Μεγάλες αυξήσεις που φτάνουν ή ξεπερνούν ακόμη και το 100% παρουσιάζουν οι τιμές της ενέργειας, των τροφίμων και των πρώτων υλών από πέρσι τέτοια εποχή, αυξάνοντας το κόστος σε σειρά προϊόντων, από τα προϊόντα στα ράφια των σούπερ μάρκετ μέχρι τα προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, όπως είναι τα ηλεκτρονικά και τα ηλεκτρικά είδη, ακόμη και τα αυτοκίνητα.
Η αύξηση της ζήτησης λόγω των προσδοκιών ανάκαμψης από την πανδημία οδηγεί σε ράλι τις τιμές οι οποίες είχαν βουλιάξει το καλοκαίρι του 2020 μεσούσης της κρίσης του Covid-19. Την ίδια στιγμή οι προηγούμενες αναστολές δραστηριότητας λόγω της πανδημίας σε σειρά κλάδων, από τα τρόφιμα μέχρι τις μεταφορές και τη βιομηχανία, έχουν προκαλέσει όγκο ανεκτέλεστων παραγγελιών και ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό, οι οποίες δεν μπορούν τώρα εύκολα να καλυφθούν.
Ενέργεια
Στην ενέργεια η πολιτική του ΟΠΕΚ+ να κλείσει το προηγούμενο διάστημα τις κάνουλες απέδωσε για τα μέλη του που ευνοούνται τώρα από τις χωρίς προηγούμενο αυξήσεις τιμών. Στα τρόφιμα η ζήτηση από την Κίνα μέχρι την Ευρώπη σε συνδυασμό με ελλείψεις προσωπικού και ζημιές από την κλιματική αλλαγή έχουν οδηγήσει σε μεγάλες ανατιμήσεις στην παραγωγή και κατ’ επέκταση στα επεξεργασμένα τρόφιμα. Στη βιομηχανία οι ίδιοι παράγοντες έχουν προκαλέσει μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των πρώτων υλών που μεταφέρονται στην παραγωγή προϊόντων, με το χαλκό, το ατσάλι και το σιδηρομετάλλευμα να έχουν πάρει «φωτιά». Όλα αυτά σε συνδυασμό με την αύξηση του μεταφορικού κόστους κυρίως μέσω θαλάσσης αλλά και ξηράς έχουν συμβάλει στην άνοδο των τιμών, η οποία έχει συμβάλλει στις γενικότερες ανατιμήσεις αλλά και σε ελλείψεις προϊόντων.
Παράγοντες της διεθνούς αγοράς εκτιμούν ότι θα υπάρξει ομαλοποίηση της τροφοδοσίας της αγοράς από το νέο έτος και μετά, με την προϋπόθεση ότι δεν θα γίνει πισωγύρισμα όσον αφορά τα κρούσματα της πανδημίας. Ως επιβαρυντικό παράγοντα αναφέρουν επίσης ότι αυτή την περίοδο εκτελούνται πολλές παραγγελίες ενόψει της επερχόμενης εορταστικής περιόδου στο τέλος του έτους, καθώς οι έμποροι σπεύδουν να καλύψουν τις ανάγκες τους και τα εργοστάσια τη ζήτηση. Χώρες με μεγάλη παραγωγή όπως είναι κυρίως η Κίνα αλλά και άλλες χώρες της Ασίας, η Αμερική και ευρωπαϊκές χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία έχουν πάρει ξανά εμπρός όσον αφορά την εξαγωγική δραστηριότητα, απορροφώντας μεγάλες ποσότητες πρώτων υλών από την αγορά.
