Άρθρο του Τομεάρχη Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-προοδευτική Συμμαχία Γιώργου Κατρούγκαλου στον site Bigpost.gr
Η αποτυχία του Κ. Μητσοτάκη να εξασφαλίσει ισχυρές κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας συμπληρώνει την αδυναμία του, την δική του προσωπική πολιτική ανικανότητα, όχι των ενόπλων δυνάμεων μας, να αποτρέψει την πρωτοφανή παραβίαση επί μήνες των κυριαρχικών δικαιωμάτων επί της υφαλοκρηπίδας μας. Απέναντι στη «συνεπή» ως προς τον αναθεωρητισμό της τουρκική στρατηγική, η κυβέρνηση ούτε χάραξε ούτε υποστήριξε κόκκινες γραμμές, απέτυχε τόσο στην αποτροπή όσο και στην διπλωματική τους αντιμετώπιση. Η κυβέρνηση τρέχει κάθε φορά, αντανακλαστικά και αμυντικά, πίσω από κάθε επιθετική κίνηση της Τουρκίας, χωρίς σχέδιο και πρωτοβουλία, χωρίς να διεκδικεί καν άμεση συμμετοχή στον ευρωτουρκικό διάλογο.
Το κενό στρατηγικής στην Άμυνα έρχεται σε έντονη αντίθεση με τον προγραμματισμό της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, που είχε τα εξής κυρίως χαρακτηριστικά:
1. Προτεραιότητα στη συντήρηση και εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων οπλικών συστημάτων. Για πρώτη και μόνη φορά μέσα στα μνημόνια προχωρήσαμε σε σημαντική επένδυση για την ενίσχυση του αξιόμαχου των Ενόπλων μας Δυνάμεωνμε τον εκσυγχρονισμό των F-16 σε τύπο Viper, τα πιο προηγμένα F-16 σε όλη την Ευρώπη και μάλιστα σε συνεργασία με την ΕΑΒ. Σημειώνω τη μεγάλη σημασία ανάπτυξης εθνικής αμυντικής βιομηχανίας, αντιπαραβάλλοντας το παράδειγμα της Τουρκίας, που καλύπτει ήδη με δικά της μέσα τα δύο τρίτα των στρατιωτικών της προμηθειών.
2. Ενίσχυση του αξιόμαχου στο πλαίσιο συγκεκριμένου 15ετούς προγραμματισμού, με προτεραιότητα στην ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού με σύγχρονες φρεγάτες με ικανότητες εκτεταμένης αεράμυνας σε ανοικτές θάλασσες. Για το λόγο αυτό, ακολουθώντας τις υποδείξεις των ενόπλων δυνάμεων, είχαμε καταλήξει στις γαλλικές Belharra, υπερσύγχρονων ψηφιακών πλοίων με προηγμένα σόναρ κύτους και Α/Α πυραύλους μεγάλης εμβέλειας. Μία Belharra καλύπτει αεροπορικό χώρο, τη λεγόμενη «φούσκα», όσο 4 αμερικανικές φρεγάτες ΜΜSC της Λόκχηντ που διαρρέεται ότι συζητά η κυβέρνηση. Τέτοια πλοία χρειαζόμαστε να αντιμετωπίσουμε τις διογκούμενες προκλήσεις της Ανατολικής Μεσογείου.
Η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας, αντιθέτως, χαρακτηρίζεται από αντεστραμμένη προτεραιοποίηση, αντιφάσεις στον προγραμματισμό, εξασθένιση και των διπλωματικών σχέσεων της χώρας μας με αδικαιολόγητες παλινωδίες, όπως στην περίπτωση της προμήθειας των γαλλικών φρεγατών, αδικαιολόγητα υπέρογκες δαπάνες, όπως η συμφωνία με οσμή σκανδάλου ύψους 1,2 δις για το εκπαιδευτικό πρόγραμμα στην Καλαμάτα, την οποία εμείς διαπραγματευόμαστε με τα μισά χρήματα.
Για το λόγο αυτό αναγκαστήκαμε να ψηφίσουμε παρών στις σχετικές δαπάνες τους προϋπολογισμού. Αντιθέτως παρά τα μεγάλα προβλήματα της σύμβασης για τα ΡΑΦΑΛ, υπερψηφίσαμε, ως δύναμη πατριωτικής ευθύνης το σχετικό νομοσχέδιο, συνεκτιμώντας όλες τις παραμέτρους: την αναγκαία ενίσχυση του αξιόμαχου των ενόπλων δυνάμεων, αλλά και τη λήψη υπόψη των άλλων αναγκών της χώρας, μετά την λαίλαπα των μνημονίων και της πανδημίας, όπως και την ανάγκη να μην ξεκινήσουμε μια νέα, αδιέξοδη κούρσα εξοπλισμών και να αποκλείσουμε τα πάρτι και τις μίζες επιτηδείων και «ημετέρων».
Τα Ραφάλ είναι χρήσιμα για την ελληνική άμυνα. Συμβάλλουν στον αναγκαίο εκσυγχρονισμό του αεροπορικού μας στόλου, μετά από δύο σχεδόν δεκαετίες κενού προμηθειών. Δεν αποτελούν υπερθεματισμό σε μια κούρσα εξοπλισμών με την Τουρκία. Δεν είναι αεροσκάφη 5ης γενιάς, αλλά μεταξύ της 4ης και της 5ης, πολύ οικονομικότερα από τα F-35. Θυμίζω ότι η Τουρκία έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για 100 παρόμοια αεροσκάφη, συμμετείχε στο πρόγραμμα παραγωγής τους και αν δεν είχαν μεσολαβήσει οι αμερικανικές κυρώσεις θα είχε ήδη παραλάβει την πρώτη μοίρα από οκτώ από αυτά. Δεν επιδιώκουμε συνεπώς την υπεροπλία αλλά την ισορροπία δυνάμεων με την προμήθεια αυτή.
Σε καμία περίπτωση όμως η υπεύθυνη στάση μας δεν πρέπει να εκληφθεί ως λευκή επιταγή προς την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Το διπλό κενό στρατηγικής είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο για τα εθνικά μας συμφέροντα. Πρέπει να αποκτήσουμε ξανά εθνική στρατηγική με πρώτο βήμα την αυτοκριτική της κυβέρνησης και τη σύγκληση του Συμβουλίου πολιτικών αρχηγών και τελικό σκοπό την επιστροφή σε ενεργητική και πολυδιάστατη διπλωματία και αποτελεσματική αμυντική πολιτική.