Mε βάση τις τελευταίες δημοσκοπήσεις η αναλογία δύναμης ΣΥΡΙΖΑ-ΚΙΝΑΛ φθάνει – συντηρητικά – στο 3 προς 2: Οι Τάσεις της MRB έδωσαν το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ στο 19,7% και του Κινήματος Αλλαγής στο 13,5%, όπερ η μεταξύ τους διαφορά έχει μειωθεί στο 6,2%.
Η Alco έδωσε χθες 21,1% στον ΣΥΡΙΖΑ και 13,6% στο ΚΙΝΑΛ, με την διαφορά μεταξύ των δύο στο 7,5%. Και η Marc έδωσε στίγμα δυνάμει ανατροπής και αλλαγής συσχετισμών μεταξύ δεύτερου και τρίτου κόμματος: Στην δική της μέτρηση ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πέσει στο 19,2% από το 21,7%, ενώ το Κίνημα Αλλαγής έχει εκτιναχθεί από το 9% στο 15,2%. Η διαφορά μεταξύ των δύο έχει συρρικνωθεί στο 4%.
Η ίδια δημοσκόπηση φέρνει και τον Νίκο Ανδρουλάκη μακράν μπροστά σε δημοτικότητα έναντι του Αλέξη Τσίπρα. Στους δείκτες δημοφιλίας ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι πρώτος με 52,1%, ακολουθεί ο νέος πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ με ένα εντυπωσιακό 46,4%, έπεται ο Δημήτρης Κουτσούμπας με 31,8% και ο Αλέξης Τσίπρας είναι μόλις τέταρτος με 30,2%.
Κατά τους πλέον πιστούς του brand ΠΑΣΟΚ – και κατά τους ορκισμένους του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου – είναι η αρχή του τέλους Τσίπρα. Βλέπουν επανάληψη του έργου του 2012 σε αντίστροφη εκδοχή – τότε ήταν το «ρεύμα Τσίπρα» που έκανε την μεγάλη έφοδο και ανατροπή, τώρα είναι η σειρά Ανδρουλάκη να πάρει την ρεβάνς και να αποκαταστήσει την ιστορική πολιτική τάξη.
Κατά τους «άπιστους» της Κουμουνδούρου είναι απλώς το “honeymoon effect”: Ο θερμός απόηχος από τον πολιτικό θόρυβο που έκαναν οι εκλογές του ΚΙΝΑΛ και η μαζική συμμετοχή στις κάλπες. Θυμίζουν ότι κάτι ανάλογο είχε συμβεί και το 2017 με την εκλογή της Φώφης Γεννηματά αλλά λίαν συντόμως και τα ποσοστά και ο ενθουσιασμός ξεφούσκωσαν.
Κάπου ενδιαμέσως ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει κάθε λόγο να είναι ικανοποιημένος. Εχει δημοσκοπικό ρεύμα, έχει credits νικητή και πρωταγωνιστή, έχει πεδίο να κάνει πολιτικό παιχνίδι και έχει και ισχυρούς υποστηρικτές. Εχει το πλεονέκτημα της προσδοκίας, όπως είπε ο Δημήτρης Μαύρος αναλύοντας τα ποιοτικά στοιχεία της έρευνας της MRB, προσθέτοντας ότι αυτή η προσδοκία εμπεριέχει και το αίτημα της «μη διάψευσης». «Εγώ στην θέση του θα ίδρωνα τα βράδια», είπε επίσης ο διευθύνων σύμβουλος της MRB.
Μαζί με όλα αυτά έχει μπροστά του και μια παγίδα. Κι ίσως έναν ακόμη λόγο για να ιδρώνει: Το προφανές σχέδιο της κυβέρνησης να δημιουργήσει νέο διπολισμό, να χρησιμοποιήσει το ΚΙΝΑΛ ως όχημα εκτοπισμού του ΣΥΡΙΖΑ και αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών. Και, δια της οδού της πολιτικής αρετής και της υπεύθυνης αντιπολίτευσης, να το μετατρέψει – εάν της χρειαστεί – σε υπεύθυνο κυβερνητικό εταίρο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν εξαιρετικά καθαρός ως προς την τακτική του το περασμένο Σάββατο στην Βουλή: τακτική πόλωσης με τον ΣΥΡΙΖΑ και πριμοδότησης του Κινήματος Αλλαγής, με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη μέρα της διπλής εθνικής κάλπης. (Η οποία, με βάση τα τρέχοντα δημοσκοπικά δεδομένα, δεν βγάζει αυτοδυναμία ούτε στις δεύτερες εκλογές με ενισχυμένη αναλογική εφόσον η ΝΔ δεν συγκεντρώνει το κρίσιμο ποσοστό του 38%).
Ούτε οι προθέσεις του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολιτικά αγαθές έναντι του Κινήματος Αλλαγής. Ο Αλέξης Τσίπρας παίζει, από την πλευρά του, το στοίχημα της προοδευτικής διακυβέρνησης, πολώνει – και θα πολώσει ακόμη περισσότερο για να συσπειρώσει και να ανέβει δημοσκοπικά – και πιέζει, και θα πιέσει ακόμη πιο έντονα, το ΚΙΝΑΛ να πάρει θέση και να τραβήξει, ή να μην τραβήξει, διαχωριστικές γραμμές με την ΝΔ.
Το πρόβλημα όμως για τον Νίκο Ανδρουλάκη είναι πως το παιχνίδι της εκλογικής ισχύος παίζεται, κυρίως, σε αντιδεξιό γήπεδο. Η δημοσκόπηση της Prorata, η τέταρτη μέτρηση των ημερών, έδωσε το ποσοστό του ΚΙΝΑΛ στο 11% (ΝΔ 33% και ΣΥΡΙΖΑ 25%) δίνοντας μαζί και μια κρίσιμη παράμετρο: Την διαπίστωση ότι μεγάλο μέρος των εισροών του Κινήματος Αλλαγής προέρχεται από ψηφοφόρους που τα τελευταία δύο χρόνια είχαν μετακινηθεί στην λεγόμενη «γκρίζα ζώνη» – την ζώνη των αποστασιοποιημένων μεν, πολιτικοποιημένων δε ψηφοφόρων που, με βάση τα σταθερά ποιοτικά στοιχεία των μετρήσεων, έχουν στην πλειοψηφία τους έντονα αντιδεξιά χαρακτηριστικά.
Σε αυτούς τους ψηφοφόρους μια προσαρμογή του ΚΙΝΑΛ στην εικόνα του «πρόθυμου εταίρου» που χτίζει η κυβέρνηση μπορεί εύκολα να λειτουργήσει ανασταλτικά. Να ανακόψει το, όποιο, ρεύμα και να αφυπνίσει μνήμες συγκυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου. Η οποία σφράγισε την κατάρρευση της πολιτικής δύναμης του κραταιού ΠΑΣΟΚ.
Δεν είναι απαραίτητο ότι αυτή η εικόνα του «πρόθυμου εταίρου» στήνεται με την συναίνεση του ίδιου του Νίκου Ανδρουλάκη. Η παγίδα όμως έχει στηθεί ειδικά για εκείνον. Και είναι δύσκολο να την παρακάμψει χωρίς να βρει απέναντί του όσους σήμερα επενδύουν στο «άστρο» του…