Τρόφιμα
Εκρηκτική είναι η κατάσταση και στα τρόφιμα. Μεγάλες εταιρείες του κλάδου ήδη αυξάνουν τις τιμές με τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ αλλά και σε ευρωπαϊκές χώρες να αυξάνεται με τον ταχύτερο ρυθμό της τελευταίας δεκαετίας και τα έξοδα μεταφοράς να εκτοξεύονται στα ύψη. Εταιρείες όπως οι Nestle, Unilever, Procter & Gamble η General Mills έχουν προειδοποιήσει τους επενδυτές και τους καταναλωτές τις τελευταίες εβδομάδες ότι το αυξανόμενο κόστος των εμπορευμάτων και των πρώτων υλών θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές τους. Αυτό συμβαίνει καθώς η ζήτηση για προϊόντα έχει αυξηθεί παράλληλα με την αύξηση των ποσοστών εμβολιασμού στις ΗΠΑ και την Ευρώπη και την υιοθέτηση πιο συνηθισμένων προτύπων εργασίας και ταξιδιών. Οι τρεις μεγάλες εταιρείες είχαν ήδη αυξήσει από το Μάιο τις τιμές έως και 3% σε διάφορες μάρκες σε χώρες του κόσμου.
Όπως είχε αναφέρει τον περασμένο μήνα, ο Πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ, Κωνσταντίνος Μίχαλος, το κόστος του ναυτιλιακού ναύλου για τις μεταφορές κοντέινερ έχει αυξηθεί τον τελευταίο χρόνο, περισσότερο από 500%, καθώς οι ναυτιλιακές εταιρείες στον κλάδο αυτό, «δρώντας καιροσκοπικά και ολιγοπωλιακά», όπως ανέφερε, «ανεβάζουν τις τιμές ανεξέλεγκτα», ενώ παράλληλα έθεσε και το ερώτημα της κρατικής παρέμβασης από μέρους της Κίνας, για χειραγώγηση της προσφοράς εμπορευματοκιβωτίων.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με σχετική έρευνα του ΕΒΕΑ, έχουν αυξηθεί, μεταξύ άλλων, οι διεθνείς τιμές σε:
- Βενζίνη κατά 52,14%,
- Σόγια κατά 17,10%
- Καφέ κατά 26,59%,
- Γάλα κατά 20,06%
- Καλαμπόκι κατά 35,64%
- Πουλερικά κατά 16,64%
- Χαλκό κατά 33,19% και
- Αλουμίνιο κατά 26,54%
Την ανιούσα οι τιμές των καυσίμων στη χώρα μας
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά στις μέσες τιμές των καυσίμων στη χώρα μας (ευρώ/λίτρο), ενδεικτική είναι η πορεία του τελευταίου χρόνου:
Αμόλυβδη 95 οκτανίων
21/7/2021: 1,684
30/12/2020: 1,436
4/5/2020: 1,311
Αμόλυβδη 100 οκτανίων
21/7/2021: 1,852
30/12/2020: 1,635
4/5/2020: 1,592
Diesel κίνησης
21/7/2021: 1,394
30/12/2020: 1,165
4/5/2020: 1,096
Η τιμή της απλής αμόλυβδης βρίσκεται δηλαδή σήμερα περίπου 30% υψηλότερα από τα χαμηλά του 2020 και 17,3% από το ξεκίνημα της φετινής χρονιάς, με αντίστοιχη εικόνα να εμφανίζει το πετρέλαιο κίνησης (27% και 20% περίπου), ενώ η πιο ενισχυμένη αμόλυβδη (η 100άρα) έχει μικρότερα ποσοστά αύξησης (16,33% και 13,27% αντίστοιχα). Ωστόσο η 100άρα έχει ήδη ξεπεράσει το φράγμα των 2 ευρώ/ λίτρο στο νομό Κυκλάδων, ενώ προς τα επίπεδα αυτά πλησιάζουν και άλλες περιοχές στη χώρα μας (Δωδεκάνησα, Σάμος, Λέσβος, Κεφαλονιά, Ευρυτανία κ.ά.)
Αύξηση 1% στον πληθωρισμό Ιουνίου
Αυξημένος εμφανίζεται εξάλλου ο πληθωρισμός στη χώρα μας, καθώς ο Γενικός Δείκτης Τιμών τον Ιούνιο του 2021 σε σχέση με πέρυσι ενισχύθηκε κατά 1% λόγω αύξησης:
- 0,4% στην ομάδα Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, με αυξήσεις τιμών κυρίως σε:
αρνί και κατσίκι (17%), πουλερικά (1,2%), νωπά ψάρια (4,1%), τυριά (2,5%), ελαιόλαδο (1,3%), άλλα βρώσιμα έλαια (15%), νωπά λαχανικά (1,2%) και πατάτες (8,6%).
