Ο Κρίστοφερ Γουάιλι δεν εξεπλάγη ιδιαιτέρως από τα γεγονότα στο Καπιτώλιο. Εδώ και χρόνια ο Καναδός whistleblower, που αποκάλυψε το σκάνδαλο της Cambridge Analytica, εκθέτοντας τις τακτικές μεγέθυνσης της παραπληροφόρησης μέσω των social media και τον αντίκτυπό τους στο δημοψήφισμα του Brexit και τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, δηλώνει επανειλημμένως πως η έλλειψη ρυθμιστικού πλαισίου στις τεχνολογικές πλατφόρμες είναι μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί.
Απλοποιώντας το ζήτημα της διαδικτυακής παραπληροφόρησης με ζωντανές και κατανοητές μεταφορές, ο Γουάιλι μοιράστηκε με την «Καθημερινή» τις αντιδράσεις του στα γεγονότα της περασμένης εβδομάδας, τις ενστάσεις του στο επιχείρημα της ελευθερίας του λόγου και την αισιοδοξία του πως οι εικόνες από το Καπιτώλιο ίσως είναι τελικά ο καταλύτης για την αναγκαία ρύθμιση στο οικοσύστημα των τεχνολογικών πλατφορμών.
– Ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση στα γεγονότα που έλαβαν χώρα στο Καπιτώλιο την περασμένη εβδομάδα;
– Τα γεγονότα στο Καπιτώλιο είναι βέβαια ιστορικά. Στο πλαίσιο του Facebook, ωστόσο, ήταν απλώς η λογική κατάληξη της απρόσκοπτης πρόσβασης σε παραπληροφόρηση και ρητορική μίσους. Αν κοιτάξουμε τι έχει συμβεί στη Μιανμάρ, όπου το Facebook συνέβαλε σε περιστατικά εθνοκάθαρσης, ή στη Σρι Λάνκα, στη Βραζιλία και στην Ινδία, συνειδητοποιούμε ότι το φαινόμενο επαναλαμβάνεται παντού. Κάθε σύστημα και θεσμός είναι πλέον ευάλωτα στην κλιμάκωση της παραπληροφόρησης και της ρητορικής μίσους χωρίς ελέγχους και κανόνες.
Με στενοχωρεί πως χρειάστηκε μια τέτοια κρίση για να κατανοήσουν οι πολίτες και οι νομοθέτες το πρόβλημα. Αυτό όμως επαναλαμβάνεται συχνά στην Ιστορία, ειδικά αν εξετάσει κανείς πώς η ρύθμιση κατέληξε να επηρεάζει άλλους τομείς. Τα αεροπλάνα δεν ρυθμίστηκαν όταν εφευρέθηκαν από τους αδελφούς Ράιτ: χρειάστηκαν πολλά ορατά ατυχήματα για να δημιουργηθεί τελικά το ρυθμιστικό όργανο της Ομοσπονδιακής Διοίκησης Αεροπορίας από το Κογκρέσο. Το ίδιο ισχύει για την αυτοκινητοβιομηχανία και τις ρυθμίσεις στη μηχανική.
– Αναφέρεστε συχνά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μέσα από αναλογίες που παραπέμπουν στη μηχανική – την αεροπορία, την αυτοκινητοβιομηχανία, τη φαρμακοβιομηχανία.
– Σωστά, και αυτό γιατί οι λέξεις έχουν σημασία. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η ρύθμιση για τις υποδομές είναι τελείως διαφορετικός από τον τρόπο με τον οποίο ρυθμίζουμε τις υπηρεσίες. Για τη μηχανική, η ασφάλεια είναι η αρχή της ρύθμισης. Η πρόληψη του ρίσκου και του κινδύνου –η λεγόμενη «αρχή της προφύλαξης»– αναγκάζει τις εταιρείες να πληρούν τα ελάχιστα πρότυπα ασφάλειας πριν από την κυκλοφορία των προϊόντων τους. Ενα από τα μεγαλύτερα προβλήματα, λοιπόν, είναι ότι δεν έχουμε διατυπώσει το πρόβλημα στη σωστή γλώσσα. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι υπηρεσία –παρότι ψευδώς αυτοπροσδιορίζονται ως τέτοια– αλλά μια αρχιτεκτονική, ένα προϊόν μηχανικών λογισμικού. Γιατί οι εταιρείες τεχνολογίας δεν εφαρμόζουν την ίδια λογική δοκιμών ασφάλειας και επιμέλειας για να κατανοήσουν τη συμπεριφορά των προϊόντων τους απέναντι σε κρίσεις, προτροπές στη βία και άλλα προβλέψιμα προβλήματα, πριν από την κυκλοφορία τους;
Η Σίλικον Βάλεϊ εκτρέπει το πρόβλημα στους χρήστες, λέγοντας πως χρειαζόμαστε περισσότερη ενημέρωση και ευαισθητοποίηση. Σε αυτό απαντώ «όχι, εσείς δημιουργείτε το σύστημα που προκαλεί το πρόβλημα, και μάλιστα κερδίζετε χρήματα από αυτό»! Συνωμοσιολόγοι υπήρχαν πάντα – οι πλατφόρμες που μεγεθύνουν τον κίνδυνο της παραπληροφόρησης είναι το πρόβλημα.
