Στην αρχή κάποιοι προσπάθησαν να τους χλευάσουν ως αρνητές της μάσκας. Το σύνθημα “έχουμε φωνή κάτω από τη μάσκα” δεν θα μπορούσε να είναι σαφέστερο αλλά η επιχείρηση συκοφάντησης το παρέβλεψε ή το διαστρέβλωσε.
Μετά κινήθηκαν οι μηχανισμοί του “κοινωνικού αυτοματισμού”, προβάλλοντας τα ελάχιστα επεισόδια με γονείς που προσπαθούσαν να σπάσουν κλειδαριές και να…ανακαταλάβουν τα σχολεία. Και μετά ήρθε η θεωρία της υποκίνησης. Το μέλος του συντονιστικού της Αθήνας Ξάνθος Γερμανάκος “βαφτίστηκε”…ο νέος Τσίπρας, παραβλέποντας πως ο μαθητής ουδεμία σχέση έχει με τον ΣΥΡΙΖΑ, το δε κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι γνωστό πως ελάχιστη επιρροή έχει στο μαθητικό κίνημα.
Ελάχιστοι και ελάχιστα ασχολήθηκαν με τα πραγματικά αιτήματα των μαθητών. Για την ασφάλεια στα σχολεία, τις τάξεις με λιγότερους μαθητές, για την ανάγκη πρόσληψης εκπαιδευτικών και όλα τα άλλα.
Το χειρότερο, όμως, είναι πως για ακόμα μια φορά οι μαθητές αντιμετωπίζονται με τον γνωστό “διδακτισμό” εκείνων που ξέρουν και έχουν την ευθύνη έναντι εκείνων που λόγω ηλικίας παρασύρονται, άγονται και φέρονται από κομματικές σκοπιμότητες.
Γιατί υποκινείται, όμως, ένας 16άρης ή ένας 17άρης που του αναγνωρίζεται η δυνατότητα να ψηφίσει, να έχει αγωνία για την πορεία της χώρας και να επιλέγει κυβέρνηση, αλλά δεν του αναγνωρίζεται η δυνατότητα να παρέμβει και να διεκδικήσει αυτό που θεωρεί καλύτερο για τον εαυτό του ως μαθητή και μέρος μιας εκπαιδευτικής λειτουργίας;
Ικανοί για να ψηφίζουν, ανίκανοι για να διεκδικούν;
Σ.Κ