Αύγουστος του ‘18. Βαδίζοντας προς την Παναγιά την Γοργόνα, στην Σκάλα Συκαμνιάς, στην Λέσβο, εκεί που σπάει η θάλασσα στις αγριεμένες πέτρες, εκεί που γαντζώνονταν όσοι πρόσφυγες άντεχαν, συνάντησα πρώτη φορά την Δήμητρα.
Τον «Δημητράκη» που λέγαν οι ντόπιοι, τον «Δημήτρη», όπως τον βάφτισε ο παπάς «γιατί ήτανε αγόρι».
Μετά το φευγιό της μάνας της, η Δήμητρα, που, σαν φεγγάρι σε έκλειψη, κρυβόταν για να μην την στενοχωρεί, φανέρωσε την ταυτότητά της σαν πανσέληνη καλοσύνη.
Στο διάβα μου, φώτισε σαν άγγελος αγάπης και συγχώρεσης για όλα όσα πέρασε στα απέραντα χρόνια της ταυτοτικής της έκλειψης. Σαν ολόγιομο φεγγάρι, σαν μια ελεύθερη και ανεξίκακη ψυχή, που απλά περιφρονούσε την μικρότητα, σαν την φανταχτερή πεταλούδα που μεταμορφώνεται και φανερώνει την φύση της.
Χαιρέτησε με μια ζέστη, με μια ευγένεια απέραντη σαν το Αιγαίο που μας περιέβαλε. Ο φίλος μου ο Γιάννης, ντόπιος και γνώστης, Βουλευτής του νησιού σήμερα, με υπομονή μου εξιστόρησε την ζωή της Δήμητρας. Κι άκουγα, άκουγα, άκουγα κι όσο άκουγα νίκησα μέσα μου την πελώρια αντίστιξη του μικρού τόπου και της τεράστιας διαφορετικότητας αυτού του πλάσματος.
Κοιτάζοντας την θάλασσα από το ψήλωμα της Παναγιάς, έπιασα τον εαυτό μου να γράφει νοητά κάτι σαν «Όμορφη και ελεύθερη ψυχή είναι η λυτρωμένη. Αυτή που κάτω δεν κοιτά γιατί δεν είν’σκιαγμένη».
Η Δήμητρα πρόλαβε και πέταξε σαν πεταλούδα. Δεν σύρθηκε σαν σκώληκας. Πέταξε. Αυτό είναι το υπέροχο. Πρόλαβε.
Κήδεψε τη μάνα και μετά λευτερώθηκε και δήλωσε δημόσια το φαίνεσθαι του είναι της, αυτό που το έκρυβε κάτω από το μαξιλάρι των ονείρων της όσο ζούσε η μάνα, που πικραινόταν κι αρνιόταν να δεχτεί πως έπρεπε να φανερωθεί η πανσέληνος φύση της.
Η Δήμητρα. Ο «Δημητράκης» της ντόπιας αόρατης κόκκινης γραμμής του αποδεκτού, ο «Δημήτρης» που βάφτισε κάποτε ο παπάς «γιατί ήτανε αγόρι».
Στα αζήτητα του νοσοκομείου, είκοσι μέρες νεκρή η Δήμητρα, αφότου τό’σκασε από την σκιά του «τρελάδικου», από το ανυπόφορο βίωμα του εγκλεισμού και της υποχρεωτικής επιστροφής στην περίοδο της έκλειψης. Θύμα μιας ψυχικά ευνουχισμένης κοινωνίας. Θύμα μιας αυταπάτης ότι η πανσέληνος θά’ταν παντοτινή.
Αντίο Δήμητρα, στις πέρλες του λαιμού σου θα λαμπυρίζει για πάντα η πεταλούδα.
Στο ταξίδι σου, να συλλογίζεσαι πως βρήκες το θάρρος να περιφρονήσεις την μικρότητα. Να συγχωρέσεις την μικροψυχιά. Σαν κοινωνία, χρωστάμε, στη μνήμη της Δήμητρας, μια συγγνώμη σε όλα τα φεγγάρια που ζουν σε μιαν ανάρμοστη έκλειψη, σε όλες τις πεταλούδες που δεν πρόλαβαν να μεταμορφωθούν και να πετάξουν.