Μέλη της εθνικιστικής οργάνωσης «Εθνική Ένωσις Ελλάς» βάζουν φωτιά στον συνοικισμό Κάμπελ της Θεσσαλονίκης και βιαιοπραγούν κατά των φτωχών εβραίων κατοίκων του. Τα επεισόδια υποδαυλίζει με σειρά άρθρων της η φιλοβενιζελική εφημερίδα «Μακεδονία».
Τα δραματικά γεγονότα, με τον εμπρησμό του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ με δύο νεκρούς και πολλούς τραυματίες, ήταν η κορύφωση του έντονου αντισημιτισμού στη δεκαετία του 1930 στη Θεσσαλονίκη. Μια πλακέτα μνήμης που θα τοποθετηθεί στο χώρο του οικισμού, στον σημερινό συνοικισμό Ναυάρχου Βότση από τον Δήμο Καλαμαριάς, είναι οφειλόμενη τιμή και έκφραση μνήμης σε μια φασιστική βαρβαρότητα.
Ο συνοικισμός Κάμπελ της Θεσσαλονίκης σήμερα δεν υπάρχει ως όνομα. Ταυτίζεται μόνο ιστορικά με μια φασιστική ενέργεια εθνικιστικών οργανώσεων της πόλης κατά του ομώνυμου εβραϊκού συνοικισμού, με την οποία κορυφώθηκε η αντισημιτική στάση τους στη διάρκεια του μεσοπολέμου. Ο συνοικισμός απλωνόταν στην περιοχή πάνω από την παλιά ταβέρνα του Κρικέλα ως το στρατόπεδο Νταλίπη, νοτιοδυτικά της οδού Εθνικής Αντίστασης, που σήμερα είναι γνωστός ως συνοικισμός «Ναυάρχου Βότση», στην ανατολική Θεσσαλονίκη. Στη διάρκεια του Α’ παγκόσμιου πολέμου στην περιοχή είχε στρατοπεδεύσει μονάδα Ινδών του βρετανικού στρατού που στεγαζόταν σε παραπήγματα με λαμαρίνες. Μετά τον πόλεμο τα μεγάλα τολ αγόρασε ο Άγγλος επιχειρηματίας Κάμπελ και τα μετέτρεψε σε συνεργείο στα οποία συναρμολογούσε αυτοκίνητα από παλιά στρατιωτικά οχήματα και τα μεταπουλούσε. Τις εγκαταστάσεις αυτές αγόρασε από τον Κάμπελ η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης και εγκατέστησε αρκετές εβραϊκές οικογένειες πυροπαθών. Μετά την πυρπόληση, το ελληνικό κράτος αποζημίωσε τους Εβραίους κατοίκους, που μετοίκησαν σε άλλες συνοικίες, και εγκατέστησε Πόντιους και Μικρασιάτες πρόσφυγες, στα ίδια παραπήγματα αφού τα χώρισε ανάλογα με τον αριθμό κάθε οικογένειας. Τότε μετονομάστηκε και ο συνοικισμός από «Κάμπελ» σε «Ναυάρχου Βότση».
Ρεπορτάζ και φωτογραφίες, που καλύπτουν ολόκληρη την πρώτη σελίδα της «Μακεδονίας», την επομένη (1 Ιουλίου 1931) του εμπρησμού του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ στην Ανατολική Θεσσαλονίκη από μέλη εθνικιστικών οργανώσεων.
Ο εμπρησμός του Κάμπελ
Η πυρπόληση του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ έγινε τη νύχτα της 29ης Ιουνίου 1931, μετά από οργανωμένη επίθεση 200 περίπου φανατισμένων ατόμων, που καθοδηγούνταν από τις εθνικιστικές οργανώσεις «Εθνική Ένωσις Ελλάς» (ΕΕΕ), γνωστότερη ως «Τρία Έψιλον» και την «Εθνική Παμφοιτητική Ένωση (ΕΠΕ). Ήταν η κορύφωση μιας σειράς προκλητικών επιθέσεων κατά εβραϊκών στόχων από την ΕΕΕ, που συγκέντρωναν στους κόλπους τους και πολλά μέλη άλλων «εθνικών» και χριστιανικών οργανώσεων της πόλης. Την ίδια νύχτα σημειώθηκαν επιθέσεις εναντίον και άλλων εβραϊκών συνοικισμών, αλλά η μεγαλύτερη επίθεση με τραγικές συνέπειες σημειώθηκε στον απομακρυσμένο εβραϊκό συνοικισμό της ανατολικής Θεσσαλονίκης. Η χωροφυλακή, παρά την παρουσία σημαντικής δύναμης, δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον εμπρησμό. Οι επιτιθέμενοι ήταν οπλισμένοι με πιστόλια και πυροβολούσαν ακόμη και εναντίον της έφιππης αστυνομίας, ενώ αρκετοί περιέβρεχαν με βενζίνη και έβαζαν φωτιά στα παραπήγματα.
