Σύμφωνα με όσα αναφέρει το δημοσίευμα της εφημερίδας, το Facebook έχει επιτρέψει επανειλημμένα σε ηγέτες κρατών και πολιτικούς να χρησιμοποιούν την πλατφόρμα του για να εξαπατήσουν το κοινό ή να παρενοχλήσουν τους αντιπάλους τους. Κι αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι το Facebook λαμβάνει καταγγελίες με αποδεικτικά στοιχεία για την τέλεση των παραπάνω αδικημάτων.
Η Guardian απέκτησε πρόσβαση και εξέτασε μεγάλο αριθμό εσωτερικών εγγράφων που το αποδεικνύουν. Όπως δείχνει η έρευνα, το Facebook χειρίστηκε περισσότερες από 30 υποθέσεις καταχρηστικής συμπεριφοράς πολιτικού περιεχομένου σε 25 χώρες, που εντοπίστηκαν από το προσωπικό της εταιρείας.
Το πιο κραυγαλέο παράδειγμα, σύμφωνα με την εφημερίδα, ήταν ο Χουάν Ορλάντο Ερνάντες, που είναι Πρόεδρος της Ονδούρας. Στην περίπτωσή του αποδείχθηκε ότι ο αριθμός των υποστηρικτών του στο Facebook, κατά τις εθνικές εκλογές του 2018, ήταν κατά 90% αναληθής.
Τον Αύγουστο του 2018, η πρώην υπάλληλος του Facebook Σόφι Ζάνγκ αποκάλυψε ότι το προσωπικό του Ερνάντες συμμετείχε ενεργά στην εκστρατεία για την ενίσχυση του περιεχομένου στη σελίδα του στο Facebook με εκατοντάδες χιλιάδες ψεύτικα likes.
Αυτή η μέθοδος απόκτησης ψεύτικης διάδρασης με τους πολίτες, την οποία η Ζάνγκ αποκαλεί στο κείμενό της «Κατάχρηση της σελίδας (του Facebook)», κατέστη δυνατή χάρη σε ένα κενό ασφαλείας στις πολιτικές του Facebook. Η εταιρεία απαιτεί από τους χρήστες να έχουν μόνο ένα προσωπικό προφίλ. Ωστόσο δεν έχει αντίστοιχους κανόνες για τις σελίδες (Pages), οι οποίες μπορούν να πραγματοποιούν πολλές από τις αλληλεπιδράσεις που κάνουν και οι λογαριασμοί, συμπεριλαμβανομένων των likes, της κοινοποίησης και του σχολιασμού.
Το κενό ασφαλείας φαίνεται να χρησιμοποιείται και από το κυβερνών κόμμα του Αζερμπαϊτζάν, όπου σελίδες των ανεξάρτητων ειδησεογραφικών πρακτορείων και πολιτικών της αντιπολίτευσης βομβαρδίζονται με εκατομμύρια παρενοχλητικά σχόλια.
Οι συγκεκριμένες υποθέσεις ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικές λόγω της φύσης των εμπλεκόμενων πολιτικών ηγετών. Ο Ερνάντες επανεκλέχθηκε το 2017 σε μια εκλογική μάχη που θεωρείται ευρέως ως στημένη. Η Προεδρία του στιγματίστηκε από κατηγορίες για αχαλίνωτη διαφθορά και παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αντίστοιχα το Αζερμπαϊτζάν είναι μια αυταρχική χώρα χωρίς ελευθερία του Τύπου ή ελεύθερες εκλογές.
Το πρόβλημα με αυτού τους είδους την χειραγώγηση, εξηγεί η εφημερίδα, δεν είναι απλώς ότι δημιουργεί ψευδή εικόνα για τη δημοτικότητα των πολιτικών αλλά μπορεί να επηρεάσει τους αλγόριθμους της πλατφόρμας, που αποφασίζουν ποια κείμενα θα προβάλλονται. Η επιτυχημένη χειραγώγηση, αναφέρεται χαρακτηριστικά, μπορεί να κρίνει εάν το μήνυμά σου θα φτάσει σε εκατομμύρια αποδέκτες ή θα χαθεί στο κενό.
Το Facebook απέλυσε την Ζάνγκ, με πρόσχημα την κακή απόδοση στην εργασία της τον Σεπτέμβριο του 2020. Την ίδια ημέρα η ίδια δημοσίευσε ένα αποχαιρετιστήριο σημείωμα 7.800 λέξεων. Σε αυτό περιγράφει πως «εντόπισε πολλές προσπάθειες ξένων κυβερνήσεων να κάνουν κατάχρηση της πλατφόρμας σε τεράστιο βαθμό για να παραπλανήσουν τους πολίτες τους». Η Ζάνγκ επιρρίπτει ευθύνες στην εταιρεία για την αποτυχία της να αντιμετωπίσει τις καταχρήσεις. «Ξέρω ότι πλέον έχω αίμα στα χέρια μου», έγραψε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Guardian, το Facebook είχε αντιμετωπίσει ορισμένες από τις επιχειρήσεις χειραγώγησης. Όπως αναφέρει όμως η Ζανγκ, η προτεραιότητα δινόταν στη διερεύνηση ύποπτων δικτύων CIB (Συντονισμένων Μη Αυθεντικών Συμπεριφορών) στις ΗΠΑ και την Δυτική Ευρώπη από ξένους αντιπάλους όπως η Ρωσία / Ιράν / κλπ.
Στις καταγγελίες που δημοσιοποίησε η εφημερίδα δεν υπάρχει αναφορά για την Ελλάδα. Ο μηχανισμός που χρησιμοποιήθηκε όμως για την μαζική παραγωγή likes θυμίζει αρκετά φαινόμενα που έχουν καταγγελθεί και στη χώρα μας.
Πηγή: Infowar