– Γιατί λοιπόν πιστεύετε πως, παρά τις πολλές εκκλήσεις και προειδοποιήσεις, οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης δεν έχουν ακόμα ρυθμιστεί;
– Επειδή χρησιμοποιούμε λάθος γλώσσα. Το άρθρο 230 για την ευθύνη των πλατφορμών στις ΗΠΑ καταρτίστηκε στο πλαίσιο του Διαδικτύου του ’90. Τότε, ένα φόρουμ όπου κάποιος μπορούσε να δημοσιεύσει κάτι εμπρηστικό ήταν μια ψηφιακή εκδοχή ενός πίνακα ανακοινώσεων. Εκτοτε, η τεχνολογία εξελίχθηκε εκθετικά με την έλευση της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά τα επιχειρήματα παρέμειναν δυστυχώς ίδια. Η αναλογία του πίνακα ανακοινώσεων είναι πλέον παραπλανητική. Το Facebook, το Twitter, το YouTube είναι όλοι ενεργοί παίκτες στη διάδοση πληροφοριών. Ετσι λειτουργεί η ίδια τους η κατασκευή: μια μηχανή προτάσεων εξετάζει και ταυτίζει το περιεχόμενο στους χρήστες. Το Facebook δουλεύει σαν αυτοματοποιημένη εφημερίδα: οι άνθρωποι λένε πράγματα και ο αλγόριθμος ως επιμελητής ή συντάκτης αποφασίζει σε ποιον θα τα αναδείξει. Οι εφημερίδες είναι σίγουρα υπεύθυνες για ό,τι δημοσιεύουν. Το γεγονός πως την επιμέλεια την κάνει ένας αλγόριθμος δεν σημαίνει ότι ξεχνάμε την έννοια της ευθύνης.
Πιο αυστηρά τα κριτήρια για μια τοστιέρα!
– Η απαγόρευση του λογαριασμού του Τραμπ ήταν τελικά σωστή απόφαση;
– Η απαγόρευση δεν ήταν η μόνη επιλογή. Δίχως να υπερασπίζομαι τον Ντόναλντ Τραμπ, υπάρχει κάτι πολύ προβληματικό στο γεγονός πως ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ αποφασίζει εάν ο πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να συμμετέχει σε μια πλατφόρμα. Στη θέση του Τραμπ, στο μέλλον, θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε. Η εναλλακτική επιλογή, η οποία δεν συζητήθηκε σοβαρά, είναι η αποσύνδεση του εκάστοτε λογαριασμού από τη μηχανή προτάσεων της πλατφόρμας. Αυτό θα σήμαινε ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ θα μπορούσε να πει ό,τι θέλει, αλλά πως οι τεχνολογικές πλατφόρμες δεν θα συμμετείχαν στην ενεργή διάδοση αυτού. Εάν κάποιος ήθελε να μάθει τι έχει να πει ο Ντόναλντ Τραμπ, θα έπρεπε να μεταβεί στον λογαριασμό του. Παράλληλα, η εμμονή με την Πρώτη Τροπολογία και η παρερμηνεία της ελευθερίας του λόγου αποσπά την προσοχή μας από την ουσία των κανονιστικών ρυθμίσεων. Εστω ότι ο Ντόναλντ Τραμπ διατηρεί το δικαίωμα να λέει τρελά πράγματα. Αυτό δεν σημαίνει πως έχει δικαίωμα σε ένα μεγάφωνο, στην τεχνητή ενίσχυση του λόγου του. Τη στιγμή που μια εταιρεία προσφέρει μια πλατφόρμα και ενισχύει τεχνητά λόγο όπως συνωμοσιολογία και προτροπή στη βία, δεν μπορούμε πλέον να μιλάμε για ουδετερότητα. Πρόκειται για ενεργή συμμετοχή σε αυτήν την ομιλία και σε πολλές περιπτώσεις υπάρχουν συνέπειες στον λόγο. Αν πω κάτι δυσφημιστικό ή απειλητικό, ενδέχεται να διωχθώ ποινικά. Υπάρχει επίσης ένα ακόμη ελάττωμα στο «πρίσμα» της Πρώτης Τροπολογίας: όταν οικοδομήθηκε το αμερικανικό σύνταγμα δεν είχε καν εφευρεθεί το μεγάφωνο, πόσο μάλλον η σημερινή τεχνολογία. Δεν μπορούμε να βασιζόμαστε για τα πάντα στη διορατικότητα των ιδρυτών πατέρων των ΗΠΑ.
– Στο βιβλίο σας, «Mindf*ck», αναφέρεστε σε διάφορα παγκόσμια παραδείγματα των συνεπειών της ανεξέλεγκτης παραπληροφόρησης και εργαλειοποίησης των social media. Τι μπορούν να μας διδάξουν;
– Το πιο εξοργιστικό παράδειγμα είναι η Μιανμάρ, όπου το Facebook συνεργάστηκε με δίκτυα κινητής τηλεφωνίας προσφέροντας δωρεάν πρόσβαση στο Διαδίκτυο μέσω της πύλης του. Μέσα σε δύο χρόνια, η πλατφόρμα έγινε το κυρίαρχο μέσο πληροφόρησης στη χώρα. Εν καιρώ, ο στρατός συνειδητοποίησε πως είχε στη διάθεσή του έναν διαδικτυακό κατάλογο κάθε ατόμου στη χώρα, που διαχώριζε τους χρήστες με βάση τη φυλή και τη θρησκεία τους, και πως μπορούσε να επικοινωνήσει άμεσα μαζί τους χωρίς ουδεμία συντακτική παρέμβαση. Δημιούργησε, λοιπόν, μια ειδική μονάδα παραπληροφόρησης στο Facebook, σχεδιασμένη για να υποκινεί και να οργανώνει βία. Δημοσιογράφοι και ΟΗΕ προειδοποίησαν το Facebook, το οποίο τους αγνόησε επιδεικτικά – μάλιστα, η εταιρεία δεν είχε ούτε έναν Βιρμανό εργαζόμενο για να εξετάσει το φαινόμενο. Στη Μιανμάρ, στη Σρι Λάνκα, στη Βραζιλία, στην Ινδία και αλλού, το Facebook συνδέεται άμεσα με περιστατικά βίας, για τα οποία μάλιστα είχε προειδοποιηθεί εκ των προτέρων.
– Τελικά, είστε αισιόδοξος πως το περιστατικό στο Καπιτώλιο θα ωθήσει τη ρύθμιση των social media προς τη σωστή κατεύθυνση;
– Για τους Αμερικανούς νομοθέτες, η μνήμη του να φορούν μάσκα αερίου και να φοβούνται για την ασφάλειά τους θα μείνει χαραγμένη. Υπό αυτήν την έννοια είμαι αισιόδοξος, γιατί αυτή η ζοφερή εικόνα θα δώσει ώθηση σε μιαν αίσθηση επείγοντος για το ζήτημα. Φυσικά, θα χρειαστούν δεκαετίες για να τεθούν τα ρυθμιστικά πρότυπα, αλλά τουλάχιστον η μπάλα πλέον κυλάει. Το άλλο συναρπαστικό χαρακτηριστικό των λογισμικών είναι πως μπορούμε να δοκιμάσουμε τεχνητά την ανταπόκριση των αλγορίθμων σε διάφορα σενάρια πριν από την κυκλοφορία τους. Ηδη οι αλγόριθμοι δοκιμάζονται συνεχώς από τις μεγάλες εταιρείες – απλώς οι δοκιμές αφορούν το πόσο εθιστικοί είναι και όχι το πώς μπορούν να χειραγωγηθούν. Η λύση λοιπόν είναι να υιοθετήσουμε το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο που χρησιμοποιούμε σε όλους τους τομείς που σχετίζονται με την πρόληψη και τη δοκιμή. Θα καταλήξω με το εξής παράλογο: Αν θελήσω να φτιάξω μια συσκευή κουζίνας –για παράδειγμα μια τοστιέρα– πρέπει να κάνω περισσότερες δοκιμές ασφαλείας και να έχω περισσότερες επαφές με κάποιο ρυθμιστή από ό,τι απαιτείται σήμερα από το Facebook.