Η εμφάνισή της οργάνωσης «Εθνική Ένωσις ‘Ελλάς’» (ΕΕΕ ή 3Ε) το 1927 στη Θεσσαλονίκη και η ανάπτυξή της είναι αντίστοιχη των εξελίξεων στην Ελλάδα -και στην Ευρώπη- κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου και της Κατοχής. Με προσφυγικές ρίζες και πολιτικές διασυνδέσεις, η ΕΕΕ θα αναδειχθεί μετά το 1929 σε σημαντική εθνικιστική, αντισημιτική και αντικομουνιστική οργάνωση, συσπειρώνοντας χιλιάδες μέλη και δημιουργώντας δεκάδες παραρτήματα σε όλη την Ελλάδα καθώς και δορυφορικές ή συνεργαζόμενες οργανώσεις. Οι επιθέσεις, οι εμπρησμοί, οι νεκροί, οι τραυματίες και ο ξεριζωμός των φτωχών εβραίων, γεγονότα που απωθήθηκαν στο συλλογικό ασυνείδητο, είχαν ανάγκη από λεπτομερή καταγραφή, όπως και η στάση του Τύπου, των πολιτικών, των κομμάτων, της Δικαιοσύνης κτλ.
Πρωτοσέλιδα εφημερίδων που περιγράφουν τα γεγονότα του εμπρησμού του συνοικισμού Κάμπελ. Πάνω της εφημερίδας «Μακεδονικά Νέα» (30 Ιουνίου 1931), κάτω του «Ριζοσπάστη» (2 Ιουλίου 1931).
Σύμφωνα με αναφορά της χωροφυλακής προς το υπουργείο, «οι επιτιθέμενοι δια να εμποδίσουν την κίνησιν των πυροσβεστικών αντλιών έθεσαν οδοφράγματα πλησίον του Φλόκα (σ.σ. του κέντρου διασκέδασης τότε, το ισόγειο κτίριο του οποίου σώζεται ως σήμερα επί της οδού Εθνικής Αντίστασης και στεγάζει εταιρία κουρτινών), αλλά τα κατέστρεψε το ιππικόν, το οποίον επέλασε και διέλυσε τους επιδρομούντας». Στην ίδια αστυνομική έκθεση αναφέρεται ότι καήκαν εννιά θάλαμοι, στους οποίους στεγάζονταν 54 οικογένειες, η συναγωγή και το σχολείο. Το τελικό αποτέλεσμα ήταν δύο νεκροί, ένας χριστανός κι ένας εβραίος, πολλοί τραυματίες και από τις δύο πλευρές των συμπλεκομένων και η πλήρης σχεδόν καταστροφή του συνοικισμού.
Ο εμπρησμός του Κάμπελ προκάλεσε την άμεση επέμβαση της Δικαιοσύνης και θυελλώδη συζήτηση στην ελληνική βουλή. Συνελήφθησαν 25 περίπου υπαίτιοι των επεισοδίων που ανακρίθηκαν και παραπέμφθηκαν σε δίκη. Ανάμεσά τους και ο αρχισυντάκτης της «Μακεδονίας» Νικόλαος Φαρδής, που κατηγορήθηκε για συνέργεια στην έξαψη των παθών με την αρθρογραφία του.
Ομάδα στελεχών της ΕΕΕ με τον πρόεδρο της Γ. Κοσμίδη (στη μέση κάτω με το μουστάκι), που πρωταγωνίστησε στον εμπρησμό του Κάμπελ.
