Ανέκαθεν οι πρώτες ημέρες του Σεπτεμβρίου, λόγω και της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, ήταν το εφαλτήριο για τα κόμματα, για μια ολόκληρη χρονιά –και από την άποψη αυτή ο Αύγουστος είναι ο ουδέτερος χρόνος λήψης των αποφάσεων, ιδίως για τα πολιτικά σχήματα που έχουν να αλλάξουν πολλά…
Από την άποψη αυτή δεν είναι μόνο ο Κυριάκος Μητσοτάκης (που πρέπει να αποφασίσει και να ανακοινώσει τις αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα), είναι και ο Αλέξης Τσίπρας. Ίσως δε, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης να πρέπει να πάρει πιο σημαντικές αποφάσεις, καθώς καλείται να πάρει αποφάσεις για τα «βαρίδια» στο κόμμα του και πώς θα απεμπλακεί από αυτά, ποια λάθη στρατηγικής έγιναν και τι πρέπει να διορθωθεί.
Ο χρόνος τρέχει, θα έλεγε κανείς, καθώς έρχεται μια περίοδος κατά την οποία τα προβλήματα, απόρροια της οικονομικής κρίσης, θα γιγαντώνονται –και μαζί της η δυσφορία (ή η ικανοποίηση, αν οι κυβερνητικοί χειρισμοί αποδειχθούν επιτυχείς). Πόσο μάλλον που ο πρώτος χρόνος διακυβέρνησης της χώρας από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έρχεται να καταδείξει, μέσω των δημοσκοπήσεων, ότι το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν καταγράφει απώλειες, αντιθέτως η αξιωματική αντιπολίτευση είναι εκείνη που αδυνατεί να «μπετονάρει» τα ποσοστά που είχε κερδίσει στις προ έτους εθνικές εκλογές.
Και, παρότι η δυσπιστία πολλών στον ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία για πολλές από τις διενεργούμενες δημοσκοπήσεις είναι δεδομένη, από την άλλη δεν μπορεί κανείς να τις αγνοήσει παντελώς. Η κριτική στάση και η επεξεργασία των ποιοτικών κυρίως, στοιχείων τους είναι κάτι που μπορεί να ωφελήσει τη μείζονα αντιπολίτευση, πιστεύουν άλλα στελέχη της, όπως για παράδειγμα στο think tank του ΣΥΡΙΖΑ, το Ινστιτούτο Νίκος Πουλαντζάς, όπου μελετούν τις δημοσιευμένες έρευνες της κοινής γνώμης και δημοσιεύουν περιοδικώς τις εκτιμήσεις τους για τις τάσεις στο εκλογικό σώμα.
Τις προάλλες όμως έγινε και μια εκδήλωση – υπό τα νέα δεδομένα του covid-19 -, στην οποία συμμετείχαν δύο από τους πλέον έγκριτους επιστήμονες των δημοσκοπήσεων: ο Ηλίας Νικολακόπουλος και ο Κώστας Πουλάκης (στο διαδικτυακό πάνελ συμμετείχαν επίσης η Φανή Κουντούρη και ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης, ενώ συντόνιζε η δημοσιογράφος Βούλα Κεχαγιά).
Ξεκινώντας από την παρέμβαση του Η. Νικολακόπουλου, ο ομότιμος καθηγητής Εκλογικής Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και… σταθερή αξία τα εκλογικά βράδια δεν μάσησε τα λόγια του για τις αδυναμίες που επέδειξε η Κουμουνδούρου τη χρονιά που πέρασε. Μετά την εξαμηνιαία περίοδο χάριτος, ήλθαν οι κρίσεις του Έβρου και του covid-19, κρίσεις που είτε βρήκαν τον ΣΥΡΙΖΑ απροετοίμαστο (στην πρώτη από τις δύο κρίσεις) είτε διστακτικό (στη δεύτερη), χωρίς καμία εναλλακτική πρόταση για την αντιμετώπιση της πανδημίας, είπε ο Η. Νικολακόπουλος. Φωτεινή εξαίρεση, το πρόγραμμα «Μένουμε Όρθιοι Ι-ΙΙ», που ήταν «καλοφτιαγμένο», κατά τον ομιλητή, από εκεί και πέρα όμως, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης πολιτικά απουσίαζε.
Στην οικονομική ύφεση, ιδίως από τον Σεπτέμβριο και μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι έτοιμος να έχει εναλλακτικές προτάσεις, σημείωσε ενώ στη συνέχεια προχώρησε και σε κάποιες παρατηρήσεις για τις διενεργούμενες δημοσκοπήσεις: σε καθεστώς γενικευμένου φόβου του κοινού οι μετρήσεις αυτές είναι μικρής σημασίας –μια επισήμανση με πολλούς αποδέκτες χωρίς αμφιβολία…
Τρεις… ΣΥΡΙΖΑ
Για να ακολουθήσουν, αμέσως μετά, κάποιες διαπιστώσεις για τους ψηφοφόρους της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης: το εκλογικό σώμα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ενιαίο, αποτελείται από επιμέρους ομάδες και αυτό προκαλεί ένα επιπλέον πρόβλημα στην ηγεσία, γιατί δεν γνωρίζει σε ποιο κομμάτι να απευθυνθεί.
Σχηματικά, υπάρχουν τρεις… ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με τον Η. Νικολακόπουλο: ο κομματικός, που μετά βίας φθάνει το 15%, ένα επιπλέον 10% που είναι πολύ κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ (σ.σ. όπως καταδεικνύουν και οι δημοσκοπήσεις της περιόδου) και το επιπλέον τμήμα ως το 32% των εθνικών εκλογών. Τμήμα, που παρότι δεν είχε ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, τον ψήφισε στις εθνικές σαράντα ημέρες μετά, αλλά έχει μικρή ταύτιση με τον κομματικό φορέα. Στέκεται πολύ επιφυλακτικά, δεν βλέπει σαφή πολιτική γραμμή, αντιθέτως βλέπει ομάδες να αλληλοϋπονομεύονται, ήταν οι επί λέξει διατυπώσεις του εκλογολόγου και πανεπιστημιακού.
