τη δική του απόφαση, με την οποία ματαίωνε τη Διαδικασία Σύναψης Σύμβασης Διαπραγμάτευσης που είχε ξεκινήσει, συνολικού ύψους πάνω από 2 εκατομμύρια ευρώ.
Η απόκτηση των drones, όπως αναφέρουν στην εφημερίδα αξιωματούχοι του Πολεμικού Ναυτικού, θα βοηθούσε σημαντικά στον έλεγχο των θαλάσσιων συνόρων και γι’ αυτό οι υπηρεσίες του ετοιμάζονται να προκηρύξουν έναν νέο, νόμιμο διαγωνισμό.
Το όλο θέμα, αξίζει να σημειωθεί, είχε κρατηθεί μυστικό ώς τη στιγμή που σχετικές πληροφορίες είδαν τη Δευτέρα το φως της δημοσιότητας από στρατιωτικού ενδιαφέροντος ιστοσελίδα (armyvoice.gr), με συνέπεια την επομένη να εκδοθεί από τους βουλευτές του ΚΙΝ.ΑΛΛ., Βασίλη Κεγκέρογλου και Γιώργο Καμίνη, οξεία ανακοίνωση υπό τον τίτλο «Η νομοθεσία ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ – Ν.Δ. ευνοεί την αδιαφάνεια».
Σε αυτήν επισήμαιναν ότι η απόφαση «αποκάλυψε απόλυτα τον μηχανισμό αδιαφανών συμβάσεων που έχει στηθεί, από το 2016 (σ.σ. στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας)», ότι η κυβέρνηση την απέκρυψε και ότι συνεχίζει «να εφαρμόζει τις κατά παρέκκλιση διατάξεις του ΣΥΡΙΖΑ και να νομοθετεί καινούργιες». Υπογράμμιζε μάλιστα ότι: «Η κυβέρνηση οφείλει να θέσει τέρμα στον θεσμικό κατήφορο της αδιαφάνειας, της διαπλοκής και της διαφθοράς και να παραπέμψει κάθε δημόσια σύμβαση που συνήφθη “κατά παρέκκλιση” στους αρμόδιους ελεγκτικούς μηχανισμούς».
Η απόφαση της ΑΕΠΠ ελήφθη μετά την προσφυγή σε αυτήν εταιρείας που εδρεύει στην Κρήτη και η οποία θεωρούσε ότι τα προϊόντα της ήταν συμβατά με το αντικείμενο της πρόσκλησης που είχε βγάλει το υπουργείο και ότι θα μπορούσε να ανταποκριθεί εγκαίρως. Η πρόσκληση είχε δημοσιευτεί στις 12 Δεκεμβρίου και για να γίνει αποδεκτή από την ΑΕΠΠ, το υπουργείο είχε «σπάσει» την προμήθεια σε δύο σκέλη. Στο ένα σκέλος εμφανίστηκε μια εταιρεία που θα αναλάμβανε έργο αξίας 1.329.680 ευρώ και στο άλλο σκέλος άλλη εταιρεία που θα εισέπραττε 853.000 ευρώ. Αξίζει, δε, να σημειωθεί ότι και οι δύο υπέβαλαν τις αιτήσεις τους την τελευταία ημέρα που όριζε το υπουργείο, δηλαδή στις 15 Δεκεμβρίου. Προκειμένου, τέλος, να γίνουν δεκτές, το υπουργείο επικαλούνταν έκτακτες συνθήκες.
Στην απορριπτική της, όμως, απόφαση η ΑΕΠΠ επισήμανε ότι «η αναθέτουσα αρχή κατά παράβαση της ισχύοντος κανονιστικού πλαισίου προσέφυγε στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση προκήρυξης» και ότι «ο χρόνος παράδοσης των προς προμήθεια ειδών ορίζεται […] “εντός δέκα (10) μηνών από την υπογραφή της Σύμβασης”, [που] απέχει πολύ από το να μπορεί να δικαιολογήσει επείγουσα ανάγκη».
Τώρα ποια ανάγκη οδήγησε τον υφυπουργό να δώσει το κομμάτι της παραγγελίας των 853.000 ευρώ σε εταιρεία της οποίας ο διευθύνων σύμβουλος, όπως έμαθε η «Εφ.Συν.», είναι απόστρατος του Π.Ν. και πολιτευτής της Νέας Δημοκρατίας, παραμένει άγνωστη.