«Η ευρωκρίση, όταν ζήτησα τόσο πολλά από τους ανθρώπους της Ελλάδας». Αυτή ήταν η απάντηση που έδωσε η Άνγκελα Μέρκελ στην ερώτηση “ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή της πολιτικής διαδρομής της”, σε έναν απολογισμό μετά από 16 χρόνια στην Καγκελαρία. Οι (πρόθυμα) επιεικείς στην Αθήνα έσπευσαν να κάνουν λόγο για “αυτοκριτική Μέρκελ” και για αναθεώρηση της στάσης της απέναντι στην Ελλάδα στην κορύφωση της οικονομικής κρίσης. Υπάρχουν αρκετοί τέτοιοι. Ουδείς εξ αυτών αναρωτήθηκε τι ακριβώς εννοεί η Καγκελάριος- λίγο πριν την αποχώρησή της από την γερμανική σκηνή.
Εννοεί το 2009-10, όταν εκβίασε την τότε κυβέρνηση για το πρώτο μνημόνιο προκειμένου να διασωθούν (και) οι γερμανικές τράπεζες; Εννοεί την αποικιοκρατικού τύπου παρέμβαση στα εσωτερικά της χώρας με την “απόλυση” ενός πρωθυπουργού (Παπανδρέου), το φθινόπωρο του 2011; Εννοεί όσα ακολούθησαν με το δεύτερο μνημόνιο; Εννοεί την αποδόμηση της κυβέρνησης Σαμαρά, μετά το καλοκαίρι του 2014, όταν ο τελευταίος -για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους- προσπάθησε να εξασφαλίσει ψήγματα ανοχής ενόψει του εκλογικού γύρου που άρχιζε; Εννοεί τον φαραωνικό εκβιασμό του καλοκαιριού του 2015 στην κυβέρνηση Τσίπρα;
Δεδομένου ότι η αναφορά της έγινε ως προς την ευρωκρίση και μόνο, είναι βέβαιο πως δεν εννοεί όσα ακολούθησαν, όπως π.χ η γερμανική στάση στα ελληνοτουρκικά, η ωμή και αμοράλ υποστήριξή της στην Τουρκία του Ερντογάν και άλλα παρεμφερή.
Καμία επιείκεια. Το κύκνειο άσμα της Μέρκελ όσον αφορά την Ελλάδα συνιστά μία ακόμα αιχμή της γερμανικής υποκρισίας εδώ και πολλά χρόνια. Το γερμανικό imperium, όπως ασκήθηκε στην ευρωζώνη κατά την προηγούμενη δεκαετία, φέρει ανεξίτηλα την υπογραφή της.
Είτε ήταν πρωτογενές, είτε κατόπιν πιέσεων του εμμονικού εσωτερικού της εταίρου Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, ο οποίος -για να μην το ξεχνούμε- απαίτησε, τουλάχιστον σε τρεις ομολογημένες περιπτώσεις, την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Ακόμα και το καλοκαίρι του 2015 που απέρριψε την σχετική απαίτηση του “λύκου” του Βερολίνου το έπραξε, όχι από κάποια συμπάθεια προς τη χώρα μας, ούτε από κάποια λύπη για τους Έλληνες, από τους οποίους “απαίτησε πολλά”. Το έπραξε κατόπιν της αντίστασης του Φρανσουά Ολάντ και, κυρίως, λόγω της παρέμβασης του Μπάρακ Ομπάμα.
Χωρίς να μειώνει κανείς την συνεισφορά της σε άλλα ευρωπαϊκά θέματα, όσον αφορά την Ελλάδα η Μέρκελ αποχωρεί από την κεντρική πολιτική σκηνή της Γερμανίας ως η πολιτικός που υπέγραψε την ληξιαρχική πράξη θανάτου της χώρας μας– δίχως, φυσικά, να αγνοούμε πως η οικονομία είχε περιέλθει σε συνθήκες…ΜΕΘ και μη αναστρέψιμης κατάστασης εξαιτίας των πολιτικών που άσκησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις μέχρι το 2010.
Υποκρινόμενη την θλιμένη, μας θυμίζει την “θλίψη” της Κριστίν Λαγκάρντ, όταν προήχθη από το ΔΝΤ στην ΕΚΤ, του Γερούν Ντάϊσελμπλουμ αφού αποχώρησε από την προεδρία του Eurogroup και άλλων πρωταγωνιστών εκείνης της περιόδου. Μόνο ο ίδιος ο Σόϊμπλε εξακολουθεί να μην…θλίβεται.
Η “αυτοκριτική” της αποκαλύπτεται, άλλωστε, στην παρακαταθήκη που αφήνει στην γερμανική πολιτική και οικονομική ελίτ. Η πίεση για γρήγορη άρση του πλαισίου δημοσιονομικής ευελιξίας λόγω της πανδημίας κυριαρχεί στο Βερολίνο, δυστυχώς ακόμα και στην ηγεσία του ανερχόμενου SPD (πρόσφατες σχετικές δηλώσεις του Όλαφ Σολτς). Κάτι που ίσως διασωθεί εάν προκύψει αναγκαστικά κάποια κυβέρνηση συνεργασίας με τους Πράσινους- ακόμα περισσότερο εάν προστεθεί και η Αριστερά.
Φωτό: Ανγκελα Μέρκελ από το 1991 έως τις ημέρες μας- |Herlinde Koelb]- Πηγή: Protagon.gr