Η πανδημία δυστυχώς βρίσκεται μια ακόμη φορά σε έξαρση. Μετά από μια περίοδο που η κυβέρνηση της ΝΔ πάσχιζε να μας πείσει ότι θα σώσει τα Χριστούγεννα, θα λάβει δηλαδή εγκαίρως συγκεκριμένα μέτρα περιορισμού της νέας μετάλλαξης “Ομικρον” του κορονοιου τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά.
Θυμίζω ότι είχαμε περίπου 2000 θανάτους από covid19 το μήνα Νοέμβριο και άλλους 2.000 τον Δεκέμβριο, με την κυβέρνηση να αποφασίζει το άνοιγμα των σχολείων την 10η Ιανουαρίου, ενώ οι επιστήμονες και οι νοσοκομειακοί γιατροί ευρισκόμενοι σε απόγνωση έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου.
Η κυβέρνηση όμως αποφάσισε να στρέψει τα βέλη της συλλήβδην στην αντιπολίτευση για μια ακόμη φορά υπογραμμίζοντας με στόμφο ότι η αντιπολίτευση ζητα να παραμείνουν κλειστά τα σχολεία σε βάρος της μαθησιακής διαδικασίας και της κοινωνικοποίησης των παιδιών.
Ας δούμε λίγο την πραγματικότητα και ας αφήσουμε κατά μέρος την επικοινωνιακή διαχείριση που επιδιώκει η ΝΔ.
Ποιος είπε να μην ανοίξουν τα σχολεία; Γιατί το Κίνημα Αλλαγής ΠΑΣΟΚ από την πρώτη στιγμή υποστήριξε το άνοιγμα των σχολείων με προϋποθέσεις, οι οποίες θα είχαν σχεδιαστεί και υλοποιηθεί από τη μέρα που έκλεισαν τα σχολεία για τις χριστουγεννιάτικες διακοπές στις 23/12 ώστε να είναι ασφαλείς όλοι γονείς, παιδιά, εκπαιδευτικοί κατα την επάνοδό τους. Δεν έγινε απολύτως τίποτε.
Αλλά ακόμη και την τελευταία εβδομάδα που όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση ελήφθησαν αποφάσεις με τα νέα επιδημιολογικά δεδομένα η κυβέρνηση ήταν και πάλι απροετοίμαστη. Φάνηκε με την έλλειψη self-test και την ταλαιπωρία ως την τελευταία στιγμή για να προμηθευτούν όλοι οι μαθητές self-test με την ανάμειξη τελικά των διευθυντών των σχολείων την Κυριακή 9/1 για να μετριαστεί το χάος που δημιουργήθηκε. Φάνηκε με την απουσία συγκεκριμένου πρωτοκόλλου αναπλήρωσης εκπαιδευτικών που νοσούν ώστε να καλυφθούν τα κενά διδασκαλίας. Έντονη κριτική επίσης έχει δεχθεί η διατήρηση του “50+1” ως υψηλοτάτου ρίσκου στη λειτουργία των σχολικών τμημάτων.
Συγχρόνως, τα δημόσια νοσοκομεία θα έπρεπε να είχαν εδώ και μήνες στηριχθεί και ενισχυθεί ώστε να είναι έτοιμα για τυχον αύξηση των κρουσμάτων που όλοι συμφωνούσαν ότι θα συμβεί με το συγχρωτισμό στις σχολικές αίθουσες. Δεν έγινε τίποτε. Γιατροί, νοσηλευτικό προσωπικό και ΜΕΘ έχουν εδώ και καιρό υπερβεί τα όριά τους.
Υπενθυμίζω ότι μαζί με τα παιδιά μένουν και οι γονείς τους που ορισμένοι ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες και ενδέχεται να κινδυνέψει η υγεία τους -ίσως και η ζωή τους- αν νοσήσουν. Καμιά πρόληψη, καμιά εναλλακτική για τους ευάλωτους συμπολίτες μας. Μην μου πείτε ότι αυτό δεν παραπέμπει σε σκληρές συντηρητικές πολιτικές και δεν εχει να κάνει ούτε με σοσιαλδημοκρατικές, ούτε με σοσιαλιστικές λυσεις.
Επομένως πως να ανοίξουν τα σχολεία με τα δεδομένα που έχουμε; Ηδη καταγράφονται τα χειρότερα στατιστικά στοιχεία σε θανάτους καθώς το ποσοστό των ανθρώπων που χάνουν τη ζωή τους από Covid-19 είναι διπλάσιο στην Ελλάδα σε σχέση με τον μέσο όρο 30 ευρωπαϊκών χωρών (ECDC) δηλαδή 9,21 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους ενώ την ίδια ώρα ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στο 4,48.
Η κυβέρνηση συνεπώς αντί να κουνά το δάκτυλο στην αντιπολίτευση θα ήταν χρήσιμο να οργανώσει και να υλοποιήσει μια σοβαρή, υπεύθυνη στρατηγική για τη λειτουργία των σχολείων και των νοσοκομείων ώστε να διαφυλάξει την υγεία όλων μας χωρίς φυσικά να προαναγγέλλει επιπόλαια για μια ακόμη φορά τη λήξη της πανδημίας!
*Η Ζέφη Δημαδάμα είναι στέλεχος του Κινήματος Αλλαγής, Αντιπρόεδρος Γυναικών Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος