Την τριετία που πέρασε το ελληνικό δημόσιο χρέος αναδιαρθρώθηκε εκ βάθρων. Μεγάλο μέρος του διαγράφηκε, με βαρύτατο κόστος κυρίως για τους Έλληνες κατόχους, χωρίς όμως το χρέος να γίνει βιώσιμο. Σχεδόν το σύνολο αυτού που απέμεινε μετατράπηκε σε οφειλή προς ξένους δημόσιους οργανισμούς. Το χρέος, τέλος, επιμηκύνθηκε και η μέση διάρκεια, που ήταν κάτω από 8 χρόνια το 2009, ανέβηκε πάνω από τα 16 χρόνια το 2013.
Επιπλέον, το κόστος υποχώρησε γύρω στο 2,5% κατά μέσο όρο, ενώ το 2009 ήταν υψηλότερο του 4%. Ο κύριος λόγος της μείωσης ήταν το φθηνό επιτόκιο των μνημονιακών κονδυλίων και κυρίως του μεγάλου δανείου από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Το πραγματικό κόστος της ‘βοήθειας’ ήταν βέβαια η καταστροφή που προκλήθηκε στην ελληνική οικονομία από τους όρους των Μνημονίων.
Λόγω της επιμήκυνσης οι ετήσιες αποπληρωμές από το 2016 μέχρι το 2036 θα κυμαίνονται από 5 μέχρι 10δις, ποσό αρκετά χαμηλότερο από πριν. Το πρόβλημα όμως είναι η διετία 2014-5 γιατί τότε ωριμάζει και θα πρέπει να αποπληρωθεί χρέος άνω των 40δις συνολικά. Η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει στη διάθεσή της επαρκή κονδύλια για το σκοπό αυτό, άρα προκύπτει το περιβόητο ‘χρηματοδοτικό κενό’.
Το μέγεθος του ‘κενού’ δε μπορεί να προσδιοριστεί με απόλυτη ακρίβεια. Στα 40δις αποπληρωμών θα πρέπει να προστεθεί το συνολικό δημόσιο έλλειμμα του 2014-5, που οφείλεται κυρίως στους τόκους για το χρέος και πιθανόν να κινηθεί λίγο κάτω από τα 10δις. Θα πρέπει επίσης να αφαιρεθούν τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις, τα οποία αποδεικνύονται σαφώς χαμηλότερα των προβλεπομένων. Μια βάσιμη εκτίμηση είναι ότι στην Ελλάδα θα λείψουν από 10 μέχρι 20δις. Που θα βρεθούν;
Αν συνεχίσει να κυβερνά το μνημονιακό στρατόπεδο, η πιθανότερη απάντηση είναι νέο δάνειο από την τρόικα. Θα έχει χαμηλό επιτόκιο, αλλά θα συνοδεύεται από σκληρούς όρους, υπό την εποπτεία της τρόικας. Δεδομένου ότι η δημοσιονομική κατάσταση της Ελλάδας για το 2015-6 δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί ακριβώς, το πιθανότερο είναι ότι η τρόικα θα απαιτήσει συνέχιση της αυστηρής λιτότητας και των ‘μεταρρυθμίσεων’. Το αδιέξοδο της οικονομίας θα παραταθεί, αναμένοντας το ευρωπαϊκό θαύμα που θα φέρει ανάπτυξη. Το χρέος θα συνεχίσει να μεγαλώνει πέρα από τα σημερινά 320δις και θα χειροτερέψει ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η προσδοκία ότι μπορεί να προκύψει κάποια ουσιαστική ελάφρυνση από περαιτέρω επιμήκυνση, ή μείωση των επιτοκίων δεν πείθει, δεδομένου ότι χρέος έχει ήδη επιμηκυνθεί και τα επιτόκια είναι χαμηλά.
Στο πλαίσιο αυτό, όλο και πιο συχνά προτείνεται η επιστροφή στις αγορές, ιδέα που το Υπουργείο Οικονομικών φαίνεται ότι εξετάζει σοβαρά. Φαντάζει ρηξικέλευθη γιατί η Ελλάδα θα φανεί να στηρίζεται πια στις δικές της δυνάμεις. Πρόκειται όμως περί καιροσκοπισμού που εξυπηρετεί μόνο την τρόικα.
Μερική επιστροφή στις αγορές έκαναν η Πορτογαλία και η Ιρλανδία το 2013 αντλώντας μικρά ποσά – γύρω στα 5δις – με κόστος 4-6%. Στην περίπτωση της Ελλάδας τα ποσά θα είναι μεγαλύτερα και η δυσπιστία των αγορών πελώρια. Οι δανειστές δεν πρόκειται να εντυπωσιαστούν από τις επιτυχίες του κ. Στουρνάρα στο πρωτογενές πλεόνασμα. Ακόμη κι αν δεν αποτύχει η έκδοση ομολόγων, το επιτόκιο θα είναι υψηλό, τουλάχιστον 7%. Ταυτόχρονα οι αγορές θα απαιτήσουν εφαρμογή αυστηρής λιτότητας και ‘μεταρρυθμίσεων’ χωρίς καμία διαφορά με την τρόικα. Το οικονομικό αδιέξοδο θα παραμείνει.
Ποιος θα κερδίσει λοιπόν αν η Ελλάδα καταφέρει να δανειστεί στις αγορές ουσιαστικά με τους ίδιους όρους, αλλά τριπλάσιο επιτόκιο; Μόνο η τρόικα γιατί θα δημιουργήσει την ψευδή εικόνα του τέλους της κρίσης, ενώ η Ελλάδα θα επωμιστεί το κόστος. Θα πρόκειται για πυροτέχνημα στην πλάτη του ελληνικού λαού.
Η Ελλάδα δε χρειάζεται ούτε νέο δάνειο, ούτε άλλους ερασιτεχνικούς πειραματισμούς. Το χρέος της είναι μη βιώσιμο και απαιτεί παύση πληρωμών και βαθιά διαγραφή. Πρέπει επίσης να υπάρξει άρση της λιτότητας το συντομότερο δυνατόν. Πάνω απ΄ όλα, η χώρα χρειάζεται μια κυβέρνηση που δίνει προτεραιότητα στις ανάγκες του λαού της και όχι στις απαιτήσεις του Βερολίνου.