Ο κόσμος κάθεται και πάλι στα εστιατόρια, πάει για ψώνια ή στο κομμωτήριο. Οι περιορισμοί των μέτρων έχουν σε μεγάλο βαθμό αρθεί. Παρόλα αυτά δεν έχει μέχρι στιγμής αυξηθεί ο αριθμός των νέων κρουσμάτων. Το Επιδημιολογικό Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ έκανε λόγο την περασμένη εβδομάδα για 300 μέχρι 600 κρούσματα την ημέρα. Στις αρχές Απριλίου κάποιες ημέρες ήταν ακόμα 6.000 τα κρούσματα ημερησίως. Γιατί η κατάσταση είναι όμως τόσο σταθερή παρά τη χαλάρωση των μέτρων;
Ένα σημαντικό ρόλο παίζει το λεγόμενο R, o ρυθμός μετάδοσης της νόσου. Εάν ο ρυθμός είναι συστηματικά κάτω από 1 αυτό σημαίνει ότι η επιδημία εξασθενεί. Στις αρχές Μαρτίου το Ινστιτούτο Ρόμπερτ Κοχ το εκτιμούσε γύρω στο 3. Κάποιος δηλαδή που είχε μολυνθεί θα μπορούσε να μολύνει ακόμα 3 άτομα. Πριν ακόμα επιβληθούν οι απαγορεύσεις ο δείκτης αυτός είχε πέσει στο 1, δηλώνει η Μέλανι Μπρίνκμαν από το Ινστιτούτο Ερευνών Μολυσματικών Ασθενειών στο Μπραουνσβάιγκ. «Η συμπεριφορά των ανθρώπων άλλαξε. Εξαιτίας του φόβου μην κολλήσουν πολλοί λιγότεροι άνθρωποι ήταν έξω. Και τώρα δεν πάνε όλοι μαζί να ψωνίσουν», συμπληρώνει.
Ο επιδημιολόγος Ράφαελ Μικολάγιτς από το πανεπιστήμιο Μάρτιν Λούτερ στην πόλη Χάλε – Βίτενμπεργκ έχει παρόμοια άποψη. «Μια εξήγηση είναι ότι η ευαισθητοποίηση του πληθυσμού οδήγησε στο ότι η μετάδοση από ασθενείς με συμπτώματα μειώθηκαν πολύ». Μόνο οι άνθρωποι με λίγα συμπτώματα ή οι τελείως ασυμπτωματικοί μεταδίδουν τη νόσο. Έτσι μειώνεται ο ρυθμός αναπαραγωγής».
Τις προηγούμενες ημέρες ο ρυθμός αναπαραγωγής ήταν ανάμεσα σε 0,7 και 0,8. Αυτό σημαίνει ότι ένας άνθρωπος μολύνει κατά μέσο όρο λιγότερο από έναν άνθρωπο. Η απαγόρευση που είχε επιβληθεί έπαιξε αποφασιστικό ρόλο ώστε να μειωθούν τα κρούσματα. Σύμφωνα με τον ειδικό εάν η Γερμανία είχε λάβει αργότερα τα μέτρα ή ήταν λιγότερο αυστηρά τα θύματα από την πανδημία θα ήταν πολύ περισσότερα. Ο επιδημιολόγος τονίζει ότι πολλά ακόμα εξακολουθούν να παραμένουν άγνωστα σχετικά με τον ιό.
Η Μέλανι Μπρίνκμαν επισημαίνει ακόμα ότι σημαντικό ρόλο έπαιξε η χρήση μάσκας. «Μετά το άνοιγμα των καταστημάτων, το R σημείωσε μια ελαφρά αύξηση ωστόσο μετά την υποχρεωτική χρήση μάσκας το R μειώθηκε και πάλι» παρατηρεί. Τα πρώτα καταστήματα άνοιξαν στις 20 Απριλίου και μια εβδομάδα αργότερα η χρήση μάσκας ήταν υποχρεωτική σε όλα τα κρατίδια.
Ο Ιολόγος Γιόνας Σμιτ Κανασίτ βλέπει κυρίως τρεις λόγους για το χαμηλό επίπεδο μολύνσεων. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν μεγάλες διοργανώσεις, τους κανόνες υγιεινής καθώς και την τήρηση αποστάσεων. Κατά τη γνώμη του τα καταστήματα δεν αποτελούν σοβαρό κίνδυνο μετάδοσης του ιού. Εκτιμά επίσης ότι ήταν πολύ σημαντικό που ελήφθησαν τα μέτρα τον Μάρτιο, ώστε να σπάσει το πρώτο κύμα της πανδημίας, γεγονός που επετεύχθη.
Ο κίνδυνος λοιπόν αποσοβήθηκε; Ο επιδημιολόγος Ράφαελ Μικολάγιτς προειδοποιεί ότι «ένα δεύτερο κύμα αποτελεί πραγματικό κίνδυνο». Η εξέλιξη της πανδημίας εξαρτάται τόσο από τους πολιτικούς όσο και από την κοινωνία. Σε περίπτωση που αυξάνονταν και πάλι τα κρούσματα θα έπρεπε να ληφθούν και πάλι μέτρα.
Όλοι οι ειδικοί συμφωνούν πάντως ότι το εάν, πότε και ποια έκταση θα έχει το δεύτερο κύμα της πανδημίας εξαρτάται από τη συμπεριφορά όλων μας. Το σημαντικό είναι να τηρούμε τις αποστάσεις, τα μέτρα υγιεινής και να αποφεύγουμε τον συνωστισμό.
Πηγή: Deutsche Welle