Σε μία εποχή που ο κόσμος δοκιμάζεται από προκλήσεις και η εμπιστοσύνη στις πηγές πληροφόρησης πλήττεται, οι θεωρίες συνομωσίας βρίσκονται συχνά στο επίκεντρο της επικαιρότητας, έχοντας βρει πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθούν.
Οι συγκρούσεις των ορθολογιστών με τους συνομωσιολόγους είναι καθημερινό φαινόμενο στο internet, από πού προέρχεται όμως αυτή η τάση να πιστεύουμε τις θεωρίες συνομωσίας; Μία νέα έρευνα συνδέει την πίστη σε θεωρίες συνομωσίας με χαμηλές ικανότητες κριτικής σκέψης. Με άλλα λόγια, άνθρωποι με μεγαλύτερες ικανότητες κριτικής σκέψης είναι λιγότερο πιθανό να πιστέψουν πως τρομοκρατικές επιθέσεις οργανώνονται από την κυβέρνηση της ίδιας της χώρας του για να βλάψουν το λαό της ή πως τεχνολογία που ελέγχει τη σκέψη μας χορηγείται ενδοφλέβια στον πληθυσμό.
Οι θεωρίες συνομωσίας αφορούν προσπάθειες εξήγησης της απόλυτης αιτίας ενός σημαντικού γεγονότος (κοινωνικού, πολιτικού, κλιματικού κλπ.), κατηγορώντας μία κρυφή συμμαχία κακόβουλων και ισχυρών ανθρώπων ή οργανισμών πως έχουν σχεδιάσει μυστικά και εκτελέσει αυτά τα γεγονότα. – Anthony Lantian, ψυχολόγος του Paris Nanterre University
Δύο διαφορετικές μελέτες αξιολόγησαν τις ικανότητες κριτικής σκέψης 338 φοιτητών, χρησιμοποιώντας τη γαλλική έκδοση του Ennis-Weir Critical Thinking Essay Test. Έπειτα, βαθμολόγησαν την τάση των φοιτητών προς τις θεωρίες συνομωσίας βάσει της προσωπικής τους κρίσης για τη δική τους ικανότητα κριτικής σκέψης.
Η κριτική σκέψη – η αντικειμενική ανάλυση και αξιολόγηση μίας κατάστασης – απαιτεί ένα σύνολο γνωσιακών ικανοτήτων. Αυτές περιλαμβάνουν την ικανότητα να διακρίνει κανείς σχετικές και μη σχετικές πληροφορίες, να σκέφτεται συστηματικά, να βλέπει άλλες προοπτικές, να αναγνωρίζει και να αποφεύγει λογικά σφάλματα, να βλέπει πέρα από το προφανές, να γνωρίζει και να αποφεύγει προκαταλήψεις και να μπορεί να αλλάζει τη γνώμη του υπό το φως νέων δεδομένων.
Όσο περισσότερο πιστεύουν οι άνθρωποι σε θεωρίες συνομωσίας, τόσο χαμηλότερη ήταν η βαθμολογία τους στο τεστ κριτικής σκέψης. Αυτό το τεστ χαρακτηρίζεται από δομή ανοιχτού τέλους υπογραμμίζοντας πολλές πτυχές της ικανότητας κριτικής σκέψης στο πλαίσιο της συζήτησης.
Η έρευνα τονίζει πως η πίστη σε θεωρίες συνομωσίας δε συνδέεται με χαμηλότερη νοημοσύνη αλλά με ευκαιρίες απόκτησης ικανοτήτων κριτικής σκέψης. Δηλαδή αυτοί που πιστεύουν σε θεωρίες συνομωσίας δεν είναι λιγότερο έξυπνοι, απλά οι ζωές τους δεν τους οδήγησαν ακόμα στο μονοπάτι απόκτησης των ικανοτήτων που οδηγούν στην κριτική σκέψη, κάτι το οποίο μπορεί να καταφέρει ο καθένας.
Ακόμα κι αυτοί όμως με μεγάλες ικανότητες κριτικής σκέψης μπορεί να καταλήξουν να πιστεύουν κάτι που δε συνάδει με την πραγματικότητα. Ως κοινωνικά όντα, οι άνθρωποι τείνουν να πιστεύουν αυτούς που αναγνωρίζουν ως κομμάτι της κοινωνικής τους ομάδας, ανεξαρτήτως της εκπαίδευσης που έχουν λάβει. Η εμπιστοσύνη παίζει μεγάλο ρόλο στο ποιον πιστεύουμε, ενώ υπάρχει και η κοινή τάση όπου θεωρούμε τους εαυτούς μας εξυπνότερους από το μέσο όρο. Άλλες έρευνες έχουν αποδείξει επίσης πως η ανάγκη μας να νιώθουμε ξεχωριστοί, οδηγεί σε μεγαλύτερη πίστη στις θεωρίες συνομωσίας.
Η έρευνα σημειώνει επίσης πως ενώ υποδεικνύει ότι η κριτική σκέψη μειώνει τις πιθανότητες κάποιος να πιστέψει σε θεωρίες συνομωσίας, δε διαπιστώνει αν αυτές οι ικανότητες μπορούν να βοηθήσουν κάποιον να αναγνωρίσει μία πραγματική συνομωσία. Η έρευνα καταλήγει στο γεγονός πως “η κριτική σκέψη μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να βρουν στοιχεία αντί να εμπιστεύονται τυφλά μία θεωρία συνομωσίας απλά επειδή αμφισβητεί το κατεστημένο ή ταιριάζει με τις δικές τους προκαταλήψεις”.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο Applied Cognitive Psycology.
Πηγή: Unboxholics