Την ενοχή της «φόνισσας του Κορωπίου» αποφάσισε σήμερα ομόφωνα, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας. Οι δικαστές και οι ένορκοι ψήφισαν υπέρ της ενοχής της νεαρής κατηγορούμενης, για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
Η υπεράσπιση της κατηγορουμένης ζήτησε να της αναγνωριστούν τα ελαφρυντικά του πρότερου σύννομου βίου και της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη, με το δικαστήριο να βρίσκεται σε διάσκεψη για να αποφασίσει για τα ελαφρυντικά.
Εάν οι δικαστές αναγνωρίσουν ελαφρυντικά στην κατηγορούμενη θα «σπάσουν» τα ισόβια που της έχουν επιβληθεί πρωτόδικα.
Νωρίτερα, η εισαγγελική λειτουργός εισηγήθηκε την καταδίκη της αποκαλούμενης «φόνισσας του Κορωπίου» και ζήτησε να εξαχθούν αντίγραφα της δικογραφίας και τα πρακτικά της δίκης να αποσταλούν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών ώστε να ερευνηθεί τυχόν συνέργεια στην υπόθεση του 45χρονου άνδρα που αποτέλεσε το μήλον της έριδος μεταξύ των δυο γυναικών με μοιραία κατάληξη.
Η εισαγγελέας εστίασε στο γεγονός ότι «ο άνδρας παρότι γνώριζε για την ανθρωποκτόνο πρόθεση της κατηγορουμένης όχι μόνο δεν φρόντισε να την αποτρέψει αλλά με τις ενέργειες του την ενίσχυσε».
Η εισαγγελέας ήταν καταπέλτης κατά της νεαρής κατηγορούμενης, η οποία πρωτόδικα έχει καταδικαστεί σε ισόβια, ζητώντας την καταδίκη της χωρίς ελαφρυντικά, για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
Η εισαγγελική λειτουργός μίλησε για ανθρωποκτόνο σκοπό της κατηγορουμένης, ενώ στοιχειοθέτησε την άποψη της αναφερόμενη στα «αλλεπάλληλα χτυπήματα, τα επεισόδια μεταξύ των δυο γυναικών, τις απειλές σε βάρος της αλλά και από μίσθωση αυτοκινήτου και το μαχαίρι που αγόρασε».
«Το μαχαίρι που έπληξε το θύμα και η συμπεριφορά που έδειξε την προηγούμενη και εκείνη την ημέρα δείχνει ότι υπήρξε σχεδιασμός και ήταν σε ήρεμη ψυχική κατάσταση όταν το σκέφτηκε. Αν είχε λάβει τέτοια επιθετική τάση από το θύμα, τότε το πρώτο πράγμα που θα έκανε θα ήταν να προστατεύσει το παιδί της. Δεν συντρέχει ο παράγοντας της τέλεσης του εγκλήματος εν βρασμώ ψυχικής ορμής» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Ήρθα να ζητήσω συγνώμη προς όλους»
Νωρίτερα, η κατηγορούμενη επιχείρησε να περιγράψει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έφτασε στο σημείο να δολοφονήσει την πρώην σύζυγο του συντρόφου της, μπροστά στα μάτια των παιδιών της.
Στην απολογία της μίλησε για την ερωτική αντιζηλία που έτρεφε για το θύμα με το οποίο είχαν έρθει σε αντιπαράθεση καθώς διεκδικούσαν τον ίδιο άνδρα και πατέρα των παιδιών τους.
Η κατηγορούμενη δήλωσε πως τέσσερα χρόνια μετά το έγκλημα, αυτό που θυμάται από την μοιραία στιγμή είναι ότι είχε προηγηθεί καυγάς. Αναφερόμενη στο θύμα το οποίο αποκαλούσε «συγχωρεμένη», «μου άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού , με έβριζε, μου τράβηξε το παιδί, ήταν στη θέση του συνοδηγού, βγήκα κι εγώ και της τράβηξα το παιδί να το πάρω. Ούρλιαζε ο γιος μου. Άρπαξα το παιδί, το έβαλα μέσα. Μετά δε θυμάμαι πως πήρα το μαχαίρι και ότι τη μαχαίρωσα. Δε θυμάμαι πόσες φορές τη χτύπησα. Μου είπε εμένα θα με σκοτώσεις; Πήγε να πάρει το μαχαίρι. Μετά δεν θυμάμαι, θυμάμαι το μπαμπά μου στο αστυνομικό Τμήμα».
Όταν η κατηγορούμενη κλήθηκε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες δεν το έκανε λέγοντας πως τα δύο τελευταία χρόνια έχει στραφεί στο Θεό και δεν θέλει να αμαρτήσει. Η κατηγορούμενη ζήτησε συγγνώμη από τα παιδιά της άτυχης γυναίκας, που έγιναν άθελα τους αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας, αλλά και από το δικαστήριο διεκδικώντας μια δεύτερη ευκαιρία.
«Ήρθα εδώ να ζητήσω συγνώμη προς όλους, και τα παιδιά της συγχωρεμένης και τα δικά μου παιδιά. Τα τελευταία χρόνια από τότε που έφυγαν τα παιδιά μου έχω περάσει πολύ δύσκολες στιγμές μέσα στη φυλακή. Είμαι πολύ πιο συνειδητοποιημένη πλέον».
Το έγκλημα είχε συγκλονίσει καθώς η γυναίκα, το βράδυ της 3ης Αυγούστου 2016 όρμησε μέσα στην αυλή του σπιτιού της 35χρονης και την κατάσφαξε, σύμφωνα με τις μαρτυρίες. Οι περιγραφές από τη δολοφονία σοκάρουν καθώς οι γυναίκες είχαν πιαστεί στα χέρια και τα παιδιά καλούσαν σε βοήθεια κλαίγοντας.
Η νεαρή γυναίκα, επιτέθηκε στο θύμα με μαχαίρι το οποίο χρησιμοποιούν οι χασάπηδες για το ξεκοκάλισμα κρεάτων, σύμφωνα με τις μαρτυρίες.
Όπως αποδείχθηκε, ο πρώην σύζυγος της 35χρονης, ο οποίος διατηρούσε επί σειρά ετών παράλληλη σχέση και με τις δύο γυναίκες, με τις οποίες μάλιστα είχε αποκτήσει συνολικά τέσσερα παιδιά, αποτέλεσε την πέτρα του σκανδάλου σε μία ιστορία με μοιραία κατάληξη.
Η αντίστροφη μέτρηση για το φονικό, σύμφωνα με τους συγγενείς του θύματος, ξεκίνησε ένα μήνα νωρίτερα, όταν ο πρώην σύζυγος της άτυχης γυναίκας μετακόμισε στο συνεργείο που διατηρούσε και επιχείρησε να αποκαταστήσει τη σχέση του με τους δύο γιους του, με τους οποίους είχε να επικοινωνήσει οκτώ μήνες.