- 0,5% στην ομάδα Ένδυση και υπόδηση
- 4% στην ομάδα Στέγαση, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: ηλεκτρισμό (0,7%), φυσικό αέριο (60,6%), πετρέλαιο θέρμανσης (28,9%)
- 6,7% στην ομάδα Μεταφορές, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε: καύσιμα και λιπαντικά (15,8%), καινούργια αυτοκίνητα (3,2%) εισιτήρια μεταφοράς επιβατών με αεροπλάνο (35,5%)
Προβληματισμός της Επ. Ανταγωνισμού για τις τιμές των τροφίμων
Ο πρόεδρος της Επ. Ανταγωνισμού σημειώνει ότι οι αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων προβληματίζουν την ΕΑ που διενεργεί έρευνες που είχαν ξεκινήσει εξ αιτίας των ανατιμήσεων που παρατηρήθηκαν την άνοιξη του 2020.
Αναφέρονται αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων το τελευταίο διάστημα, ειδικά σε τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης, με τον πρόεδρο της Επ. Ανταγωνισμού Ιωάννη Λιανό να σημειώνει πως για την πορεία των τιμών σε καταναλωτικά είδη πρώτης ανάγκης και πρώτες ύλες υπάρχει πράγματι, το τελευταίο έτος, σημαντική αύξηση των τιμών τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, ως συνέπεια και της τρέχουσας πανδημίας.
Όπως σημείωσε στην συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, σε εθνικό επίπεδο, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) τον Ιούνιο του 2021 διαμορφώθηκε στις 106,86 μονάδες, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 1% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020. Στην αύξηση του δείκτη, για δεύτερο μήνα (Μάιος- Ιούνιος 2021), μετά από 13 μήνες συνεχόμενης μείωσης, συνέβαλαν και αυξήσεις σε τιμές ειδών διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να παρουσιάζονται στις κατηγορίες αρνί και κατσίκι (+17%), άλλα βρώσιμα έλαια (+15%), πατάτες (8,6%), τυρί (2,5%). Άλλες σημαντικές κατηγορίες ειδών διατροφής καταγράφουν όμως μείωση τιμών, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Συγκεκριμένα, το πλήρες νωπό γάλα σημειώνει μείωση κατά 3% σε σχέση με τον προηγούμενο Ιούνιο και η κατηγορία του γιαουρτιού κατά 6%.
Επισήμανε ότι «στον τομέα των αγροτικών εφοδίων, όπου έχουμε παρατηρήσει σημαντικές αυξήσεις τιμών, οι τιμές πώλησης των ζωοτροφών επηρεάζονται από τις τιμές αγοράς των πρώτων υλών, καθώς και από τον τρόπο πληρωμής των πελατών τους, αλλά και από ποιοτικά χαρακτηριστικά. Περαιτέρω, τόσο το καλαμπόκι, όσο και το σογιάλευρο είναι χρηματιστηριακά προϊόντα, με αποτέλεσμα τυχόν διακύμανση των τιμών τους να επηρεάζεται, μεταξύ άλλων, και από τις διακυμάνσεις των τιμών των παράγωγων προϊόντων. Κατά την περίοδο της υγειονομικής κρίσης της COVID 19 υπήρξε φόβος έλλειψης πρώτων υλών, με αποτέλεσμα κάποια αύξηση στις τιμές αυτών».
