Στα 12 τρισ. δολάρια έχει ήδη φτάσει το κόστος της πανδημίας από τη μείωση της παραγωγής. Αυτό εκτιμά τουλάχιστον ο Κριστιάν Μουμεντάλερ, διευθύνων σύμβουλος της αντασφαλιστικής Swiss Re, ενώ εξίσου δυσοίωνες και απαισιόδοξες είναι και οι εκτιμήσεις παραγόντων της αγοράς.
Σε συνέδριο που διοργάνωσε το Bloomberg με θέμα «Το μέλλον της χρηματοδότησης», ο κ. Μουμεντάλερ τόνισε πως η πανδημία του κορωνοϊού δεν ήταν ένα περιστατικό «μαύρου κύκνου» όπως αποκαλούν οι οικονομολόγοι τον απρόβλεπτο και αιφνιδιαστικό παράγοντα που επιφέρει αρνητικές ανατροπές. Εξήγησε πως ήταν, αντιθέτως, μια προβλεπόμενη εξέλιξη, καθώς είναι γνωστό στην επιστημονική κοινότητα πως ιστορικά εκδηλώνεται πανδημία κάθε 30 με 40 χρόνια και έπρεπε να την περιμένει η ανθρωπότητα.
Κίνδυνος
Οπως τόνισε, όμως, το πρόβλημα είναι ότι οι πανδημίες «είναι μεταδοτικοί ιοί και δυστυχώς εξακολουθούμε να μη διαθέτουμε έναν αποτελεσματικό τρόπο για να αντιμετωπίσουμε». «Μια πανδημία είναι ένας κίνδυνος έναντι του οποίου δεν μπορούμε να ασφαλιστούμε», υπογράμμισε ο κ. Μουμεντάλερ και προσέθεσε ότι «η βιομηχανία ασφαλιστικών το γνωρίζει αυτό».
Συντάχθηκε, άλλωστε, με διεθνείς οργανισμούς όπως το ΔΝΤ, ο ΟΟΣΑ και η ΕΚΤ που έχουν προειδοποιήσει για την εκτίναξη του χρέους σε διεθνές επίπεδο, δεδομένου ότι οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο αυξάνουν τον δανεισμό τους για να αντιμετωπίσουν τον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας. «Είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα υπάρξουν προβλήματα», τόνισε, αναφερόμενος στον δυσθεώρητο όγκο δημοσίου χρέους που δαπανάται σε αυτήν την κρίση και «δεν συζητάμε για το πώς θα αντιμετωπίσουμε αυτό το γιγάντιο χρέος».
Εξίσου απαισιόδοξες και οι εκτιμήσεις του Ρόμπερτ Καπλάν, επικεφαλής της Federal Reserve στην πολιτεία του Ντάλας, που στο πλαίσιο της ίδιας διάσκεψης προειδοποίησε ότι το δεύτερο κύμα της πανδημίας απειλεί να διακυβεύσει την ανάκαμψη που αναμενόταν να σημειώσει η αμερικανική οικονομία τα δύο επόμενα τρίμηνα. «Το μέλλον φαίνεται ευοίωνο για την αμερικανική οικονομία και εκτιμάμε πως θα έχουμε μια καλή χρονιά το επόμενο έτος», τόνισε, αλλά προσέθεσε πως «θα πρέπει να τα καταφέρουμε και να αντέξουμε τα δύο επόμενα τρίμηνα».
Ιταλία
Εις επίρρωσιν των δυσοίωνων προβλέψεών του, ήρθαν οι εκτιμήσεις πηγών της ιταλικής κυβέρνησης ότι η Ιταλία θα αναγκάζεται σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας να δαπανά περίπου 10 δισεκατομμύρια ευρώ τον μήνα για να στηρίξει επιχειρήσεις και εργαζομένους που έχουν πληγεί από τα περιοριστικά μέτρα για την ανάσχεση της πανδημίας. Μιλώντας στο Bloomberg, οι ίδιες πηγές τόνισαν πως τα νέα περιοριστικά μέτρα, που είναι ανάλογα όσων επεβλήθησαν προ μηνών, αναμένεται να κοστίσουν στην κυβέρνηση από 40 ώς 50 δισεκατομμύρια ευρώ.
Το ποσό αυτό αντιστοιχεί περίπου στο 3% του ιταλικού ΑΕΠ και βέβαια αφορά μέτρα που θα διαρκέσουν μέχρι τον Μάρτιο. Στην πραγματικότητα, όμως, ο χρονικός ορίζοντας εφαρμογής των μέτρων παραμένει άγνωστος. Σε περίπτωση που μειωθεί η χρονική διάρκεια των περιοριστικών μέτρων ή επιβληθούν απλώς ηπιότερα, τότε οι αναγκαίες δαπάνες μπορεί να περιοριστούν στα 6 δισεκατομμύρια ευρώ ανά μήνα.
Η Ιταλία βασίστηκε έως τώρα στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ που έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο καθώς έχει διατηρήσει σε χαμηλό επίπεδο το κόστος δανεισμού της Ρώμης. Οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων της Ιταλίας βρίσκονται στο 0,77%, επίπεδο χαμηλότερο και από το αντίστοιχο του 2019.
Στο μεταξύ, η Capital Economics διαβλέπει την πιθανότητα να συνεχιστεί η αναστολή της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς η πανδημία εξακολουθεί να εξαπλώνεται. Εκτιμά συγκεκριμένα πως οι κυβερνήσεις θα διατηρήσουν τους τρέχοντες περιορισμούς για περισσότερο από το χρονικό διάστημα περίπου του ενός μηνός που έχουν προγραμματίσει. Αυτό θα επιβαρύνει την οικονομική δραστηριότητα, αν και η πτώση της παραγωγής θα είναι μικρότερη από αυτήν του πρώτου κύματος των lockdowns.
Εξίσου απαισιόδοξες είναι, άλλωστε, οι εκτιμήσεις για τη βιομηχανία των πετρελαϊκών, ίσως τον κλάδο που επλήγη στον μέγιστο βαθμό από τα περιοριστικά μέτρα για την ανάσχεση της πανδημίας, καθώς η αναστολή της οικονομικής δραστηριότητας μείωσε δραματικά την παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο.
Μείωση
Σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ), η ζήτηση δεν πρόκειται να ανακάμψει στο εγγύς μέλλον καθώς τα εμβόλια κατά της πανδημίας δεν πρόκειται να επηρεάσουν την αγορά ορυκτών καυσίμων. Κατά την ΙΕΑ, το τρέχον τέταρτο τρίμηνο η ζήτηση για πετρέλαιο θα σημειώσει ραγδαία μείωση κατά 1,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Οι απαισιόδοξες εκτιμήσεις της ΙΕΑ συνέπεσαν με μια επανάληψη της απίστευτης εξέλιξης που σημειώθηκε εν μέσω του πρώτου κύματος: μια νέα υποχώρηση της τιμής των προθεσμιακών συμβολαίων πετρελαίου σε αρνητικό έδαφος.