Επιπλέον, συνέχισε, παρακολουθεί πολύ θεωρητικές συζητήσεις για το τι είναι διεύρυνση και τι όχι, ενώ αναμένει πιο ουσιαστική παρέμβαση στα θέματα της κοινωνίας (ο ομιλητής υποστήριξε πως από τον Ιανουάριο και μετά η Κουμουνδούρου δεν είχε πολύ καθαρή παρέμβαση). Και, παρότι σε κάποιους τομείς είναι πιο επιτυχημένες οι προτάσεις, εν τούτοις δεν βλέπει συνολική εναλλακτική πολιτική.
Ούτε πρώτος, ούτε τρίτος
Πολύ χαρακτηριστικά, ο Η. Νικολακόπουλος επεσήμανε επιπλέον πως, αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προχωρήσει στη ριζική αναμόρφωση της οργάνωσης και της πολιτικής του, κινδυνεύει να μείνει ένα μεγάλο, δεύτερο κόμμα. Χωρίς ανταγωνιστή μεν για τη δεύτερη θέση, αλλά και χωρίς τη δυναμική που θα τον μετατρέψει σε δυνάμει κυβερνητικό κόμμα. «Είναι επείγον να προχωρήσει μπροστά», δήλωσε κατά λέξη ο Η. Νικολακόπουλος, που υπογράμμισε επίσης την ανάγκη για καθαρή (αυτό)κριτική, χωρίς μισόλογα, η οποία και θα προβληθεί όπως και όσο πρέπει. Ενώ στη συζήτηση που ακολούθησε, έφερε το παράδειγμα των αποτελεσμάτων που κατέγραψε ο ΣΥΡΙΖΑ στις αυτοδιοικητικές εκλογές: κόμμα που έχει γείωση στην κοινωνία, δεν μπορεί να παίρνει στην Αυτοδιοίκηση 10% – 12%.
Εκπλήξεις μετά τη ΔΕΘ;
Από την πλευρά του ο Κώστας Πουλάκης, μαθηματικός και πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Εσωτερικών, πιο πρακτικά όμως το στέλεχος του Συνασπισμού παλιότερα, του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, που επί σειρά ετών παρακολουθεί και αναλύει δημοσκοπήσεις, ξεκίνησε τη δική του ομιλία από τη διαπίστωση ότι ο …ετήσιος «μήνας» του μέλιτος για την κυβέρνηση λαμβάνει τέλος, με ορόσημο τη ΔΕΘ. «Μπορεί να εκπλαγούμε», είπε, μάλιστα, κλείνοντας.
Και, επ’ αυτού, «ήδη βρισκόμαστε στην αρχή μιας νέας φάσης: η οικονομική κρίση ως αποτέλεσμα της πανδημίας, αλλά κυρίως της κυβερνητικής διαχείρισης, είναι ήδη ορατή και αισθητή από τους πολίτες». Με βάση, μάλιστα, πρόσφατες έρευνες, σημαντικότερο πρόβλημα είναι η οικονομία – ανεργία (σε ποσοστό 56%), με την πλειοψηφία των πολιτών να αξιολογεί αρνητικά ή να διαφωνεί με την κυβερνητική πολιτική. Σε όλες σχεδόν, τις έρευνες, δύο στους τρεις πολίτες κρίνουν ανεπαρκή τα κυβερνητικά μέτρα. Ως εκ τούτου, «οι πολίτες θα αναζητήσουν ουσιαστικές απαντήσεις από όλα τα πολιτικά κόμματα», ήταν η φράση του πρώην γ.γ. του υπουργείου Εσωτερικών, που καταδεικνύει την κρισιμότητα της τρέχουσας περιόδου.
Σε άλλο σημείο της παρέμβασής του, ο Κ. Πουλάκης, στέλεχος του ΣΥΝ – ΣΥΡΙΖΑ με μακρά διαδρομή, παρατήρησε ότι ο Συνασπισμός πριν, ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα, διαχρονικά κρατά σταθερό το 75% των ψηφοφόρων του, ενώ ανανεώνεται το υπόλοιπο 25% -και αυτό συμβαίνει είτε με ποσοστά της τάξης του 3% είτε με εκείνα του 32%.
Διαρροές ΣΥΡΙΖΑ
Η επιστροφή της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα ποσοστά που κατέγραψε στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019, δηλαδή στο 24%, προκύπτει, σύμφωνα με τον Κ. Πουλάκη, από την απώλεια ενός ποσοστού 4% – 8% που χωρίς να μετατοπίζεται σε άλλον πολιτικό φορέα, προβληματίζεται εν τούτοις, και ενός ποσοστού περίπου 4%, που …φεύγει είτε δεξιότερα, προς την κυβέρνηση, είτε αριστερότερα, προς το ΜέΡΑ 25 και το ΚΚΕ.
Ενώ προχώρησε, τέλος, και σε μια διαπίστωση που θα πρέπει να προβληματίσει όλα, χωρίς εξαίρεση, τα κομματικά επιτελεία: στα δέκα χρόνια της οικονομικής κρίσης, περίπου 1,3 εκατομμύριο ψηφοφόροι απείχαν από τη δημοκρατική διαδικασία, υπογράμμισε ο Κ. Πουλάκης, ή πιο απλά, πήγαν σπίτι τους…