Ο κ. Λιανός τονίζει πως οι περισσότερες (εάν όχι όλες) από τις αυξήσεις αυτές παρατηρούνται διεθνώς. Σημειώνεται ότι ο δείκτης FAO (του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων) – Food Price Index (FFPI) που μετράει τις τιμές αυξήθηκε από 93,1 μονάδες τον Ιούνιο του 2020, σε 124,6 μονάδες τον Ιούνιο του 2021, σημειώνοντας αύξηση κατά 33,8% και διαμορφώθηκε σε επίπεδα αντίστοιχα της περιόδου 2011- 2013, κατά την οποία υπήρξαν σημαντικές αυξήσεις τιμών που οδήγησαν και σε κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές σε ορισμένες περιοχές του κόσμου την ίδια περίοδο (π.χ. Αραβική «άνοιξη»). Επιπλέον το τελευταίο έτος και ως συνέπεια της τρέχουσας πανδημίας, παρατηρούνται σημαντικές αυξήσεις στις διεθνείς τιμές των εμπορευμάτων (commodities). Ενδεικτικά αναφέρω την αύξηση της τιμής του πετρελαίου κατά 98% από το χαμηλό των 37,1 $/βαρέλι στο τέλος Οκτωβρίου 2020 στο υψηλό των 73,6 $/βαρέλι στο τέλος Ιουλίου 2021 (τιμή Brend). Επίσης και το κόστος των διεθνών μεταφορών έχει αυξηθεί σημαντικά καθώς ό δείκτης Baltic Dry Index από 398 μονάδες το Μάιο του 2020 σε 3.278 μονάδες το τέλος Ιουλίου 2021, ήτοι αύξηση κατά 673%.
Οι αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων προβληματίζουν έντονα την ΕΑ, η οποία ήδη διενεργεί έρευνες, που είχαν εκκινήσει εξ αιτίας των ανατιμήσεων που παρατηρήθηκαν την άνοιξη του 2020, λόγω της πανδημίας COVID- 19, στον τομέα των τροφίμων, και επιπλέον πραγματοποιείται και σχετική έρευνα σε όλη την αλυσίδα αξίας σε συγκριμένο τομέα βασικού είδους πρώτης ανάγκης για να διερευνηθεί ο μηχανισμός μετακύλισης της τιμής, από τους παραγωγούς στους καταναλωτές, τόσο σε περίπτωση ανατιμήσεων όσο και στην περίπτωση μείωσης των τιμών. Επίσης, πήραμε την πρωτοβουλία να προτείνουμε να ασχοληθεί με το θέμα αυτό το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ανταγωνισμού, μιας και το ζήτημα δεν είναι εθνικό αλλά πανευρωπαϊκό, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αποδέχεται την πρότασή μας. Από τη δικιά μας πλευρά, και για αυτό το σκοπό έχουμε συστήσει μία task force για τα σουπερμάρκετ στο πλαίσιο της Γενικής Διεύθυνσης, προσπαθούμε να δούμε σε ποιο βαθμό οι αυξήσεις αυτές οφείλονται σε στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην Ελλάδα και εάν είναι θα επέμβουμε άμεσα.