Τα αίτια της επίθεσης
Η αφορμή για την κλιμάκωση των επεισοδίων κατά των Εβραίων, που κορυφώθηκαν με τον εμπρησμό του συνοικισμού Κάμπελ, δόθηκε ένα χρόνο πριν, το Σεπτέμβριο του 1930, μέσα σε ένα κλίμα έντονου αντισημιτισμού που καλλιεργούνταν από τις εθνικιστικές οργανώσεις, αλλά και από το κόμμα των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου. Αφετηρία στάθηκε η δημοσίευση σε ελληνικές εφημερίδες μιας είδησης ότι ο εκπρόσωπος της εβραϊκής οργάνωσης και αθλητικού σωματείου «Μακαμπή» της Θεσσαλονίκης, που συμμετείχε σε διεθνές συνέδριο των Μακαμπή στη Σόφια, παρέστη και σε εκδήλωση της νεολαίας του «Μακεδονικού Κομιτάτου», στην οποία φέρεται να δήλωσε ότι «θα είναι στο πλευρό τους μέχρις ότου η Μακεδονική σημαία κυματίσει νικηφόρως μέχρι και στον Λευκό Πύργο της Θεσσαλονίκης».
Οι πληροφορίες αυτές προκάλεσαν οργισμένες αντιδράσεις και εθνικιστική έξαρση στη Θεσσαλονίκη, που οδήγησαν σε εμπορικό μποϊκοτάζ των εβραϊκών καταστημάτων και σε βιαιοπραγίες κατά των Εβραίων κατοίκων της πόλης και των γραφείων της «Μακαμπή». Όπως όμως τόνισε ο εκπρόσωπος της «Μακαμπή», Ισαάκ Κοέν, παρέστη πράγματι, αλλά ούτε κατανοούσε τα βουλγαρικά ούτε ο ίδιος μίλησε στην εκδήλωση. Απλώς η παρουσία του και η μη αντίδρασή του στην αναφορά του Βούλγαρου ομιλητή στους αγώνες του Κομιτάτου για την ανεξαρτησία της Μακεδονίας, θεωρήθηκε από τις εθνικιστικές οργανώσεις ως «ανθελληνική» στάση. Ακόμη και ο Γενικός Διοικητής Μακεδονίας, Στυλιανός Γονατάς, και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, Ελευθέριος Βενιζέλος, διαβεβαίωσαν τους διαμαρτυρόμενους ότι από την έρευνα που διενεργήθηκε δεν προέκυψαν επιβαρυντικά στοιχεία για τον εκπρόσωπο της «Μακαμπή». Ωστόσο, με τα συνεχή επεισόδια μελών των οργανώσεων ΕΕΕ και ΕΠΕ και με τη φανατική αρθρογραφία του αρχισυντάκτη της «Μακεδονίας» Νικ. Φαρδή, διατηρήθηκε το διχαστικό κλίμα και συνεχίστηκαν οι εκατέρωθεν προκλήσεις. Για την άμυνα και την ασφάλεια των καταστημάτων τους και των συνοικιών τους, και οι Εβραίοι είχαν δημιουργήσει ομάδες περιφρούρησης που έρχονταν συχνά στα χέρια με τις αντίπαλες ομάδες και μεταλλάσσονταν σε ομάδες κρούσης με αιματηρά αποτελέσματα.
Πυροπαθείς Εβραίοι του συνοικισμού Κάμπελ μεταφέρθηκαν και στεγάστηκαν για λίγο καιρό στην κεντρική σχολή της «Αλιάνς», που βρισκόταν στο χώρο όπου ανεγέρθηκε το σημερινό ξενοδοχείο «Ηλέκτρα» στην πλατεία Αριστοτέλους.