Εξωπραγματικές οι αυξήσεις στα ναύλα
Σημαντικά είναι βέβαια, και τα προβλήματα που δημιουργεί η εξωπραγματική αύξηση του κόστους του ναυτιλιακού ναύλου για τις μεταφορές κοντέινερ. Πιο συγκεκριμένα:
– Τα λιμάνια των ΗΠΑ έχουν συμφόρηση, εξαιτίας της αύξησης της συχνότητας των δρομολογίων μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας, που βασίζεται στην έκρηξη των κινεζικών εξαγωγών, οι οποίες είχαν ακυρωθεί τους μήνες που η πανδημία είχε περιορίσει την οικονομική δραστηριότητα. Αποτέλεσμα, οι καθυστερήσεις της εκφόρτωσης των εμπορευμάτων στα αμερικανικά λιμάνια έως και 3 εβδομάδες, γεγονός που μειώνει το διαθέσιμο τονάζ και δημιουργεί νέα ανοδική πίεση στα ναύλα
– Τα λιμάνια της Κίνας έχουν μειωμένη δυνατότητα εκφόρτωσης, κάτι που σε πολλές περιπτώσεις οφείλεται σε κρούσματα COVID-19. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί το λιμάνι του Yantian, στο οποίο μέχρι την προηγούμενη βδομάδα, περισσότερα από 40 πλοία βρίσκονταν στην θαλάσσια περιοχή, αλλά δεν μπορούσαν να εκφορτώσουν και εν συνεχεία να φορτώσουν εμπορευματοκιβώτια. Αυτή την περίοδο υπάρχει περαιτέρω μείωση της διαθέσιμης προσφοράς πλοίων, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνονται bookings και να απορρυθμίζονται πλήρως οι εφοδιαστικές αλυσίδες
Η άνοδος της τιμής του πετρελαίου έχει επαναφέρει τη συζήτηση για επιβολή επίναυλου, ώστε να απορροφηθεί και αυτή από τους πελάτες των ναυτιλιακών, μίας και τη συγκεκριμένη στιγμή, η καμπύλη της ζήτησης για θέσεις σε πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων είναι πλήρως ανελαστική
Ο κ. Μίχαλος επισημαίνει πιθανή ολιγοπωλιακή – καιροσκοπική συμπεριφορά των liner companies, από τις οποίες, οι 10 μεγαλύτερες ελέγχουν το 82% της παγκόσμιας διακίνησης εμπορευματοκιβωτίων, με αποτέλεσμα να μπορούν να ελέγχουν πλήρως, τη διαθέσιμη προσφορά πλοίων. Για τον λόγο αυτό, ζητείται να υπάρξει άμεση εμπλοκή του WTO και άλλων θεσμικών φορέων, που να εξετάσουν αν υπάρχει αναβίωση των Liner Shipping Conferences, που ουσιαστικά αποτελούν καρτέλ
Οι βασικές εταιρείες, που παράγουν και διαθέτουν με τη μορφή leasing τα εμπορευματοκιβώτια στην Κίνα, ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται μέσω του σκιώδους τραπεζικού συστήματος της αχανούς χώρας με κεφάλαια, με σκοπό να μπορούν οι Liner εταιρείες της χώρας, με ναυαρχίδα την Cosco, να εξασφαλίζουν υψηλού επιπέδου μεταφορικές υπηρεσίες στους κινέζους επιχειρηματίες, όπως σημειώνει ο επικεφαλής του ΕΒΕΑ. Το ζήτημα λαμβάνει στρατηγικές διαστάσεις, αφού η κινεζική παραγωγή containers ανέρχεται στο 85% της παγκόσμιας παραγωγής, προσδίδοντάς της χαρακτηριστικά μονοπωλίου. Εδώ, ανακύπτει το ζήτημα – ερώτημα που εμμέσως τέθηκε από τον Αμερικανό επίτροπο ναυτιλίας της ΙΑΝΑ (Intermodal Association of North America), Carl Bretzel – μήπως οι κινέζικες εταιρείες, κατόπιν εντολών του Πεκίνου, χειραγωγούν την προσφορά εμπορευματοκιβωτίων, με αποτέλεσμα πολλά αμερικανικά προϊόντα να μην μπορούν να εξαχθούν, αφού δεν υπάρχουν διαθέσιμα containers. Υπάρχει πρόβλημα στην ομαλή λειτουργία των εφοδιαστικών αλυσίδων και ταυτόχρονα πυροδοτούνται πληθωριστικές πιέσεις
Δεκαπλασιασμός του κόστους
Από τον ΕΒΕΑ έχει πέσει η πρόταση να εκπίπτουν οι ναύλοι κατά 130-150%, για να μπορέσει να υπάρξει μεγαλύτερη φορολογική εξοικονόμηση για τους υπόλοιπους μήνες του 2021, περίοδο που οι ναύλοι προβλέπεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Ήδη παρατηρούνται ναύλοι της τάξης των $13.000 για εμπορευματοκιβώτια 40′ High Cube. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι η μεταφορά ενός κοντέινερ πριν από έναν χρόνο περίπου, κόστιζε κάτω από $2 χιλ., ενώ σήμερα στοιχίζει πάνω από $10 χιλ.
Στην τεράστια αύξηση του μεταφορικού κόστους είχε αναφερθεί πρόσφατα και ο Γιάννης Βασιλάκος, Αντιπρόεδρος και CEO της Κωτσόβολος – Dixons South East Europe. Είχε σημειώσει μεταξύ άλλων ότι «οι καταναλωτές στην Ελλάδα, πέραν της οικονομικής πίεσης που βιώνουν χιλιάδες νοικοκυριά, θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη και το κύμα ανατιμήσεων που έχει ήδη ξεκινήσει και εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες στα περισσότερα προϊόντα, λόγω αύξησης του μεταφορικού κόστους». Όπως χαρακτηριστικά σημείωσε ο κ. Βασιλάκος, “το μεταφορικό κόστος για την εισαγωγή προϊόντων από την Κίνα έχει σημειώσει τεράστια αύξηση. Ένα container, το οποίο προ πανδημίας ερχόταν με $1.500-1.700, τώρα το κόστος έχει εκτοξευθεί έως τα $12-13 χιλ. και μπορεί να αυξηθεί και άλλο”. Πρόσθεσε ότι, “ένα κομμάτι του κόστους το έχουν απορροφήσει οι προμηθευτές, ωστόσο σταδιακά θα δούμε να μετακυλίεται η αύξηση του κόστους σε περισσότερα προϊόντα”.
Οι γενικότερα ανοδικές τάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο καθιστούν αποτρεπτικές τις εισαγωγές πρώτων υλών, αλλά και τελικών προϊόντων στη χώρα μας, ενώ ειδικά στο περιβάλλον κρίσης που έχει διαμορφωθεί τον τελευταίο χρόνο, είναι πολύ μεγάλος ο αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε τέτοια κόστη. Και βεβαίως, είναι ελάχιστες οι επιχειρήσεις εκείνες – αν υπάρχουν – που μπορούν να απορροφήσουν εξ ολοκλήρου αυτή την επιβάρυνση, χωρίς να μετακυλήσουν ένα μέρος της στον καταναλωτή μέσα από αύξηση της τελικής τιμής. Κι αυτό, συμβαίνει αναγκαστικά σε μια περίοδο, όπου το εισόδημα και η αγοραστική δύναμη μιας μεγάλης μερίδας των καταναλωτών έχει συρρικνωθεί σημαντικά, λόγω της πανδημίας.
Μείωση του εισοδήματος και ανατιμήσεις φέρνουν πτώση της κατανάλωσης
Πρόσφατα εξάλλου, ο Γενικός Διευθυντής της IRI Hellas, Παναγιώτης Μπορέτος, ανέφερε ότι «οι περισσότεροι καταναλωτές θα χρειαστεί να κάνουν περικοπές στις δαπάνες τους, προκειμένου να ανταπεξέλθουν των δύσκολων συνθηκών που δημιουργούν η μείωση του εισοδήματος και η αύξηση των τιμών στα προϊόντα. Ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι, ενώ μέχρι το 2019 ανέβαιναν τα επι ζυγίω προϊόντα, το 2020, αλλά και τους πρώτους μήνες του 2021, ανέβηκαν περισσότερο τα προϊόντα τα σταθερού barcode, καθώς δεν χρειαζόταν να περιμένουν στους πάγκους, ενώ και τα προϊόντα είχαν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Δεν έδιναν δηλαδή, προτεραιότητα στην τιμή, αλλά σιγά σιγά θα αρχίσει να αλλάζει αυτό”.
Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη, ένα μεγάλο ποσοστό των καταναλωτών αναζητά στο ίντερνετ προϊόντα για να πετύχουν καλύτερες τιμές. Γενικότερα, πρόσθεσε ότι οι Ευρωπαίοι αρχίζουν και ενδιαφέρονται περισσότερο για τις οικονομίες των χωρών τους και για το διαθέσιμο εισόδημα της οικογένειάς τους, αφού σταματάνε σταδιακά και τα κρατικά μέτρα στήριξης από τις κυβερνήσεις.