Η δίκη στο κακουργιοδικείο Βέροιας
Οι κατηγορούμενοι για τον εμπρησμό του συνοικισμού Κάμπελ παραπέμφθηκαν σε δίκη και δικάστηκαν στο κακουργιοδικείο της Βέροιας τον Απρίλιο του 1932. Οι βασικοί κατηγορούμενοι ήταν ο πρόεδρος της ΕΕΕ Γεώργιος Κοσμίδης και ο γραμματέας της ίδιας οργάνωσης Δημ. Χαριτόπουλος και ο δημοσιογράφος Νικ, Φαρδής. Η ετυμηγορία του ορκωτού δικαστηρίου ήταν απαλλακτική για τους ηθικούς αυτουργούς και για το σύνολο των κατηγορουμένων εκτός από δυο τρεις δράστες που είχαν συλληφθεί για εμπρησμό. Τελικά το δικαστήριο δεν εξέδωσε καταδικαστική απόφαση στο πλαίσιο των μέτρων ειρηνικής συνύπαρξης των δύο σύνοικων στοιχείων. Οι αθωωθέντες επέστρεψαν στη Θεσσαλονίκη με πορεία θριάμβου, με επικεφαλής τους τρεις πρωταγωνιστές της δίκης που τους ακολουθούσαν 70 αυτοκίνητα και 30 άμαξες με πολύ κόσμο…
Ο εμπρησμός του συνοικισμού Κάμπελ πάγωσε οριστικά την προσπάθεια για ομαλή ένταξη των Εβραίων στην κοινωνία της πόλης με την έξαρση του εθνικισμού και ανάγκασε χιλιάδες φτωχούς Εβραίους να μεταναστεύσουν στην Παλαιστίνη, τις ΗΠΑ και την Ευρώπη.
«Λίθοι μνήμης»
Η πλακέτα μνήμης θα τοποθετηθεί στη συμβολή της Εθνικής Αντιστάσεως με την οδό Αριστείδου, στην περιοχή της Καλαμαριάς, κεντρικό σημείο του παλιού εβραϊκού συνοικισμό Κάμπελ, που καταστράφηκε από τους συνεχείς πυρπολισμούς σπιτιών και καταστημάτων στη διάρκεια αντισημιτικής επίθεσης, στις 29 Ιουνίου 1931. Την απόφαση πήρε το δημοτικό συμβούλιο Καλαμαριάς ύστερα από εισήγηση του Ιστορικού Αρχείου Προσφυγικού Ελληνισμού που εδρεύει στην περιοχή.
Σύμφωνα με την απόφαση του δημοτικού συμβουλίου Καλαμαριάς, στην πλακέτα θα γραφεί στα ελληνικά και τα αγγλικά το παρακάτω κείμενο: «Εδώ ήταν ο συνοικισμός Campell μέχρι την καταστροφή του στις 29.6.1931, με θύμα της αντισημιτικής επίθεσης τον Λεωνίδα Παππά». Ο Παπάς, το δεύτερο θύμα της επίθεσης, ήταν χριστιανός φούρναρης του συνοικισμού. Σε σχετικο ρεπορτάζ στην εφημερίδα «Μακεδονία» (3.2.2017) ο δήμαρχος Καλαμαριάς Θεοδόσης Μπακογλίδης δήλωσε για την απόφαση: «Στόχος μας είναι να διαφυλάξουμε την ιστορική μνήμη και να αποτίσουμε φόρο τιμής στα θύματα του ναζισμού». Στο χώρο του παλιού συνοικισμού θα τοποθετηθούν και «λίθοι μνήμης», που που είναι αφιερωμένοι στα θύματα του ναζισμού.
«Οι λίθοι μνήμης είναι ένα έργο κοινωνικής τέχνης, που συμβάλλει στην ανάκτηση της συλλογικής μνήμης, αφιερωμένο στα θύματα του ναζισμού, γράφει στο ρεπορταζ της «Μακεδονίας» η δημοσιογράφος Βαρβάρα Ζούκα. Από το 1992, οπότε η πρωτοβουλία αυτή ξεκίνησε από το Αμβούργο, μέχρι και σήμερα έχουν τοποθετηθεί περισσότεροι από 54.000 λίθοι μνήμης σε πεντακόσιες και πλέον πόλεις στην Ευρώπη. Με βάση την αρχή «ένας λίθος – ένα όνομα», σε καθεμία από τις πλακέτες αυτές αναγράφεται το όνομα ενός θύματος που εκτοπίστηκε ή και εκτελέστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο λίθος μνήμης τοποθετείται στο πεζοδρόμιο μπροστά από τον τελευταίο τόπο κατοικίας, εργασίας ή σπουδών κάθε θύματος». Στη Θεσσαλονίκη, οι πρώτοι λίθοι μνήμης τοποθετήθηκαν το 2015 στην είσοδο του 1ου Γυμνασίου Αρρένων, στη μνήμη των 149 μαθητών που χάθηκαν στα ναζιστικά κρεματόρια και στην πρώτη προβλήτα του ΟΛΘ, για τους Εβραίους λιμενεργάτες – θύματα των ναζί.
Πηγές: thessmemory.gr, parallaximag.gr,